ἀποσπάσματα ἀπό κείμενα τοῦ Μοναχοῦ Μωϋσῆ, Ἁγιορείτου, καί τοῦ Ἰωάννου Κορναράκη, Καθηγητοῦ Πανεπιστημίου
Μιά
ἰσχυρή πρόκληση
Ζοῦμε
δυστυχῶς σ' ἕναν κόσμο μ' ἕνα
ἐπαναστατημένο θέλημα, ὁ
ὁποῖος σήμερα παρά ποτέ,
δέν εἶναι "ἐπίγειος
οὐρανός, ἀφιλόνικος,
ἀπολέμητος, ἀστασίαστος,
ἄφθονος, εἰρηνικός,
ἀζήμιος καί ἀναμάρτητος".
Αὐτό μᾶς βοηθᾶ νά
κατανοήσωμε συνειδητά καί
βαθειά τήν σπουδαιότητα τῆς
Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς.
Ἡ
ὕπαρξή μας μέσα σ' ἕναν
κόσμο συγκεχυμένο καί
ἀντιφατικό στίς
ἀναζητήσεις του, καταπιεστικό
καί ἐξουθενωτικό στίς
καθημερινές καταστάσεις πού
δημιουργεῖ, ἀκολουθεῖ
μοιραίως τήν ὁδό τῆς
κακῆς ἀλλοιώσεως. Ὁ
σύγχρονος ἄνθρωπος πού
βιώνει ἀνεξέλεγκτα καί
ἀνεύθυνα τίς καθημερινές
ἐμπειρίες τῆς ζωῆς,
ἀποξενώνεται συνεχῶς ὄχι
μόνο ἀπό τόν Θεό,
ἀλλά καί ἀπό τόν
ἴδιο του τόν ἑαυτό. Γι'
αὐτό τόν λόγο ἡ σωτηρία
του ἐξαρτᾶται ἀπό τήν
δυνατότητα τήν ὁποία
μπορεῖς νά ἀποκτήσεις νά
ἀντιλαμβάνεται κάθε στιγμή
τήν ποιότητα τῆς ζωῆς πού
ζῆ καί ἐκφράζει.
Χρειάζεται, λοιπόν, ἰσχυρές
προκλήσεις γιά νά
ἀφυπισθῆ καί νά
ἀναζητήση τήν ἀληθινή
ὁδό τῆς ζωῆς.
Μία
τέτοια ἰσχυρή πρόκληση-νυγμός
γιά τήν θρησκευόμενη
συνείδηση, εἶναι ἡ
κατανυκτική εὐχή τοῦ
ὁσίου Ἐφραίμ τοῦ Σύρου:
"Κύριε
καί Δέσποτα τῆς ζωῆς μου,
πνεῦμα
ἀργίας, περιεργείας,
φιλαρχίας καί
ἀργολογίας
μή μοι δῷς,
πνεῦμα δέ
σωφροσύνης, ταπεινοφροσύνης,
ὑπομονῆς
καί
ἀγάπης χάρισαί μοι τῷ
σῷ δούλῳ,
ναί Κύριε
Βασιλεῦ, δώρησαί μοι τοῦ
ὁρᾶν
τά ἐμά
πταίσματα καί μή
κατακρίνειν τόν ἀδελφόν μου".
Ἡ
ἁγιοπνευματική αὐτή
εὐχή ἀφυπνίζει τό
ἀνθρώπινο πνεῦμα καί μᾶς
προτρέπει νά ἀνέλθουμε
στίς βαθμίδες τῆς
καταξιώσεως τῆς ἀνθρωπιᾶς
μας καί τῆς πνευματικῆς
ποιότητος τῆς ζωῆς μας.
Ὁ ὅσιος
Ἐφραίμ παρ' ὅτι ἔζησε πρίν
1.600 χρόνια ἐπικοινωνεῖ
ἄριστα μέ τόν σύγχρονο
ἄνθρωπο, γιατί ὁ λόγος του
εἶναι θεόπνευστος. Εἶναι ὁ
διδάσκαλος ἐκεῖνος, πού
μέ ὅλη του τή δύναμη μᾶς
προσκαλεῖ καί προκαλεῖ νά
εἰσέλθουμε στά βαθύτερα
τῆς ψυχῆς μας πρός
ἀνεύρεση τῶν δυνάμεων πού
μᾶς δώρισε ὁ Θεός γιά
ἕναν εἰλικρινή διάλογο
μαζί Του, ὥστε νά
πραγματοποιήσουμε τόν ἑαυτό
μας.
Ἄς
κάνουμε τόν σταυρό μας καί
ἄς προχωρήσουμε στήν
προσωπική συνάντηση μέ τήν
εὐχή τοῦ ἁγίου
Ἐφραίμ. Μέ αὐτόν τόν
τρόπο ὁ καθένας μας μυστικά
καί ἀθόρυβα θά πάρει ὅ,τι
ζητᾶ καί δέν μπορεῖ τόσο
ὥριμα, καθολικά καί
ὁλοκληρωμένα νά τό βρῆ
πουθενά ἀλλοῦ.
Περί
ἀργίας
Ὁ μέγας
ὅσιος γνωρίζει καλά γιατί
θέτει στό πρῶτο σκαλοπάτι
τῶν παθῶν τήν ἀργία. Ἡ
ἀργία εἶναι ἕνα βαρύ
νέφος πού σκεπάζει τήν
ψυχή καί δέν τήν ἀφήνει
νά ἀνασάνει. Σκοτίζει τόν
νοῦ καί δέν τοῦ
ἐπιτρέπει νά δῆ τά
πράγματα καθαρά. Ὁ ἀργός
εἶναι συνεχῶς εὐάλωτος
ἀπό τήν ἀπόγνωση. Διά
τοῦτο ἡ ἀργία εἶναι
τρομερός ἐπίβουλος τῆς
ζωῆς μας.
Οἱ
Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας τήν
θεωροῦν μητέρα ἄφθονων
κακῶν. Ὁ Μ. Βασίλειος
χαρακτηριστικά τήν
παρουσιάζει ὡς αἰτία κάθε
κακουργίας καί ὁ ἱερός
Χρυσόστομος ὡς πηγή πάσης
ἁμαρτίας. Καί τά ἄλλα
πάθη στά ὁποῖα
παρασυρόμεθα εἶναι περιπλοκαί
τῆς ἀργίας, γιατί αὐτή
μέ τήν διάβρωση τῆς
προσοχῆς πού προκαλεῖ,
ἀνοίγει τήν εἴσοδο στά
συγγενῆ καί συναφῆ πάθη
τά ὁποῖα μᾶς
αἰχμαλωτίζουν.
Ἡ
ἀργία εἶναι τό εὔφορο
ἔδαφος γιά νά ἀναπτυχθοῦν
τά ἀγκάθια τῶν ρυπαρῶν
λογισμῶν, τῶν ἀτόπων
πράξεων καί πονηρῶν
ἐνθυμήσεων. Στήν κατάσταση
αὐτή ὁ ἄνθρωπος χάνει
τήν σοβαρότητά του, τήν
ἀξιοπρέπειά του καί τήν
εὐγένειά του. Πλήττει,
νευριάζει, ἄγχεται, μελαγχολεῖ
ἤ ὁδηγεῖται στήν
περιπλάνηση, τήν πολυλογία,
τήν εὐτραπελία καί τήν
εἰρωνεία.