Τρίτη 2 Οκτωβρίου 2018

Ἐντολή γάρ Κυρίου μή σιωπᾶν …


Κατήχησις περί ἐγκρατείας (καί περί τῆς ὁμολογίας τῶν ἁγίων εἰκόνων) ΤΟΥ ΟΣΙΟΥ ΠΑΤΡΟΣ ΗΜΩΝ ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΤΟΥ ΣΤΟΥΔΙΤΟΥ


   Ἀδελφοί καί Πατέρες, τίς ἡμέρες αὐτές πού διερχόμαστε οἱ περισσότεροι ἀπό τούς ἀνθρώπους τίς ὀνομάζουν ἑορτές ἐπειδή τρώγουν καί πίνουν κατ᾽ αὐτές ἀπρεπῶς καί μέ ἀκράτεια, μή γνωρίζοντας ὅτι ἀκριβῶς αὐτές τίς ἡμέρες μᾶς παραγγέλεται ἀποχή κρεάτων κι ὄχι νά καταγινώμαστε μέ μέθες κι ἀσωτεῖες πού εἶναι γνώρισμα εἰδωλολατρικῶν ἑορτῶν. Συνήθεια δέ καί γνώρισμα τῶν Χριστιανῶν εἶναι τό νά εἶναι ὀλιγαρκεῖς καί λιτοδίαιτοι, καί τῆς σαρκός πρόνοιαν μή ποιεῖσθαι εἰς ἐπιθυμίας (Ρωμ. ιγ’ 14), ὅπως διδάσκει ὁ Ἀπόστολος. Ἀλλ᾽ ὅμως τό κακό ἐπεκράτησε σάν νόμος, γι᾽ αὐτό ἄγει καί φέρει τόν κόσμο ὅπως θέλει.
 Ἐμεῖς ὅμως ἀδελφοί ἄς ἀποφύγουμε τήν ἀκράτεια καί σ᾽ αὐτά ἀκόμη πού μᾶς ἐπιτρέπεται νά καταλύουμε, ἔχοντας ὑπ᾽ ὄψιν ὅτι ἡ ἀκράτεια εἶναι μητέρα τῆς ἁμαρτίας.Ἐπειδή βέβαια καί ὁ προπάτωρ μας Ἀδάμ, ὅσο ἐγκρατευόταν ἀπό τήν ἀπηγορευμένη βρῶσι στόν Παράδεισο, χαιρόταν καί εὐφραινόταν τρεφόμενος ἀπό τήν παρουσία καί τήν κοινωνία τοῦ Θεοῦ καί τήν μύησι στά μυστήριά Του. Ὅταν ὅμως νικήθηκε ἀπό τήν ἀκράτεια καί γεύθηκε τοῦ ξύλου τῆς παρακοῆς, ἀμέσως ἐξορίσθηκε ἀπό τήν τρυφή τοῦ Παραδείσου κι ἔγινε σ᾽ αὐτόν ἡ ἀκράτεια γεννήτρια τοῦ θανάτου.
 Ἔτσι καί οἱ Σοδομίτες, πού ἀπό τήν πολυφαγία ζοῦσαν μέ ἀσέλγεια, ἐπέσυραν τήν ὀργή τοῦ Θεοῦ πάνω τους, γι᾽ αὐτό καί τούς κατέκαυσε μέ φωτιά καί θειάφι. Μέ τόν ἴδιο τρόπο καί ὁ Ἠσαῦ, πού δελεάσθηκε ἀπό τά λαίμαργα μάτια του, ἀντί ἑνός γεύματος παρέδωσε τά πρωτοτόκιά του καί μισήθηκε καί ἀποδιώχθηκε. Ἀλλά καί ὁ λαός τοῦ Θεοῦ ἐκάθισε φαγεῖν καί πιεῖν καί ἀνέστησαν παίζειν (Ἔξ. λβ’ 6).
 Τέτοια εἶναι κι αὐτά πού γίνονται αὐτές τίς ἡμέρες· διασκεδάσεις δηλαδή καί μέθες, κραυγές καί πηδήματα δαιμονικά, πού διαρκοῦν ὄχι μόνο κατά τήν ἡμέρα ἀλλά καί κατά τό μεγαλύτερο μέρος τῆς νύκτας. Τόσο μεγάλο κακό εἶναι λοιπόν ἡ ἀκράτεια καί ἀπό αὐτήν εἰσῆλθε στόν κόσμο ὁ θάνατος.
 Ἐμεῖς ὅμως, ἀδελφοί ἀγαπημένοι ἀπό τόν Κύριο, ὀφείλουμε νά εὐχαριστοῦμε τόν Θεό πού μᾶς λύτρωσε ἀπό τέτοια μάταια πολιτεία καί διαγωγή καί μᾶς ἔφερε σ᾽ αὐτήν τήν μακαρία ζωή, ὅπου δέν ὑπάρχει ἀκράτεια ἀλλά συμμετρία· οὔτε μέθη ἀλλά νῆψις· οὔτε ταραχή ἀλλά εἰρήνη· οὔτε θόρυβος ἀλλά ἡσυχία· οὔτε αἰσχρολογία ἀλλά εὐχαριστία· οὔτε ἀσέλγεια ἀλλά ἁγνότητα καί ἁγιασμός καί σωφροσύνη.
 Ἀπό αὐτήν τήν ζωή λοιπόν ἀνέτειλαν οἱ θεοφόροι Πατέρες μας, οἱ ὁποῖοι μέ τήν Χάρι τοῦ Θεοῦ κατεπάτησαν τά πάθη, ἔδιωξαν δαίμονες, συναγωνίσθηκαν μέ τούς ἀγγέλους, ἔκαναν θαύματα, ἐπέτυχαν οὐράνιο δόξα, ἔγιναν θαυμαστοί στόν κόσμο· ἕνας ἀπ᾽ αὐτούς εἶναι καί ὁ μακάριος Ἀντώνιος, τοῦ ὁποίου τόν βίο ἀναγνώσαμε καί μάθαμε πόσο ὁ Θεός τόν δόξασε σ᾽ αὐτόν τόν κόσμο, ὥστε καί οἱ βασιλεῖς τῆς γῆς νά θεωροῦν μεγάλο πρᾶγμα τό νά γράφουν σ᾽ αὐτόν καί νά λαμβάνουν ἀπ᾽ αὐτόν πάλι ἐπιστολές του.
 Τήν πολιτεία αὐτῶν τῶν μακαρίων κι ἐμεῖς οἱ ταπεινοί ἀκολουθοῦμε· καί τό ὅτι θέλουμε νά τούς μιμηθοῦμε τό μαρτυρεῖ ἡ μοναχική μας τελείωσις, ἡ ἄρνησις τοῦ κόσμου, ἡ ἀποξένωσίς μας ἀπό τήν πατρίδα μας, τούς συγγενεῖς μας, τούς φίλους μας, τά ὑπάρχοντά μας. Τό μαρτυρεῖ ἐπίσης ἡ ὑποταγή μας, ἡ ὑπακοή, ἀλλά καί αὐτή ἡ ὁμολογία μας τώρα (ὑπέρ τῶν ἁγίων εἰκόνων), γιά τήν ὁποία ἔχουμε διωχθῆ. Λοιπόν νά χαιρώμαστε καί νά συγχαίρουμε ὁ ἕνας τόν ἄλλον πού μᾶς χαρίσθηκαν ὅλα αὐτά ἀπό τόν Θεό καί πού διανύουμε πνευματική ζωή, κατά τήν ὁποία ἀπό μᾶς ἐξαρτᾶται νά ἑορτάζουμε, ἄν θέλουμε, κάθε ἡμέρα καί νά χαιρώμαστε ἀτελεύτητη χαρά.
 Γι᾽ αὐτό, παρακαλῶ, μέ ἀκόμη περισσότερο ζῆλο νά ἀγωνιζώμαστε καί νά συνεχίζουμε τήν ὁμολογία μας αὐτή, ἐπειδή μάλιστα ἀκούστηκε ὅτι ὁ βασιλεύς ἐξαγγέλει διαταγές ἐναντίον μας καί ἴσως νά ἔλθη ξαφνικά κανείς ἀπεσταλμένος του. Ἀλλά ἄς μή θορυβηθοῦμε μέ αὐτά πού ἀκούγονται. Εἰ ὁ Θεός ὑπέρ ἡμῶν, τίς καθ᾽ ἡμῶν (Ρωμ. η’ 31); Καί ἀφοῦ καί προηγουμένως μᾶς βοήθησε, δέν θά μᾶς βοηθήση καί στό ἑξῆς;
  Μόνο ἄς ἔχουμε γενναῖο φρόνημα, μόνο νά προσέχουμε καλά, καί αὐτός θά μᾶς δώση δύναμι σέ ὅλα νά Τόν εὐαρεστήσουμε μέ τήν ζωή μας μέχρι τέλους καί νά ἐπιτύχουμε τήν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν, ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ τῷ Κυρίῳ ἡμῶν, ᾧ ἡ δόξα καί τό κράτος, σύν τῷ Πατρί καί τῷ ἁγίῳ Πνεύματι, νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
  (Μετάφρασις ἐκ τῆς Ἱ. Μονῆς Ὁσίου Γρηγορίου)
(Πηγή: imkby.gr)
 http://www.alopsis.gr/alopsis/egratei2.htm

Γιά τό τέλος τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς


 Άγιος Θεόδωρος ο Στουδίτης
Άγιος Θεόδωρος ο Στουδίτης Αδελφοί και Πατέρες, ιδού συν Θεώ, όπου εφθάσαμεν απάνω εις αυτήν την τελείωσην των αγίων νηστειών και τελειώνει η αγία Τεσσαρακοστή, καθώς βλέπετε όπου μας διδάσκουν αι θεοφιλείς ιστορίαι’
Διότι την σήμερον εσυναθροίζοντο εις την Ιερουσαλήμ οι άγιοι πατέρες ημών, ερχόμενοι από την έρημον όπου ασκήτευαν…
Εσείς, λέγει ο Κύριος εις τους Αποστόλους, μείνατε εν τη αγάπη τη εμή και μη γίνεσθε αλλοιώτικοι, αλλά πάντοτε εις το καλλίτερον να γινώμεθα’
Από σπινθήρα μικρού κατορθώματος να φθάσωμεν εις λαμπάδα φωτεινήν και λαμπράν και από άστρου μεταγινόμενοι εις ήλιον να αλλάξωμεν.
Και άμποτες να μη σταθούμε ποτέ του δρόμου της αρετής, μηδέ τα ορεκτικά του κόσμου να ορεγώμεθα, τα οποία ολίγον γλυκαίνουσι και ατελεύτητα φλογίζουσι και κολάζουσι, τα κείμενα εν τω μέσω εις δοκιμήν της γνώμης των ανθρώπων.
Και προς μεν τους ευλαβείς και θεοσεβείς ευρισκόμενα ευκαταφρόνητα, προς δε τους γαστριμάργους και φιλοσάρκους μεγάλα και θαυμαστά…Όμως σοφοί και φρόνιμοι είσθε και υμείς και δύνασθε να διδάξετε του λόγου σας και άλλους εις το καλόν…
Και κατά την τάξιν όπου εβαστάσαμεν έως τώρα, ταις προτήτερες ημέραις, έτσι και την προεόρτιον εορτή των Βαίων να εορτάσωμεν…
Όλα να γίνωνται εις δόξαν Θεού, ίνα είπωσι και οι βλέποντε ημάς, ότι κατά αλήθειαν ο θεός είναι με των τοιούτων…
Εάν έτσι θέλωμεν κάμει και το μέγα και ιερόν Πάσχα θεαρέστως εορτάσωμεν και τα παθήματα του Χριστού συμμεθέξωμεν και τω φωτί της Αναστάσεως καταλαμπρυνθώμεν εν Χριστώ Ιησού τω Κυρίω ημών…
Αμήν.
Αγίου Θεοδώρου του Στουδίτου
Κατήχησις.Τη Τετάρτη της έκτης Εβδομάδος
http://agiameteora.net/index.php/megalis-evdomadas/1311-gia-to-telos-tis-megalis-tessarakostis.html

Ἐγκώμιο στήν ἀποκεφάλιση τοῦ μεγάλου Προδρόμου ( Ἁγίου Θεοδώρου Στουδίτου )


Ἁγίου Θεοδώρου Στουδίτου
 α. -Λαμπρή καί θεοχαρμόσυνη εἶναι, εὐσεβεῖς χριστιανοί, ἡ πανήγυρη πού μᾶς συγκέντρωσε σήμερα γιά νά γιορτάσουμε πνευματικά. Πολύ σωστά χαρακτηρίζεται λαμπρή, γιατί φεγγοβολάει καί ἀπό αὐτό ἀκόμα τό ὄνομα ἐκείνου πού σήμερα τιμᾶμε, ἐπειδή αὐτός καί εἶναι καί ὀνομάζεται λυχνάρι τοῦ φωτός. Δέν εἶναι βέβαια λυχνάρι πού μᾶς περιλούζει μέ ὑλικό φῶς, γιατί τότε δέν θά ἦταν διαρκής καί ἀδιάκοπη ἡ λάμψη του καί θά χανόταν κάθε φορά πού θά ’μπαινε μπροστά του κάποιο ἐμπόδιο. Ἀλλ’ εἶναι φῶς πού δείχνει τήν ἀστραφτερή λαμπρότητα τῆς θείας χάριτος στά κατάβαθα τῆς καρδιᾶς ἐκείνων πού ἔχουν συγκεντρωθεῖ γιά νά γιορτάσουν τή μνήμη του καί ἀνεβάζει τό νοῦ στό νά στοχάζεται τά παθήματα τοῦ δικαίου ἄνδρα, ὥστε βλέποντας μέ τά μάτια τῆς ψυχῆς τό μακάριο ἐκεῖνο μαρτύριο, νά γεμίσουμε μέ πνευματική εὐφροσύνη.
Σέ καμία περίπτωσι βέβαια, ἡ θέα τοῦ χυμένου καταγῆς αἵματος κάποιου ἄλλου ἀποκεφαλισμένου ἀνθρώπου, δέν θά ’φερνε εὐχαρίστηση. Οὔτε τό ἄκουσμα μιᾶς τέτοιας εἴδησης θά προκαλοῦσε σεβασμό στή μνήμη τοῦ ἀποθαμένου. Γιατί πῶς θά μποροῦσε ὁ ἄνθρωπος, πού ἀπό φυσικοῦ του ἀγαπάει τή ζωή, νά χαρεῖ μία αἱμορραγία πού ὁδηγεῖ στό θάνατο; Ἀντίθετα, πολύ περισσότερο, τό θέαμα αὐτό θά τόν ὁδηγοῦσε σέ ἀπέχθεια, οἶκτο καί κακολογία τῆς πράξεως, ἐκτός ἄν παραλογιζόταν καί ἀποθηριωνόταν, μή μπορώντας νά ἀντιδράσει λογικά σ’ αὐτά πού βλέπει, ὅπως ἀκριβῶς κάνουν τά διάφορα ζῶα πού δέν ἔχουν λογική. Χαίρονται δηλαδή, κακαρίζουν καί χοροπηδᾶνε οἱ πετεινοί ὅταν βλέπουν νά σφάζουν ἕνα ἄλλο κοκόρι, ἀπολαμβάνοντας μόνο τό θέαμα, χωρίς νά σκέπτονται ὅτι τούς περιμένει καί αὐτούς τό ἴδιο πάθημα. Χαίρονται ὅμως τά μάτια μας νά βλέπουν τό αἷμα κάθε ἁγίου, εὐφραίνονται τ’ ἀφτιά μας ν’ ἀκοῦν τά σωτήρια μηνύματά του καί τά χείλη μας τό προσκυνοῦν. Γιατί ἡ ἀφαίρεσή του χαρίζει τέλεια συμμετοχή στήν ἀθάνατη καί ἀληθινή ζωή. Δέν ἐννοῶ βέβαια μόνο τή σταγόνα τοῦ αἵματος, ἀλλά καί ὁτιδήποτε ἀπό τά ἅγια μέλη του -ἤ μιά τρίχα καί καθετί πού φοροῦσε ἤ ἔπιαναν τά χέρια του- εἶναι περιζήτητο καί πολύτιμο γιά κεῖνον πού ἔχει ἀποφασίσει νά πιστεύει καί νά λατρεύει σωστά τόν Θεό. Γι’ αὐτό ἐκεῖνος πού ἔχει κάτι τέτοιο στό σπίτι του ἤ στήν ἐκκλησία -δηλαδή τό ὁλόκληρο λείψανο ἤ ἕνα μέρος του, ἀκόμα καί τό ἐλάχιστο κομματάκι- τό θεωρεῖ ἰδιαίτερη τιμή καί καυχιέται γι’ αὐτό, σάν νά ’χει θησαυρό πού ὑποβοηθάει τόν ἁγιασμό του καί ἐξασφαλίζει τή σωτηρία του. Ἔτσι προσέρχεται μέ πολλή εὐλάβεια στή λειψανοθήκη μέ τήν ἱερή σκόνη καί ἐγγίζει μέ δέος τά ἀνέγγιχτα, λόγω τῆς ἱερότητάς τους, ἱερά λείψανα.
β. – Τέτοιο εἶναι γιά μᾶς τό αἷμα τοῦ δικαίου Ἄβελ, ἄν καί γιά τούς γονεῖς του ὑπῆρξε αἰτία τοῦ πιό παραδόξου καί τοῦ πιό πονεμένου θρήνου. Πῶς μποροῦσαν νά μήν καταπλαγοῦν μέ τό σφάξιμο τοῦ παιδιοῦ τους -ἀφοῦ μέχρι τότε δέν εἶχαν ἀντικρύσει νεκρό- νά μή θρηνήσουν, νά μήν ξεσπάσουν σέ γοερές κραυγές, βλέποντάς το ἔτσι ξαφνικά ριγμένο καταγῆς, βουτηγμένο στά αἵματα, νεκρό ἀπό τό φονικό μαχαίρι τοῦ ἀδελφοῦ του;
Τέτοιο εἶναι τό ἅγιο αἷμα τοῦ δικαίου προφήτη Ἀμώς, τόν ὁποῖο, ἀφοῦ πρῶτα ξυλοκόπησε ἄγρια ὁ βασιλιάς Ἀμασίας, τόν θανάτωσε μέ ξίφος. Ἐπειδή τόν κτυποῦσαν σάν βόλια οἱ προφητεῖες του, τόν χτύπησε καί αὐτός στό κεφάλι μέ ρόπαλο καί τόν παρέδωσε στό θάνατο.
Τέτοιο εἶναι τό ἅγιο αἷμα τοῦ προφήτη Μιχαία τόν ὁποῖο γκρεμίζοντας σκότωσε ὁ Ἰωράμ, ὁ γιός τοῦ Ἀχαάβ, ἐπειδή κήρυττε μέ παρρησία τό λόγο τοῦ Θεοῦ. Γιατί τόν ἔλεγχε, ὅπως λέει ἡ Ἁγ. Γραφή, γιά τίς ἀσέβειες τῶν προγόνων του.
Τέτοιο ἦταν τό ἅγιο αἷμα τοῦ προφήτη Ἡσαΐα πού τόν ἔκοψε μέ πριόνι στά δυό ὁ Μανασσῆς, ὁ ὁποῖος εἶχε παρασύρει στήν εἰδωλολατρεία τόν ἐπιπόλαιο καί εὐμετάβλητο Ἰσραηλιτικό λαό -πού ἀλλαξοπιστοῦσε τόσο εὔκολα- γιατί δέν ὑπέφερε νά ἀκούει τά ὅσα τοῦ φανέρωνε ὁ προφήτης.
Τέτοιο ἦταν τό ἅγιο αἷμα τοῦ γενναίου Ἐλεάζαρ, τῶν ἑπτά παίδωνκαί τῆς θεοφοβούμενης μητέρας τους, πού ἔχυσε ὁ Ἀντίοχος, μετά ἀπό πολλά βασανιστήρια, γιατί δέν ἀνέχθηκε τή σθεναρή ἀντίσταση πού τοῦ πρόβαλαν οἱ ἀήττητοι γιά χάρη τῆς τηρήσεως τῆς ἐντολῆς τοῦ Θεοῦ καί πού τούς βρῆκε ὁ θάνατος μέ τέλεια καί ἀκέραιη τήν πίστη τους.
Τέτοιο ἦταν τό ἅγιο αἷμα τοῦ προφήτη Ζαχαρία, πού ἔχυσε μπροστά στό θυσιαστήριο τό μαχαίρι τῆς ἀφηνιασμένης ὠμότητας τῶν Ἰουδαίων, ἐπειδή δέν μποροῦσαν νά ὑποφέρουν τό ἄκουσμα τῶν προφητικῶν ἀποκαλύψεων.
Τί χρειάζεται νά πῶ περισσότερα ἀπό τό νά ἀναφέρω γενικά ὅλων τῶν ἀποστόλων, τῶν μαρτύρων καί τῶν προφητῶν τό ἅγιο αἷμα, τό ὁποῖο μέ πολλούς τρόπους ἔχυσαν διάφοροι αἱματοβαμμένοι δολοφόνοι καί πού τώρα κυκλώνει τή γῆ σάν πλούσιος ποταμός καί σβήνει τήν ἀσέβεια;
γ. – Τέτοιο ἦταν καί τό ἅγιο αἷμα τοῦ Προδρόμου καί Βαπτιστῆ τοῦ Χριστοῦ, γιά τό ὁποῖο μιλᾶμε σήμερα καί τό ὁποῖο ἔχυσε ἀπό τόν ἱερό του τράχηλο σάν πολύτιμο μύρο πού εὐωδιάζει τήν οἰκουμένη. Τό αἷμα αὐτό δέν τό ἔφτιαξε ἡ ἡδονική πολυφαγία, οὔτε τό κρασί, οὔτε κάποια ἀπό τίς ἄλλες τροφές πού συνήθως παχαίνουν καί εὐχαριστοῦν τούς λαίμαργους.
Ἀλλά τό δημιούργησε ἡ Χάρη τῆς ἐγκράτειας, πού ὁ Ἅγιος τήν ἀσκοῦσε ἀπό τά σπάργανά του μέχρι τό μαρτυρικό του τέλος. Καί ὅπως εἶπε ὁ Κύριος, ὁ Ἰωάννης, πού οὔτε ἔτρωγε, οὔτε ἔπινε… (Ματθ. 11, 18-19).
Τό αἷμα αὐτό χύθηκε πρίν ἀπό τό αἷμα τοῦ Δεσποτικοῦ καί ἀθανάτου ποτηρίου. Γιατί ἔπρεπε ὁ Πρόδρομος τοῦ Φωτός, πού μέ τό λαμπρό ἐρχομό του ἀπό στείρα μάνα φώτισε ὅσους βρίσκονταν πάνω στή γῆ, νά γίνει ἀκτινοβόλος κήρυκας καί σ’ αὐτούς πού ἦταν κάτω ἀπό αὐτήν, δηλαδή στόν Ἅδη.
Τό αἷμα αὐτό ἔχει παρρησία ἐνώπιον τοῦ Παντοκράτορα Κυρίου, περισσότερο ἀπ’ ὅτι εἶχε τό αἷμα τοῦ δικαίου Ἄβελ. Γιατί κάθε ἔργο περιέχει μέσα του μιά μυστική φωνή πού δέν παράγεται ἀπό ἠχητικά ὄργανα, ἀλλά πού γίνεται φανερή ἀπό τή δύναμι πού ἔχει βάλει μέσα σ’ αὐτό ὁ ποιητής τοῦ ἔργου.
Τό αἷμα αὐτό εἶναι πιό ἀξιοσέβαστο ἀπό τό αἷμα τῶν Πατριαρχῶν (Ἀβραάμ, Ἰσαάκ, κ.τ.λ.), πιό πολύτιμο ἀπό τό αἷμα τῶν προφητῶν καί πιό ἁγιασμένο ἀπό τό αἷμα ὅλων τῶν δικαίων. Γιατί εἶναι πιό ὑπέροχο καί ἀπό αὐτό ἀκόμα τό αἷμα τῶν Ἀποστόλων καί πιό ἔνδοξο καί ἀπό τό αἷμα τῶν μαρτύρων. Καί αὐτά τά λόγια δέν εἶναι δικά μου, ἀλλά εἶναι λόγια τοῦ Μεγάλου Λόγου, τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, πού ἔχει δώσει τή σχετική μαρτυρία γιά τόν Τίμιο Πρόδρομο.
Εἶναι αἷμα πού στολίζει τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ πιό ὄμορφα ἀπό κάθε στολισμό πού θά τῆς γινόταν μέ πολύχρωμα καί σπάνια λουλούδια. Χύθηκε γιά τήν δικαιοσύνη στό τέλος τῆς ἐποχῆς πού ἴσχυε ὁ παλαιός νόμος καί ἔγινε λούλουδο πού παραστέκει στήν εἴσοδο τῆς παρουσίας τοῦ Χριστοῦ.
δ. – Ἀλλά ἄς συνεχίσουμε τώρα νά ποῦμε, μέ βάση τά ἱερά Εὐαγγέλια, πῶς αὐτό τό αἷμα χύθηκε, ἀπό ποιόν καί γιά ποιά ὑπόθεση. Ὁ Ἡρώδης λοιπόν, λέει τό ἱερό Εὐαγγέλιο, ξσυνέλαβε τόν Ἰωάννη, τόν ἔδεσε καί τόν φυλάκισε, ἐξαιτίας τῆς Ἡρωδιάδας, τῆς γυναίκας τοῦ ἀδερφοῦ του Φιλίππου. Γιατί ὁ Ἰωάννης τοῦ ἔλεγε: Δέν ἐπιτρέπεται νά συζεῖς μέ αὐτήν. Ἤθελε τότε λοιπόν νά τόν θανατώσει, ἀλλά φοβήθηκε τό λαό, γιατί ὅλοι θεωροῦσαν τόν Ἰωάννη προφήτη (Ματθ. 14,3-5).
Ἄς ἐξετάσουμε πρῶτα ποιός ἦταν αὐτός ὁ Ἡρώδης, γιατί ἡ συνωνυμία συγχέει τά πράγματα καί δέν μᾶς ἐπιτρέπει νά ἀναφερόμαστε στό σωστό πρόσωπο. Πρόκειται γιά τόν Ἡρώδη τόν τετράρχη. Γιατί ὁ πατέρας του Ἡρώδης, ὁ φονιάς τῶν νηπίων, εἶχε πρό πολλοῦ πεθάνει.
Γιατί ὅμως τόν ἔλεγχε ὁ Ἰωάννης; Γιατί ἔδιωξε τή νόμιμη γυναίκα του, τήν κόρη τοῦ βασιλιά Ἀρέτα, καί συζοῦσε παράνομα μέ τή γυναίκα τοῦ ἀδερφοῦ του τοῦ Φιλίππου. Θά μποροῦσε βέβαια νά τήν παντρευτεῖ νόμιμα στήν περίπτωση πού αὐτή δέν εἶχε παιδιά ἀπό τόν ἀδερφό του, ὥστε νά τοῦ χαρίσει κληρονόμους, ὅπως ὅριζε ὁ Μωσαϊκός νόμος. Ἀλλά ἀφοῦ δέν ἦταν ἄτεκνη δέν μποροῦσε. Εἶχε μιά κόρη πού ὀνομαζόταν καί αὐτή Ἡρωδιάδα, τό γέννημα τῆς ὀχιᾶς, τό διαβολικό ὄργανο τῆς ἀπώλειας τῆς ψυχῆς της. Γιά αὐτό λοιπόν δίκαια τόν ἔλεγχε ὁ Ἰωάννης. Ὁ ἔλεγχος ὅμως δέν ἦταν ὑβριστικός καί δέν γινόταν γιά νά τραυματίσει τήν ψυχή καί τήν ἀξιοπρέπεια τοῦ Ἡρώδη, ἀλλά ἦταν ὑπόμνηση, πού εἶχε σκοπό τή θεραπεία.
Τί τοῦ ἔλεγε λοιπόν τοῦ Ἡρώδη; Δέν ἐπιτρέπεται νά συζεῖς μ’ αὐτήν. Τοῦ θυμίζει τή θεία νομοθεσία σάν νά τοῦ λέει: “Κύτταξε καί μάθε τί σοῦ παραγγέλλει ὁ Νόμος: Ἄν μένουν μαζί δυό ἀδερφοί καί πεθάνει ὁ ἕνας ἀπό αὐτούς, χωρίς νά ἔχει ἀποκτήσει παιδιά, δέν ἐπιτρέπεται ἡ χήρα νά παντρευτεῖ ξένο ἄνθρωπο. Θά τήν παντρευτεῖ ὁ ἀδερφός τοῦ πεθαμένου συζύγου της καί τό παιδί πού θά γεννηθεῖ θά πάρει τό ὄνομα τοῦ πεθαμένου καί ἔτσι δέν θά χαθεῖ μέσα ἀπό τό Ἰσραήλ τό ὄνομά του(Δευτ. 15,5). Αὐτά σοῦ λέει ὁ νόμος. Ἐσύ ὅμως πῆρες τή γυναίκα τοῦ ἀδερφοῦ σου πού ἔχει παιδί. Νά μήν παραβεῖς λοιπόν τόν ὅρο πού ἔβαλε ὁ νομοθέτης. Οὔτε τή βασιλική σου πορφύρα νά μολύνεις μέ ἀνεπίτρεπτη αἱμομιξία. Οὔτε πάλι νά φανεῖς αἴτιος παρανομίας ἐσύ πού πρέπει νά δίνεις στούς ὑπηκόους σου τό παράδειγμα τῆς πρόθυμης καί εὐχάριστης ὑποταγῆς στούς νόμους. Καί ἄν πέσεις σ’ αὐτό τό λάθος θά τιμωρηθεῖς, γιατί τιμωροῦνται πολύ πιό αὐστηρά ὅσοι βρίσκονται σέ μεγάλα ἀξιώματα.
ε’. – Αὐτός ὅμως ἐπειδή, μόλις πῆρε τήν ἐξουσία, ξέχασε ὅτι ὑπάρχει Θεός, ὀργίστηκε, ἄναψε ἀπό θυμό καί δέν δέχθηκε τόν ἔλεγχο. Δέν μιμήθηκε τό Δαυίδ, ὁ Ὁποῖος τότε πού ἐλέγχθηκε ἀπό τόν προφήτη Νάθαν γιά τό ἁμάρτημα τῆς μοιχείας, εἶπε ἐκεῖνο τό χαρακτηριστικό: «Ἔχω ἁμαρτήσει ἐνώπιον τοῦ Κυρίου» (Β’ Βασ. 12-13). Καί ὁ Κύριος γιά τήν ταπείνωσή του τοῦ συγχώρεσε τό ἁμάρτημα. Ἀντίθετα, ὁ Ἡρώδης ἀφοῦ συνέλαβε τόν Ἰωάννη τόν ἔδεσε καί τόν ἔριξε στή φυλακή (Ματθ. 14,3). Συνέλαβε ἐκεῖνον πού ζοῦσε τήν ὕψιστη ἐλευθερία μέ τήν ἅγια ζωή του, αὐτός πού ἦταν αἰχμαλωτισμένος στό πάθος τῆς ἀσέλγειας. Ἔβαλε δεσμά σ’ ἐκεῖνον πού ἦταν ἀπελευθερωμένος ἀπό ὅλα, ζώντας ἔξω ἀπό κάθε ἐμπαθή σχέση, αὐτός πού ἦταν δεμένος μέ τά μαγικά δεσμά τῆς ἀκολασίας. Ἔβαλε στή φυλακή τόν φύλακα καί κήρυκα τῆς Ἐκκλησίας, αὐτός πού στήν πράξη ἦταν βουτηγμένος στήν ἀκαθαρσία. Ἐξαιτίας τῆς Ἡρωδιάδας τῆς γυναίκας τοῦ ἀδερφοῦ του τοῦ Φιλίππου (Ματθ. 14,9). Γιά τήν Ἡρωδιάδα, πού ἦταν ὅμοια στό ἦθος μέ τή Δαλιδά, πραγματικό ὄργανο τοῦ διαβόλου. Γιατί αὐτή παρότρυνε αὐτόν πού μοιραζόταν μαζί του τό κρεββάτι -καλύτερα θά λέγαμε τόν παράνομο ἔρωτα- νά μανιάσει κατά τοῦ Ἰωάννη. Δέν μπορῶ, τοῦ λέει, βασίλισσα ἐγώ, νά γελοιοποιοῦμαι ἀπό τό γιό τοῦ Ζαχαρία. Φυλάκισε τή γλώσσα πού μοῦ τσακίζει τά κόκκαλα. Μαχαίρωσε ἀμέσως αὐτόν πού τά λόγια του σάν βέλη μοῦ πληγώνουν τήν ψυχή. Κι ἐνῶ ἤθελε νά τόν θανατώσει, δέν τό ἔκανε, γιατί φοβότανε τό λαό, πού θεωροῦσε καί σεβόταν τόν Ἰωάννη ὡς προφήτη (Ματθ. 14,5). Γιατί δέν μποροῦν οἱ κυβερνῆτες, ὅταν θέλουν νά κάνουν κάτι παράνομο νά τό ἐπιτελέσουν ἀμέσως μόλις τό ἐπιθυμήσουν γιά δυό λόγους: Πρῶτον γιατί ντρέπονται καί φοβοῦνται τούς ὑπηκόους τους, καί δεύτερον γιατί περιμένουν μέχρι νά βροῦν τήν κατάλληλη περίσταση γιά νά κάνουν ἀκίνδυνα πράξη τό μίσος τῆς ψυχῆς τους.
στ – Ἐνῶ λοιπόν γιορτάζανε τά γενέθλια τοῦ Ἡρώδη, βγῆκε στή μέση καί χόρεψε ἡ κόρη τῆς Ἡρωδιάδας.Ἄρεσε πολύ στόν Ἡρώδη, γι’ αὐτό καί ὁ Ἡρώδης ὁρκίστηκε νά τῆς χαρίσει, ὅ, τι τοῦ ζητήσει (Ματθ. 14,6).
Τήν ἡμέρα πού ἔπρεπε νά δοξάσει τό Θεό γιατί τόν ἔφερε στό φῶς αὐτῆς τῆς ζωῆς, τότε προτίμησε τά ἔργα τοῦ σκότους. Αὐτή ἡ ἡμέρα ἦταν ἀφορμή γιά πνευματική εὐφροσύνη καί ὄχι γιά χορούς καί μάλιστα γυναικείους μπροστά σέ ἄνδρες. Τί γεννήθηκε ἀπ’ αὐτόν τό χορό; Ὁ ὅρκος. Καί ἀπ’ αὐτόν; Ὁ φόνος. Ξερίζωσε τήν κακία καί δέν θά βλαστήσει ἀνομία. Ἄν ὅμως ριζώσει ἡ κακία, ἀσφαλῶς θά καρπίσει, δηλαδή θά φθάσει μέχρι τήν πράξη. Χόρεψε ἡ κόρη τῆς Ἡρωδιάδας στή μέση τῶν καλεσμένων καί ἄρεσε στόν Ἡρώδη. Τί ἄλλο θά μάθαινε ἀπό τή μάνα της ἡ πορνοδασκαλεμένη κόρη, παρά τό νά χορεύει προκλητικά, καί νά ’ναι τόσο ἀσκημένη στό χορό ὥστε νά ἀρέσει πολύ στόν Ἡρώδη; Γι’ αὐτό καί ἐκεῖνος τῆς ὑποσχέθηκε μέ ὅρκο ὅτι θά τῆς ἔδινε ὅ, τι τοῦ ζητοῦσε. Τόσο ἀπερίσκεπτα τρέχει ἡ γλώσσα αὐτῶν πού ἔχουν ξωκείλει στά πάθη τῆς ἀτιμίας, ὥστε ξεστομίζουν ἐναντίον ὁποιουδήποτε, χωρίς σκέψη, ὅ, τι τούς ἔρθει στό μυαλό. Αὐτή, δασκαλεμένη ἀπό τή μάνα της, πέτυχε τόν ἀποτρόπαιο ἀποκεφαλισμό τοῦ Ἰωάννη, πού ἀπό καιρό πάσχιζε νά πετύχει ἡ φιδογέννα Ἡρωδιάδα. Καί ὅπως φαντάζομαι θά εἶπε, ἀφοῦ πρῶτα καλόπιασε τήν κόρη της: Νά παιδάκι μου, ἡ εὐκαιρία πού ζητάγαμε. Κατάφερες μέ τά πόδια σου νά μοῦ προσφέρεις ἐκεῖνο πού ποθοῦσα. Σταμάτησες τόν πόνο μου μέ τό περίτεχνο τραγούδι σου. Ἄς θάψουμε στή γῆ αὐτόν πού μᾶς ἐλέγχει. Πήγαινε γρήγορα νά πεῖς στόν Ἡρώδη: Δῶσε μου τώρα ἀμέσως, στό πιάτο, τό κεφάλι τοῦ Ἰωάννη τοῦ Βαπτιστῆ (Ματθ. 14,8).
Ὤ παθιασμένη καί φονική ἀπαίτηση! Ἐνῶ δέν εἶχε κάν τό δικαίωμα νά σκεπτεται καί νά ἀπολαμβάνει τό φονικό θέαμα ξεπέρασε κάθε ἄλλον σέ σκληρότητα.Ὤ μανιασμένη φόνισσα! Δέν ἀρκέστηκες μόνο στήν καρατόμηση ἀλλά διαπραγματεύτηκες νά σοῦ φέρουν τήν ἅγια κεφαλή σέ πιατέλα. Ὤ ἀνόσια καί ἀκόλαστη! Ἡ θηριωδία σου ξεπερνάει καί τήν αἱμοχαρή Ἰεζάβελ.
ζ’.-.Λυπήθηκε, λέει τό ἱερό Εὐαγγέλιο, ὁ βασιλιάς. Ἐπειδή ὅμως εἶχε ὁρκιστεῖ καί εἶχε ὑποσχεθεῖ μπροστά στούς καλεσμένους, ἔδωσε ἐντολή νά τῆς δοθεῖ ἡ κεφαλή. Ἔστειλε τότε στή φυλακή καί ἀποκεφάλισε τόν Ἰωάννη. Καί ἔφεραν τήν κεφαλή πάνω στήν πιατέλα καί τήν πρόσφεραν στήν κόρη καί αὐτή στή μάνα της (Ματθ. 14,11).
Ὤ κακό τέλος διαβολικῆς προετοιμασίας! Ποιός ἔμπηξε τό θανατερό ξίφος στήν ἱερή Κεφαλή; Ἕνας ἄνομος ὑπηρέτης, πού σάν ἄλλος Δωήκ δέν μιμήθηκε ἐκείνους τούς Ἰουδαίους οἱ ὁποῖοι μέ φρόνηση καί ἀνδρεία ἀντιστάθηκαν στόν βασιλιά Σαούλ, τότε πού τούς διέταξε νά φονέψουν τούς προφήτες τοῦ Θεοῦ. Καί ἔφεραν τήν κεφαλή τοῦ Ἰωάννη πάνω στήν πιατέλα…
Τί νά τό ὀνομάσουμε αὐτό τό φαγοπότι, συμπόσιο ἤ φονευτήριο; Τί νά ἀποκαλέσουμε τούς κρασοκυβέρνητους προσκαλεσμένους,ὁμοτράπεζους ἤ αἱματοβαμμένους;
Ὤ πρωτόγνωρο θέαμα! Ὤ ἁμαρτωλό ὅραμα! Ἀπό τό ἕνα μέρος προσφέρονταν κοτόπουλα καί ἀπό τό ἄλλο φέρνανε τό προφητικό κεφάλι. Ἀπό τή μιά μεριά κερνοῦσαν πλούσια καθαρό κρασί καί ἀπό τήν ἄλλη ἔρεε μέ ὁρμή τοῦ δικαίου τό αἷμα.Ὤ πόσο φοβερό εἶναι νά τό πῶ καί πόσο φρικτό νά τό ἐκφράσω!
Καί τό ’δωσαν στό κορίτσι καί τό πῆγε στή μάνα του . Ἀλίμονο! Πόσο τρομερή ἀλλοκοτιά! Χαρίστηκε ἡ ἀτίμητη κεφαλή γιά μιά ἄτιμη πράξη, στήν καταραμένη καί βέβηλη, ἡ ἁγνή καί ἀνέγγιχτη καί ἀπ’ τούς ἀγγέλους ἀξιοσέβαστη Κεφαλή. Καί τήν ἔδωσε στήν μάνα της σάν νά τῆς πρσφερε καλομαγειρεμένο φαγητό σέ κείνη πού ὀργιαστικά σκηνοθέτησε τό θάνατο, σά νά τῆς ἔλεγε: Φάε, μανούλα μου, κρέας ἀπό τίς σάρκες ἐκείνου μού ἔζησε στή γῆ σάν ἄσαρκος. Πιέ αἷμα ἀπό τόν νηστευτή. Τώρα πιά κλείσαμε μιά γιά πάντα τό στόμα ἐκείνου πού μᾶς ἔλεγχε.
η’. -.Καί ἦρθαν οἱ μαθητές του, συνεχίζει τό ἱερό Εὐαγγέλιο, πῆραν τό σῶμα του καί τό ἔθαψαν (Ματθ. 14,13). Πρόσεξε ἐσύ πού ἀγαπᾶς τήν ἱστορία, πῶς εἰκονίζεται ὁ ἐνταφιασμός τοῦ δικαίου καί ἀποστόμωσε τούς ἐχθρούς τῶν ἁγίων εἰκόνων σάν ἐχθρούς τῆς Ἀλήθειας. Βάλε καλά στό νοῦ σου τήν ἱστορία καί βγάλε ὠφέλιμο συμπέρασμα. Πῶς παίρνουν τό δεμένο μέ βαριές ἁλυσίδες ἅγιο ἀπό τήν φυλακή. Πῶς ὁ δήμιος σηκώνει σάν ἄγριο θηρίο τό ξίφος ἐνάντια τῆς ἱερῆς Κεφαλῆς. Πῶς μετά τόν ἀποκεφαλισμό προσφέρεται ἡ μυρόβλητη Κεφαλή στήν ἔξαλλη Ἡρωδιάδα. Πῶς ἀκόμα θάβεται τό ἱερό σῶμα ἀπό τά χέρια τῶν μαθητῶν του, πού ὁλόγυρα παραστέκουν δακρυσμένοι μέ πόνο πού σκίζει τήν ψυχή τους. Πῶς ἄλλος ἀγκαλιάζει τά πόδια τοῦ Ἁγίου, ἄλλος πασχίζει νά συνταιριάσει τήν ἅγια Κεφαλή στό ἀκίνητο σῶμα καί ἄλλος θυμιάζοντας ψέλνει ἐπικήδειες ὑμνωδίες.
Τώρα βρίσκομαι ἐκεῖ μέ τό νοῦ, ἀκροατές μου, καί βλέπω τήν ταφή τοῦ δικαίου νά γίνεται μέσα σέ ἀτμόσφαιρα εἰρήνης, ὅπως ἀναφέρεται στόν Προφήτη Ἡσαΐα (Ἡσ.57,2). Ὁραματίζομαι τό ἀγγελικό ἐκεῖνο πρόσωπο πού ἔδυσαν τά μάτια του σάν δύο ἥλιοι λαμπεροί καί πού μέσα σ’ αὐτά εἶχε ἀποτυπωθεῖ ὅλη ἡ ψυχική του ὀμορφιά. Χωρίς τήν πρόσκαιρη καί ἐπίγεια τούτη πνοή, ἀλλά γεμάτο ἀπό τήν μοσχομύριστη εὐωδιά τῆς θείας Χάρης.
Ἀσπάζομαι τά ἱερά ἐκεῖνα χέρια, πού ἁμαρτία δέν ἀγγίξανε καί πού μέ τό δάκτυλό τους ἔδειξαν στούς ἀνθρώπους τόν Χριστό, πού σήκωσε ἐπάνω Του τήν ἁμαρτία ὁλοκλήρου τοῦ κόσμου. Προσκυνῶ ἐκεῖνα τά ὡραῖα πόδια, πού εὐαγγελίστηκαν τά ἀγαθά στούς ἀνθρώπους καί μέ τά ὁποῖα προετοιμάστηκε ἡ ὁδός τῆς παρουσίας τοῦ Κυρίου. Φέρτε νά προσκυνήσω καί τήν τίμια ἁλυσίδα μέ τήν ὁποῖα δέθηκε ὁ πιό πολύτιμος καί ἀγγελόμορφος ἀνάμεσα στούς ἀνθρώπους. Φέρτε καί τή σεβάσμια πιατέλα ὅπου τοποθετήθηκε ἡ πολυσέβαστη καί ἀπ’ ὅλα τά χρυσάφια ἀκριβότερη Κεφαλή. Ἀκόμα ἄν ἔβρισκα δέν θ’ ἄφηνα ἀπροσκύνητο τό φονικό μαχαίρι πού μπήχθηκε στόν ἱερό τράχηλο, οὔτε θά δίσταζα νά καταφιλήσω τό χῶμα ὅπου φρουρήθηκε ὁ θησαυρός, μέ τή βεβαιότητα, ὅτι καί αὐτό θά μοῦ μετέδιδε θεία Χάρη.
Μακαριστέ τάφε καί χαρμόσυνη ταφόπετρα, πού σκέπασες τό τρισμακάριστο ἐκεῖνο σκήνωμα καί τύλιξες μέσα σου τό πολυτιμώτερο ἀπό σωρούς σμαράγδια καί μαργαριτάρια σῶμα.
Ἐκεῖ λοιπόν βρισκόταν ὁρατά ἡ συντροφιά τῶν μαθητῶν καί ἀόρατα πλήθη ἀγγέλων, εὐφημώντας, δοξάζοντας, ὑψώνοντας στόν οὐρανό καί μεταφέροντας στήν ἀτελείωτη χαρά αὐτόν πού ἔζησε σάν ἔνσαρκος ἄγγελος καί προανάγγειλε τό Μεσσία. Αὐτόν πού ὑπῆρξε γνήσιος φίλος τοῦ Κυρίου, πού ὁδήγησε στόν οὐράνιο Νυμφίο τήν Ἐκκλησία, τό ἄσβηστο λυχνάρι τοῦ ἀνεκφράστου φωτός, τή ζωντανή φωνή τοῦ Θεοῦ Λόγου, τόν ἀνώτερο ἀπ’ τούς προφῆτες, τόν μεγαλύτερο ἀπ’ ὅσους γέννησε ποτέ γυναίκα. Τέτοια λοιπόν ὅπως περιγράψαμε, εἰρηνική ἦταν ἡ ταφή τοῦ δικαίου, πρόξενος καί ἀγαλλίασης καί σωτηρίας, σ’ ὁλόκληρο τόν κόσμο.
θ. – Ἄραγε ὁ παράφρονας Ἡρώδης κατάφερε νά ξεφύγει τήν τιμωρία γιά τό ἀνουσιούργημά του στήν ὑπόλοιπη ἐπίγεια ζωή του; Ὄχι βέβαια. Ἀλλά ὅπως λέει ἡ παράδοση, γι’ αὐτό τό ἀνόμημά του, ἀφοῦ ξεσηκώθηκαν ὅλοι οἱ ὑπήκοοί του, τόν ἀπομάκρυναν ἀπό τό θρόνο του καί τόν κατέσφαξαν. Μέ αὐτόν τόν τρόπο ὁ Θεός θέλησε νά φοβίσει καί νά νουθετήσει τούς μεταγενέστερους βασιλεῖς ὥστε νά μή διαπράξουν τέτοια ἐγκλήματα. Ἀλλά ξαναγυρίζοντας στό θέμα μας ἄς ἀναφωνήσουμε ὅπως ταιριάζει στήν παρούσα ἡμέρα.
Σήμερα ὁ Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος μακαρίζεται γιατί θυσιάζει τό κεφάλι του γιά τήν ἀλήθεια καί ὁ παράνομος Ἡρώδης γελοιοποιεῖται καί ἐξευτελίζεται. Σήμερα ὁ Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος ἀπ’ ὅλους ἐγκωμιάζεται γιά τό σθεναρό ἔλεγχο καί ὁ παράφρονας Ἡρώδης θεωρεῖται ἄτιμος γιά τήν μοιχεία του. Σήμερα ἡ κεφαλή τοῦ Ἰωάννη τοῦ Προδρόμου προσφέρεται σφαχτάρι ἱερό πάνω στήν πιατέλα καί ἡ μοιχαλίδα Ἡρωδιάδα, παρά τή θέλησή της, δέχεται τήν αἰώνια καταδίκη.
Σήμερα τό αἷμα τοῦ Ἰωάννη τοῦ Προδρόμου χύνεται γιά τήν τήρηση τοῦ θείου νόμου καί αὐτός πού ἐναντιώθηκε στόν Πρόδρομο μέ τήν παρανομία δικαιολογημένα διαπομπεύεται. Σήμερα ὁ Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος ἐξαιτίας τῆς παρρησίας του πρός τόν Ἡρώδη ἀποκεφαλίζεται, γιά τήν τήρηση τῆς δικαιοσύνης.Ἔτσι μαθαίνουν οἱ βασιλεῖς τῆς γῆς νά μή χωρίζουν τίς νόμιμες συζύγους τους καί ἀποδοκιμάζουν αὐτόν πού χώρισε τή γυναίκα του.
Σήμερα ὁ Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος στήνει πάνω στή γῆ πνευματικό ὁρόσημο καί προτρέπει ὅλους τούς ἄνδρες νά ἀρκοῦνται στή νόμιμη γυναῖκα τους καί νά μήν προχωροῦν παραπέρα. Σήμερα ὁ Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος κατεβαίνει στόν Ἅδη καί οἱ νεκροί μαθαίνουν τό χαρμόσυνο ἄγγελμα τῆς παρουσίας τοῦ Χριστοῦ. Σήμερα οἱ οὐρανοί εὐφράνθηκαν μέ τόν ἀποκεφαλισμό τοῦ Ἰωάννη τοῦ Βαπτιστῆ, πού θυσιάστηκε γιά τή δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ καί οἱ ἄνθρωποι πάνω στή γῆ γιορτάζουνε μέ εὐχαριστήριους ὕμνους. Καί ἔχω τή γνώμη ὅτι καί ἐμᾶς τώρα παρακολουθεῖ ἀπό τόν οὐρανό ὁ Τίμιος Πρόδρομος καί μᾶς ἀμείβει ὡς ὑμνητές του μέ θεία χαρίσματα.
Ἀνάμεσα στό χορό τῶν προφητῶν, σάν πρωινό ἀστέρι μεσουρανεῖ καί φωτίζει τό στερέωμα τῆς Ἐκκλησίας. Ἀνάμεσα στούς ἀποστόλους καί πρίν ἀπ’ αὐτούς καί περισσότερο ἀπ’ αὐτούς λάμπει σάν ἥλιος μέσα στούς ἥλιους. Μέσα στούς μάρτυρες ξεχωρίζει μέ τά θαύματά του, σάν ὁλοστόλιστος μ’ ἀστέρια οὐρανός. Ἀνάμεσα στούς δικαίους στέκει περίτρανα γιά τά πολλά παθήματα πού ὑπέφερε, γιά χάρη τῆς δικαιοσύνης καί ὑψώνεται πιό ψηλά ἀπό τούς κέδρους τοῦ Λιβάνου, αὐτός πού σκόρπισε σήμερα χαρά στήν οἰκουμένη.
Γιατί, ἄν θά χαροῦν πολλοί κατά τή γέννησή του, σύμφωνα μέ τά λόγια τοῦ Εὐαγγελιστή Λουκᾶ (Λουκ. 2,10), πρέπει νά εἶναι ἀνάλογη καί ἡ εὐφροσύνη τήν ἡμέρα αὐτή τοῦ μαρτυρικοῦ τέλους, τήν ὁποία ἀξιωθήκαμε νά πανηγυρίσουμε ὅλοι ἐμεῖς, δηλαδή οἱ ἱερεῖς καί οἱ ἐρημίτες καί οἱ κοινοβιάτες καί οἱ λαϊκοί, γιατί ὅλοι ἔχουν μέρος στή χαρά πού δίνει ἡ μνήμη του. Ἰδιαίτερα ἐμεῖς πού ἐγκαταβιώνουμε σ’ αὐτό τό ἱερό μοναστήρι, ἄς ἔχομε ἀκόμα περισσότερο τίς πρεσβεῖες του, στό ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, τοῦ Κυρίου μας.
Σ’ Αὐτόν πρέπει ἡ δόξα καί ἡ δύναμη, μαζί μέ τόν Πατέρα καί τό Πανάγιο καί Ζωοποιό Πνεῦμα, τώρα καί πάντοτε καί στούς ἀτελεύτητους αἰῶνες τῶν αἰώνων.
Ἀμήν.
Ἀπό τό βιβλίο: «Θεϊκό Λυχνάρι, ὁ Τίμιος Πρόδρομος»
Ἐκδόσεις ΕΤΟΙΜΑΣΙΑ
Ἱερᾶς Μονῆς Τιμίου Προδρόμου Καρέα


http://artoklasia.blogspot.ca/

«Ἐντολή γάρ Κυρίου μή σιωπᾶν ἐν καιρῷ κινδυνευούσης πίστεως»

Ἅγιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης
 Ἀπόσταγμα σοφίας Πατέρων
 Ἐντολή γάρ Κυρίου μή σιωπᾶν ἐν καιρῷ κινδυνευούσης πίστεως. Ὥστε, ὅτε περί πίστεως ὁ λόγος ἐστιν εἰπεῖν, ἐγώ τίς εἰμί; Ἱερεύς, ἄρχων, στρατιώτης, γεωργός, πένης;… Οὐά οἱ λίθοι κεκράξουσι καί σύ σιωπηλός καί ἀφροντίς;
  Τέλος καί τῇ Τρισηλίῳ Θεότητι
κράτος, αἶνος καί δόξα εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων.
Ἀμήν.
 

Ἐγκώμιον εἰς τό Γενέσιον τοῦ Ἁγίου Προφήτου Προδρόμου (Ὅσιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης)


Στην μαρτυρία του Κυρίου και η φωνή του δούλου
Ακόμα κι αν ο λόγος μας έμοιαζε με ανοιξιάτικο ύμνο καλλικέλαδου αηδονιού, πολύ φτωχά θα πετύχαινε να υμνήσει την μεγάλη φωνή της αληθείας, που γεννιέται σήμερα. Αλλά πάλι, αυτός εδώ ο λόγος, έτσι ασθενικός, ξερός και κακόηχος, πως θα υμνήσει την μεγάλη προφητική δόξα; Πως θα αινέσει το εξαίρετο αποστολικό αξίωμα; Πως θα δοξάσει το παράξενο θάμβος των μαρτύρων; Και διαπιστώνω, εξετάζοντας προσεκτικά τούτο, πως ο καθένας από τους υπόλοιπους αγίους εγκωμιάσθηκε από κάποιον άλλον, ο υψηλός στην αρετή από κάποιον επίσης υψηλό, και ο μετριώτερος από κάποιον μέτριο. Γι’ αυτόν, όμως, που τώρα ευφημείται κατ’ εξοχήν, το εγκώμιο προέρχεται από τον ίδιο τον Χριστό τον Θεό, που είναι η αλήθεια. Γιατί αναφέρει:
«Κανείς μεταξύ των ανθρώπων δεν έχει αναφανεί ανώτερος από τον Ιωάννη τον Βαπτιστή». Επειδή, λοιπόν, ο Μεγάλος Πρόδρομος έχει επαινεθεί τόσο ανυπέρβλητα από τον Ανώτατο Λόγο (Θεό Λόγο), έχει άραγε, ανάγκη, αγαπητοί ακροατές, από τα δικά μας φτωχά λόγια; Μακριά μια τέτοια σκέψη. Αντίθετα, αποτολμούμε μια τέτοια προσπάθεια ξεπληρώνοντας χρέος δούλου, και κάνοντας υπακοή στον πατέρα και γέροντά μας, με την ελπίδα, πως και μόνη η ενασχόλησή μας με τον Πρόδρομο θα αποβεί προς αγιασμό.
Αγιόλεκτον ζεύγος

Ελάτε, λοιπόν όχι μόνο οι γειτονικές περιοχές, αλλά και όλα τα περίχωρα του νοητού Ιορδάνου, να γιορτάσουμε την ημέρα, να πανηγυρίσουμε με τη γέννηση. Να δούμε το παράξενο μυστήριο, να δούμε το παράδοξο τελούμενο σήμερα, να εμβαθύνουμε στα όσα θαυμαστά συνέβησαν στον Ζαχαρία, να αναγγείλουμε την ευεργεσία, που έγινε στην Ελισάβετ, και να ευχαριστήσουμε γι’ αυτήν. Οι γονείς του Προδρόμου δεν ήταν άσημοι, για να αναδειχθεί από τέτοιους αυτός μέγιστος, αλλά, αντίθετα, επίσημοι και περίδοξοι. Ο μεν Ζαχαρίας, σαν άλλος Ααρών και κατά την ηλικία και κατά το αξίωμα, φορώντας την ιερατική στολή, δηλαδή το εγκόλπιο, την επωμίδα, τον μακρύ μέχρι τα πόδια χιτώνα με τα κρόσια, την καλύπτρα της κεφαλής και τη ζώνη, και όλα αυτά πεποικιλμένα με χρυσό και πολύτιμους λίθους και υάκινθο και βύσσο, εισήλθε στα Άγια των Αγίων την ημέρα της ιερουργίας του στο ναό. Η δε Ελισάβετ, ισότιμη με τη Σάρρα και μάλλον ως συγγενής της Παναγίας, ανώτερη. Γιατί γεννά μετά από μια περίοδο στειρώσεως και με υπόσχεση Θεού, όχι τον Ισαάκ, που κλήθηκε δούλος του Θεού, αλλά τον Ιωάννη, που υπήρξε γνήσιος
φίλος του Κυρίου. Μακαρία άγονη κοιλία, που κυοφόρησες τέτοιο βρέφος «Μακαρία άκαρπη γη, που βλάστησες τέτοιο στάχυ». Γι’ αυτόν τον λόγο, δεν πρέπει να διστάζουμε να αναφωνήσουμε και γι’ αυτήν με καινούργιο τώρα νόημα, τα λόγια του κατ’ εξοχήν μεγαλόφωνου Ησαϊα: «Ευφραίνου, εσύ στείρα, που δεν γεννάς. Κραύγασε και βόησε εσύ, που δεν δοκίμασες ωδίνες τοκετού». Γιατί μέσα από την έρημη μήτρα, άνθισες το κρίνο της αγνείας, το ρόδο της πνευματικής ευωδίας, τον αγρό της εγκρατείας, που φέρει κάθε αγαθό, τον λαμπτήρα, που και στο φως ακόμα της ημέρας λάμπει και καταφωτίζει την παρουσία του Χριστού, τον Ιωάννη, τον θεοπρόβλητο στρατιώτη του ουρανίου βασιλέως, τον άριστο νυμφαγωγό της Εκκλησίας του Χριστού, τον ασίγητο μάρτυρα της πραγματικής αληθείας, τον Ιωάννη, τον βροντόφωνο κήρυκα της μετανοίας, τον ένσαρκο άγγελο του Κυρίου, που φανέρωσε τον Αμνό, ο Οποίος πήρε πάνω Του την αμαρτία του κόσμου. Κι αν ακόμα παρουσίαζα περισσότερες ονομασίες για το πρόσωπό του, πάλι δεν θα κατόρθωνα να συμπεριλάβω μέσα σ’ αυτές το μέγεθος της αξίας του. Γιατί και πολλά τιμητικά ονόματα έχει, και πολυάξιος είναι, έχοντας λάβει την μεγαλύτερη Χάρη από όλους τους εκλεκτούς δούλους του Κυρίου.
Πάντων σεβασμιώτερος
Τιμάται, βέβαια, και η γέννηση του προπάτορα Ισαάκ, γυιό που συνέλαβε και γέννησε η Σάρρα σε βαθύ γήρας και είπε γι’ αυτόν: «Ποιός θα αναγγείλει στον Αβραάμ, ότι η Σάρρα θηλάζει παιδί;» Γι’ αυτόν το λόγο και γιορτάσθηκε προς χάριν του η ημέρα της απογαλακτίσεώς του. Τιμάται πάλι και ο Σαμψών, προερχόμενος και αυτός από στείρα μητέρα, που χαρίσθηκε επίσης με θεία υπόσχεση στον Μανωέ. Αναφέρεται στην Αγία Γραφή, πως δεν θα πιεί οίνο ή άλλο οινοπνευματώδες ποτό και δεν θα γευθεί ο,τιδήποτε ακάθαρτο και με αυτόν τον τρόπο πρώτος αυτός θα ηγηθεί της σωτηρίας του Ισραήλ από τα εχθρικά φύλα. Και επί πλέον, για να αποσιωπήσω τις υπόλοιπες περιπτώσεις, και ο Σαμουήλ ο προφήτης τιμάται, που γέννησε η πολυΰμνητη Άννα με τον άνδρα της Ελκανά αφιερώνοντάς τον από βρέφος στο Θεό. Αλλά, αγαπητοί μου, όλοι αυτοί δεν έτυχαν τόσης μεγαλειότητος, όσης ο Ιωάννης. Γιατί άλλοι προηγήθηκαν κι άλλοι ακολούθησαν τον γραπτό νόμο. Και
όπως τα άνθη βεβαιώνουν την άνοιξι, έτσι και ο Ιωάννης, ο γυιός Ζαχαρίου του ιερέως και Ελισάβετ της θαυμασίας, έγινε κήρυκας της παρουσίας του Χριστού, άνθισε ανάμεσα στον νόμο και τη Χάρη. Προανέτειλε το άστρο της αυγής το νοητό αναγγέλλοντας την ανατολή του Ηλίου της Δικαιοσύνης. Προπορεύθηκε ο στρατιώτης κάνοντας γνωστή την έλευση του Παμβασιλέως. Ήλθε ο νυμφαγωγός μηνύοντας την αποκλειστική αγάπη του Νυμφίου για τον καθένα μας. Και οι υπόλοιποι, που αναφέρθηκαν, προφήτευσαν ή θαυματούργησαν μετά την γέννησή τους. Αυτός, όμως, ήδη κυοφορούμενος, επλήσθη Πνεύματος αγίου και αναδείχθηκε θαυματουργός.
Προηγείται του Βασιλέως
Μέσα από μια εικόνα, όμως, αρκετά ενδεικτική, θα σας παρουσιάσω το μεγάλο ανάστημα του Προδρόμου. Όπως, λοιπόν, κάποιος βασιλέας εξέρχεται από τα ανάκτορα με βασιλική μεγαλοπρέπεια, έχοντας τοποθετήσει στην πρώτη γραμμή μερικούς ραβδούχους και σκηπτροφόρους, στη συνέχεια υπάτους και υπάρχους, και ταξιάρχους, και στο τέλος κάποιον μεγαλύτερου αξιώματος, μετά από τον οποίο ευθύς αμέσως κάνει ο ίδιος ο βασιλέας την εμφάνισή του, προβάλλοντας με όλη του τη λάμψη μέσα στον χρυσό και τους πολύτιμους λίθους, παρόμοια, νομίζω, στοχάσου και για τον αληθινό και μοναδικό βασιλέα των πάντων, τον Χριστό και Θεό μας. Και όταν επρόκειτο ο βασιλέας αυτός να σαρκωθεί και να κατέλθει στην οικουμένη, προηγήθηκαν αυτού πατριάρχες, όπως ο Αβραάμ, ο Ισαάκ, ο Ιακώβ. Έπειτα ο Μωϋσής ο θείος κήρυκας και ο Ααρών και ο Σαμουήλ και όλη η ομήγυρις των προφητών. Τελευταίος στη σειρά εμφανίσθηκε ο Ιωάννης, και ευθύς ο Δεσπότης Χριστός, που γι’ Αυτόν έλεγε ο Ιωάννης: «Αυτός, που με ακολουθεί, ήδη προηγείται, μια που και από καταβολής κόσμου ήταν πρώτος». Και σύμφωνα με αυτό που έχει λεχθεί, αποδεικνύεται, πως ο τελευταίος κατά την τάξη είναι ανώτερος κατά την αξία.
Έτσι, λοιπόν, ο Μέγας Πρόδρομος, σύμφωνα με αυτό που είπε ο Υιός και Λόγος του Θεού, θεωρείται ο κατ’ εξοχήν πρώτος ανάμεσα στους προφήτες και τους αποστόλους και όλους τους άλλους γενικά, κλείνοντας τον κύκλο των Προφητών, και ανοίγοντας τον κύκλο των Αποστόλων. Αλλά ερμηνεύοντας την ευαγγελική περικοπή ας ακούσουμε, ποιές είναι οι αγγελίες που έφερε ο Γαβριήλ στον Ζαχαρία.
Η οπτασία του αγγέλου
«Παρουσιάσθηκε σ’ αυτόν, λέγει ο Ευαγγελιστής Λουκάς, άγγελος Κυρίου και στάθηκε στα δεξιά του θυμιάματος. Και ταράχθηκε ο Ζαχαρίας, βλέποντάς τον και τον κυρίευσε φόβος». Όντως φοβερά η αγγελική οπτασία, και ο τόπος φοβερός, στον οποίο θεάθηκε. Γιατί έχει ειπωθεί: «Πόσο φοβερός είναι αυτός ο τόπος»! Δεν είναι ένας κοινός τόπος. Είναι οίκος Θεού». Και δεν είναι καθόλου παράδοξη η ταραχή και ο φόβος του ιερέα, μολονότι ο ίδιος ήταν άμεμπτος. Όλα αυτά συνέβησαν σε ένα χώρο, όπου και ο Δανιήλ, «ο άνδρας των επιθυμιών», είδε και εξέστη και έπεσε με το πρόσωπο κάτω και έμεινε άναυδος μπροστά στην ασύγκριτη λαμπρότητα της αγγελικής υπεροχής. «Φανερώθηκε σ’ αυτόν, λέει, άγγελος Κυρίου».
Τι έχουν να πουν ύστερα από αυτά, όσοι ονομάζονται «χριστιανοί», ταυτόχρονα όμως, αμφισβητούν την απεικόνιση μιας αγγελικής μορφής, και γίνονται έτσι εικονομάχοι; Άν έχει εμφανισθεί άγγελος σε άνθρωπο, οπωσδήποτε και δεν μπορεί να έχει εικονισθεί με διαφορετικό τρόπο, παρά καθώς έχει εμφανισθεί. Και έχει εμφανισθεί με τέτοια μορφή, όπως και στον Μωϋσή παλαιότερα, στο όρος Σινά, φανερώθηκαν τα Χερουβείμ συμβολικά γύρω από το θυσιαστήριο. Και αν κάτι, που δεν έχει σώμα και σχήμα, μπορεί και περιγράφεται σύμφωνα με την μορφή, με την οποία παρουσιάσθηκε, πως αυτό,που έχει σώμα και σχήμα και πέφτει στην αντίληψή μας με την θέα και την αφή και τις τρεις διαστάσεις, δεν θα μπορούμε να εικονίσουμε, όπως για παράδειγμα τη μορφή του Σωτήρος, για σαφέστερη απόδειξη της πέρα από κάθε αμφιβολία και αμφισβήτηση σαρκώσεώς Του; Και ας μη μας καταμαρτυρήσουν οι άφρονες, πως μέσα στην εικόνα (με την μορφή του Σωτήρος) συν-περικλείουμε και την θεότητα, μια και η θεότητα δεν εκφράζεται, και δεν κατανοείται, δεν τοποθετείται σε χώρο και δεν σχηματοποιείται, δεν περιορίζεται τοπικά, δεν υπόκειται σε μετρήσεις ηλικίας ή μεγέθους, και είναι έξω από κάθε περιγραφή, γιατί είναι άπειρη και απερινόητη. Αλλά και εδώ, εικονίζοντας απλώς τον άνθρωπο, δεν μπορούμε, αυτό δεν γίνεται, να εικονίζουμε ταυτόχρονα με το σώμα και την άϋλη ψυχή, που δεν σκιαγραφείται, αλλά αποδίδουμε και στην ψυχή και στο σώμα, αυτά που τους ανήκουν. Σ’ αυτό δηλαδή που δεν περιγράφεται, το απερίγραπτο, και σ’ αυτό που περιγράφεται, την περιγραφή, όπως αποδεικνύει ο Λόγος της αληθείας.
Αξίζει, όμως, να επανέλθουμε στο θέμα μας.
Άκουσεά και ευλογία, ύστερα από ικετήρια δέηση. Και ούτε η στείρωση ήταν επιτίμιο κατάρας, μη φαντασθείς κάτι τέτοιο, αντίθετα, υπήρξε προτύπωση μεγάλου μυστηρίου. Και πιστεύω σχεδόν με σιγουριά, πως ο Θεός άκουσε με προσοχή τις πυκνές και επίμονες ικεσίες του Ζαχαρία, για να διαλυθεί η στείρωση. Δεν έφθασε ακόμα το πλήρωμα του χρόνου. Δεν έφθασε ακόμα η ημέρα της επιφανείας. Τότε πρόσμενε, Ζαχαρία, την τεκνογονία, όταν πρόκειται να έλθει η προσδοκία των Εθνών. Τότε υποδέξου τη λύση της στειρώσεως, όταν θα έλθει η ελπίδα όλων των περάτων της γης. Και επειδή ήλθε η ώρα, νιώσε την παρηγοριά με το ευχάριστο άγγελμα του Γαβριήλ. «Ανακαινίσου κατά την νεότητα, όπως ο αετός. Γνώρισε, λέει, ξανά ως σύζυγό
σου την Ελισάβετ. Γιατί εισακούσθηκε η δέησή σου και η Ελισφειας, αλλά δωρεά και ευλογία, ύστερα απαι θα τον ονομάσεις Ιωάννη». Του έκανε γνωστό και το όνομα, που θα πάρει, κάτι που και η ετυμολογία δείχνει πως θα είναι ουρανόσταλτος.
Ζητεί σημείον
Και είπε ο Ζαχαρίας προς τον άγγελο, κάνοντας στο εξής διάλογο μαζί του, και μιλώντας με θάρρος σαν ίσος προς ίσο. «Με ποιό σημείο θα βεβαιωθώ γι’ αυτό, που μου λες; Μου φαίνεται απίθανο και απίστευτο, γιατί εγώ είμαι γέροντας, και η γυναίκα μου περασμένης ηλικίας». Και από το ένα μέρος η αυθόρμητη πατρική έκφραση απορίας καταλογίζεται στον ιερέα αμάρτημα απιστίας. Και από το άλλο μέρος, τα λόγια, που ειπώθηκαν όχι τυχαία, αλλά που βγήκαν μέσα από την εμπειρία τηάβετ η γυναίκα σου θα σου γεννήσει γυιό και θα τον ονομάσεις Ιωάννη». Του έκανε γνωστό και το όνομα, που θα πάρει, κάτι που και η ετυμολογία δείχνει πως θα είναι ουρανόσταλτος.
Ζητεί σημείον
Και είπε ο Ζαχαρίας προς τον άγγελο, κάνοντας στο εξής διάλογο μαζί του, και μιλώντας με θάρρος σαν ίσος προς ίσο. «Με ποιό σημείο θα βεβαιωθώ γι’ αυτό, που μου λες; Μου φαίνεται απίθανο και απίστευτο, γιατί εγώ είμαι γέροντας, και η γυναίκα μου περασμένης ηλικίας». Και από το ένα μέρος η αυθόρμητη πατρική έκφραση απορίας καταλογίζεται στον ιερέα αμάρτημα απιστίας. Και από το άλλο μέρος, τα λόγια, που ειπώθηκαν όχι τυχαία, αλλά που βγήκαν μέσα από την εμπειρία της δοκιμασίας, καταδείχνουν, πως ο Ζαχαρίας έχει πάθει το ίδιο ακριβώς με τον μεγάλο Θωμά. Και δεν ήταν εύλογο γι’ αυτόν, όντας και προφήτης και καταρτισμένος περί τα θεία, να αγνοεί, πως θα μπορούσε, βέβαια, ο Θεός και την φύση να ανακαινίσει και τα γηρατειά να ανανεώσει, και μέσα από τα αδιέξοδα να φανερώσει διέξοδο, όπως συνέβη στον Αβραάμ και τη Σάρρα, στη Σουμανίτιδα και σ’ ένα σωρό άλλες ποικίλες και πολύμορφες παράδοξες περιπτώσεις. Επειδή, όμως, οι αναγγελίες
των μεγάλων και παραδόξων προσδοκιών, καθώς ακούγονται ξαφνικά, συνήθως αναστατώνουν την ψυχή, έτσι και αυτός, νομίζω, κυριευμένος αμέσως από βαθειά χαρά, αναφωνεί και ρωτά: «Με ποιό σημείο θα βεβαιωθώ γι’ αυτό, που μου λες;» μη αμφισβητώντας την αγγελία, αλλά θέλοντας να επισπεύσει την πραγμάτωση του ποθουμένου. Μη με απατήσεις κι ούτε να με διαψεύσεις, αλλά δος μου ένα πειστήριο, να το έχω σαν απόδειξη. Όπως το σημείο της περιτομής, που παραχώρησε παλαιά ο Θεός στον Αβραάμ, προκειμένου να γίνει πατέρας πολλών εθνών, και να προέλθει από αυτόν βασιλικό γένος. Και όπως πριν από αυτόν, ακόμη παλαιότερα, στάθηκε για τον Νώε το ουράνιο τόξο σαν σημείο καταλλαγής (συμφιλίωσης του Θεού με τον άνθρωπο), πως δεν θα επιτρέψει, δηλαδή, άλλον κατακλυσμό. Επί πλέον, και στην περίπτωση του Μωϋσή, η μεταβολή της ράβδου σε φίδι και η γρήγορη αποκατάστασή της, αποτέλεσε αξιόπιστη μαρτυρία στους Αιγυπτίους του ότι φανερώθηκε σε αυτόν ο Θεός.
Δίδεται σημείον
Και αποκριθείς, αναφέρεται, ο άγγελος είπε σ’ αυτόν: «Και αφού ζητάς σημείο, ιδού, θα το έχεις, όχι, όμως, όπως το θέλεις. Θα είσαι βουβός, και δεν θα μπορείς να μιλήσεις, επειδή δεν πίστεψες στους λόγους μου, που θα πραγματοποιηθούν εξ ολοκλήρου στον καιρό τους». (Και πρέπει να προστεθεί κάτι, που εννοείται, ότι δηλαδή δεν πίστεψες απλά και ανεξέταστα). Έλαβε, λοιπόν, ο Ζαχαρίας σημείο κατάλληλο με την περίσταση. Στέρηση φωνής δηλ., μπροστά στη ζωντανή Φωνή, που θα γεννηθεί από αυτόν, δηλαδή,τον Τίμιο Πρόδρομο. Και συστέλλοντας τα χείλη υμνεί με ανήκουστες φωνές τον δοτήρα του τόκου. «Και όταν βγήκε από το θυσιαστήριο δεν μπορούσε, καθώς λέγει ο Ευαγγελιστής, να μιλήσει. Και κατάλαβαν, ότι είχε δει οπτασία μέσα στο ναό. Και εξακολουθούσε αυτός να συνεννοείται μαζί τους με νεύματα, παραμέμοντας κωφός και άλαλος. Από το ένα μέρος, για να μην ερωτάται, μια και δεν ήταν δυνατόν στους γύρω του να πληροφορηθούν όσα ο ίδιος είδε. Και από το άλλο μέρος, για να μένει κωφός σε ανυπόστατους λόγους και φήμες, όντας απορροφημένος εξ ολοκλήρου από το όραμα, σαν να είχε βγει έξω από τις αισθήσεις του». Τίποτε άλλο (παρά η σιωπή και η κώφευση) δεν μπορούσε να φανερώνει καλύτερα το έργο της προφητείας, και ότι ο Ζαχαρίας ήταν πατέρας προφήτου. Και ίσως το γεγονός αυτό να θέτει τελεία και παύλα στη νομική λατρεία, και να αποτελεί το άνοιγμα στην εποχή της Χάριτος δια της γεννήσεως του Ιωάννου. Αφήνοντας, όμως, κατά μέρος τα περαιτέρω σχόλια, αφού ούτε είναι της παρούσης εορτής ούτε ανταποκρίνονται στις δικές μας δυνατότητες, ας επανέλθουμε στο θέμα μας.
Μέγα το τελούμενο μυστήριο
«Και συνέβη, λέγεται, πως μόλις άκουσε η Ελισάβετ τον χαιρετισμό της Μαρίας, εσκίρτησε το βρέφος με αγαλλίαση στην κοιλία της». Ιωάννη, μακάριο βρέφος, ακοίμητο έμβρυο. Ο κυοφορούμενος μέσα στην μητρική κοιλία, πως ταυτόχρονα βρίσκεσαι μέσα στον κόσμο; Ο ήδη ατελής, πως είναι και υπερτέλειος; Έμβρυο μόλις 6 μηνών, πως πολυχρόνιο; Πως, χωρίς ακόμα να μπορείς να διανοηθείς, φρονείς συνετά; Πως, χωρίς να μπορείς να μιλήσεις, ξαφνικά γίνεσαι εύλαλος; Πες μας, λοιπόν, πες μας, πως κλεισμένος μέσα στο σκοτεινό χώρο των μητρικών σπλάχνων, χωρίς να βλέπεις, χωρίς να ακούς, χωρίς να έχεις ακόμα ψελλίσει, χωρίς να έχεις κάνει ακόμα ούτε ένα βήμα, χωρίς να έχεις καν δώσει καλά- καλά ούτε ένα χαμόγελο, πως απόκτησες το διορατικό χάρισμα; Πως εκφράζεσαι τόσο σοφά; Πως θεολογείς;
Πως σκιρτάς με τόση χαρά; Γιατί νιώθεις τέτοια αγαλλίαση; Αποκρίσου μας, αποκρίσου μας, άξιε κάθε θαυμασμού. Μέγα το τελούμενο μυστήριο, απαντά, και έξω από κάθε ανθρώπινο συλλογισμό το διαδραματιζόμενο. Όντως επιτελώ παράδοξα θαύματα, μια και πρόκειται να φανερώσω Αυτόν, που θα υπερβεί τους όρους της φύσεως. Όντας έμβρυο βλέπω, επειδή ακριβώς παρατηρώ να κυοφορείται ο ήλιος της δικαιοσύνης. Ακροάζομαι, μια και έχω συνείδηση των πάντων, γιατί γεννιέμαι για να είμαι η φωνή του Λόγου του Θεού. Αναφωνώ, επειδή ακριβώς αντιλαμβάνομαι, πως σαρκούται ο μονογενής Υιος του Πατρός. Σκιρτώ, καθώς αισθάνομαι να παίρνει ανθρώπινη μορφή ο Ποιητής των πάντων. Αγάλλομαι, καθώς στοχάζομαι, πως σαρκώνεται ο Λυτρωτής του κόσμου. Σας αναγγέλλω, απαντά, πως κατεβαίνει ο Θεός στον κόσμο, και προσλαμβάνει την ανθρώπινη φύση. Προπορεύομαι και ετοιμάζω την ελευσή Του, και εγώ πρώτος κατά κάποιον τρόπο προεξάρχω της δοξολογίας ευχαριστώντας τον Θεό. Καθώς και ο Δαυίδ λέει και προφητεύει, «λάβετε τύμπανο, γλυκύφθογγη λύρα και κιθάρα, και υμνήστε και ευχαριστήστε και σεις με τη σειρά σας, και διηγηθείτε τα θαυμάσια Αυτού».
(Εγκωμιαστικοί Λόγοι εις τον Άγιον Ιωάννην τον Πρόδρομον και Βαπτιστήν – Έκδοση Ι. Μονής Γενεθλίου του Προδρόμου Καρυών Καρυστίας)
http://www.alopsis.gr/modules.php?name=News&file=article&sid=2330

Ἐγκώμιον εἰς τήν κοίμησιν τῆς ἁγίας Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου



TOY EN ΑΓΙΟΙΣ ΠΑΤΡΟΣ ΗΜΩΝ ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΤΟΥ ΣΤΟΥΔΙΤΟΥ
Φωνή κεράτινης σάλπιγγας, που να αντηχή δυνατώτερα από ανθρώπινη φωνή και να συγκλονίζη τα πέρατα, απαιτεί ένας λόγος προς τιμήν της ιεράς αυτής ημέρας, αγαπητοί μου. γι’ αυτό και κινδυνεύει ν’ αποτύχη τώρα, καθώς ακούγεται προερχόμενος από το ασθενές φωνητικό μου όργανο. Η Κυρία όμως και Βασίλισσα του παντός, έτσι καθώς είναι αφιλόδοξη, θα δεχτή νομίζω κι αυτόν εδώ τον σύντομο και πενιχρό λόγο που της προσφέρουμε οι δούλοι της, όμοια με εκείνους τους διεξοδικούς και αστραφτερούς των σπουδαίων ομιλητών, με το να παρακινείται σε συμπάθεια από τις προσευχές αυτού που με προστάζει να ομιλήσω. επειδή ακριβώς και ένα μόνο πράγμα προσέχει η φιλάγαθη: την πρόθεσι.
Εμπρός λοιπόν, συνάξου ολόκληρη η οικουμένη, ιεράρχες και ιερείς, μοναχοί και κοσμικοί, βασιλείς και άρχοντες, άνδρες και γυναίκες, αγόρια και κορίτσια, φυλές και γλώσσες, με όλο μαζί το έθνος και το πλήθος, και αφού αλλάξης τα φορέματα των αρετών σου, «ντυμένη» κι εσύ «στα κρόσσια τα χρυσά και στολισμένη»1, πρόβαλε με πρόσωπο φαιδρό και όλο χαρά γιόρτασε της Κυριοτόκου Μαρίας την εορτή, την επικήδεια συγχρόνως και διαβατήρια.
διότι φεύγει από εδώ κάτω και πηγαίνει κοντά στα όρη τα αιώνια, το όρος όντως το Σιών, στο οποίο ευδόκησε ο Θεός να κατοική, όπως ψάλλει η λύρα του ψαλμωδού. Σήμερα λοιπόν ο επίγειος ουρανός περιβαλλόμενος την στολή της αφθαρσίας αποκτά νέα διαμονή, την καλύτερη και αιώνια. Σήμερα η νοητή και θεοφώτιστη σελήνη με το να συμβάλλη στον δίσκο του ηλίου της δικαιοσύνης εκλείπει μεν από την πρόσκαιρη τούτη ζωή, συγχρόνως όμως ανατέλλει και λάμπει με την τιμή της αθανασίας. Σήμερα η ολόχρυση και θεοκατασκεύαστη κιβωτός του αγιάσματος αναχωρεί από τα επίγεια σκηνώματα και μετακομίζεται στην άνω Ιερουσαλήμ, για να αναπαυθή αιώνια. Και ο θεοπάτωρ Δαυίδ μας τα τραγουδάει αυτά με την κιθάρα του και αναφωνεί: «Θα προσαχθούν, λέει, παρθένοι», δηλ. ψυχές, «στον βασιλέα, ακολουθώντας πίσω από αυτήν θα προσαχθούν σε Σένα»2.
Τώρα λοιπόν, ενώ έκλεισε τους αισθητούς οφθαλμούς η Θεοτόκος, υψώνει για χάρι μας τους νοητούς, σαν λαμπρούς και μεγάλους φωστήρες που ποτέ ως τώρα δεν βασίλεψαν, για να αγρυπνούν και να εξιλεώνουν τον Θεό υπέρ της σωτηρίας του κόσμου. Τώρα, ενώ στα θεοκίνητα χείλη της εσίγησε ο έναρθρος λόγος, αείλαλο ανοίγει το πρεσβευτικό της στόμα υπέρ όλου του γένους. Τώρα, ενώ συνέστειλε τις σωματικές και θεοφόρες της παλάμες, τις υψώνει άφθαρτες προς τον Δεσπότη υπέρ ολόκληρης της οικουμένης. Τώρα, ενώ μας απέκρυψε τα ηλιοειδή και φυσικά χαρακτηριστικά της, ακτινοβολεί δια μέσου της σκιαγραφίας της εικόνας της και την παρέχει στον λαό προς ασπασμό ευεργετικό και σχετική προσκύνησι, είτε το θέλουν οι αιρετικοί είτε όχι. Ενώ λοιπόν πέταξε επάνω η πάναγνος περιστερά, δεν παύει να φυλάττη τα κάτω. Ενώ εξήλθε του σώματος, με το πνεύμα της είναι μαζί μας. Ενώ οδηγήθηκε στους ουρανούς, εξοστρακίζει από ανάμεσά μας τους δαίμονες μεσιτεύοντας προς τον Κύριο.
Κάποτε, μέσω της προμήτορος Εύας ο θάνατος εισήλθε και κυρίευσε τον κόσμο. τώρα όμως συναντώντας την μακαρία θυγατέρα εκείνης αποκρούστηκε και κατανικήθηκε από το ίδιο εκείνο μέρος απ’ όπου του είχε δοθή η εξουσία. Ας χαρή λοιπόν το γυναικείο φύλο, που αντί ντροπής αποκομίζει δόξα. Ας χαρή και η Εύα, διότι δεν είναι πια κατηραμένη, αλλά έχει να επιδείξη απόγονό της ευλογημένο την Μαρία. Ας σκιρτήση η κτίσις ολόκληρη, καθώς αντλεί μυστικά τα νάματα της αφθαρσίας από την παρθενική πηγή και απαλλάσσεται έτσι από την θανατηφόρα δίψα.
Τέτοια είναι η εορτή που έχουμε σήμερα. Τόσο μεγάλα είναι τα γεγονότα που υμνολογούμε. Αυτά μας χαρίζει η χριστοανθής ρίζα του Ιεσσαί, η ιερόβλαστη ράβδος του Ααρών, ο νοητός παράδεισος του ξύλου της ζωής, ο έμψυχος λειμώνας των παρθενικών αρωμάτων, η ανθισμένη θεογεώργητη άμπελος του ωρίμου και ζωογόνου βότρυος, ο υψηλός και επηρμένος χερουβικός θρόνος του Παμβασιλέως, ο οίκος ο γεμάτος από την δόξα Κυρίου, το άγιο καταπέτασμα του Χριστού, ο φωτεινότατος τόπος της ανατολής, αυτά μας χαρίζει, καθώς κοιμήθηκε σήμερα εν ειρήνη και δικαιοσύνη. Λέω κοιμήθηκε, όχι όμως και πέθανε. Πέρασε από την γη στον ουρανό, όμως δεν εγκατέλειψε την υπεράσπισι του ανθρωπίνου γένους.
Με ποια λόγια λοιπόν να παραστήσουμε το μυστήριό σου; Αδυνατούμε να το σκεφθούμε. είμαστε ασθενείς για να το εκφράσουμε. ιλλιγγιούμε να το περιγράψουμε. Διότι είναι παράξενο και υψηλό και ανώτερο για κάθε διάνοια. Δεν σχετίζεται και δεν ταιριάζει με κάτι άλλο, όπως συμβαίνει με τα υπόλοιπα πράγματα, έτσι ώστε να είμαστε σε θέσι να δώσουμε πρόχειρα τις αποδείξεις από τα γύρω μας πράγματα. Αντίθετα, από τα υπερβατικά και ανώτερά μας κατανοούμε με ευλάβεια όσα αναφέρονται σε σένα, και σε σένα μόνη παραδίδουμε τα υπέρ άνθρωπον. Διότι άλλαξες την φύσι κατά την άρρητη γέννησι. Πού αλλού άκουσε κανείς παρθένο να συλλαμβάνη ασπόρως! Ω θαύμα! Την μητέρα και λεχώνα την βλέπουμε άφθορη παρθένο, επειδή Θεός ήταν αυτό που γέννησε. Το ίδιο λοιπόν και στη ζωηφόρο κοίμησί σου: με το να είσαι διαφορετική από τους υπολοίπους, μόνη εσύ κατέχεις δικαιολογημένα την αφθαρσία και των δύο (ψυχής δηλ. και σώματος).
Ας μας αφηγηθή όμως η Σιών τα παράδοξα εκείνης της ημέρας. Είχε λοιπόν συμπληρωθή το όριο της ζωής. Είχε φθάσει η ώρα του θανάτου. Προγνώρισε σαν μητέρα Θεού η Παναγία τον καιρό της μεταστάσεως. (Και πόσα περισσότερα από τον καθένα που σαν απλός δούλος προφητεύει δεν θα έδινε κανείς, αδελφοί μου φιλόχριστοι, προς την μητέρα του Θεού και ανώτερη από όλους τους προφήτες;)3. Όταν λοιπόν τα αισθάνθηκε αυτά και τα κατάλαβε, τί μας λέει η παράδοσις πως προσευχόταν και παρακαλούσε;
«Έφθασε η ημέρα της εξόδου μου. έφθασε ο χρόνος της ενδημίας μου προς εσένα. Ας παρευρεθούν εδώ αυτοί που θα υπηρετήσουν στον ενταφιασμό μου, Δέσποτα. είθε να σταθούν στο προσκέφαλό μου οι λειτουργοί που θα τελέσουν την κηδεία μου. Και στα μεν χέρια σου να αφήσω το πνεύμα μου, στα δε χέρια των μαθητών σου, για να το ενταφιάσουν, το άψαυστο και θεοδόχο σώμα μου, από όπου ανέτειλες εσύ η αθανασία. Ας παρασταθούν κοντά μου να μου δώσουν χαρά αυτοί που βρίσκονται διεσπαρμένοι στα πέρατα της γης, οι κήρυκες και υπηρέτες του ευαγγελίου σου. Κι αν εσύ ευδόκησες να μετατεθή ζωντανός ακόμη ο δίκαιος Ενώχ στον ουρανό, γιατί έτσι έπρεπε, και ο Θεσβίτης Ηλίας εκ του εμφανούς να ανυψωθή με πύρινο άρμα προς άγνωστες χώρες, για να αναμένουν και οι δύο τον χρόνο της φρικτής και παμφώτεινης δευτέρας παρουσίας σου, και αν πάλι για μια ανάγκη του Δανιήλ εθαυματούργησες, ώστε μέσα σε μια στιγμή ο προφήτης Αββακούμ να μεταφερθή από την Ιερουσαλήμ στην Βαβυλώνα και πάλι να επιστρέψη, τότε τί σου είναι αδύνατο και μόνο αν το θελήσης;»
Αυτά μόλις είπε η πανύμνητος, να που κατέφθασε και η δωδεκάδα των αποστόλων, από διαφορετική κατεύθυνσι ο καθένας, σαν σύννεφα σπρωγμένα από τις πτέρυγες του Πνεύματος, που ήρθαν και στάθηκαν κοντά στη νεφέλη του φωτός. Τί λέγει λοιπόν εκείνη που έχει τα θεϊκά, τα πολλά, τα μεγάλα ονόματα, φέρνοντας, καθώς ήταν ξαπλωμένη, ένα γύρο το βλέμμα της και αντικρύζοντας αυτούς που ζητούσε;
«Ας αγαλλιάση η ψυχή μου για τον Κύριο και αυτό θα γίνη για μένα ευφροσύνη και αίνεσις και μεγαλείο εκ μέρους όλων των εθνών της γης. Διότι μου συγκέντρωσε τα θεμέλια της Εκκλησίας, μου συνάθροισε τους άρχοντες της οικουμένης, τους θαυμαστούς υπηρέτες της κηδείας μου. (Ω μεγαλοφυές θαύμα! Ω έργο μητρικής αφοσιώσεως προς τον υιό! Ω δώρο υιικής σχέσεως προς την μητέρα!). Σαν άλλος ουρανός μου φάνηκε το δωμάτιο, με το να περικλείη μέσα του τους φωστήρες του κόσμου. Ναός Κυρίου φάνηκε η οροφή, που έφερε κοντά μου τους θείους μύστες και ιερουργούς. Δεν θα μελετήση πια η συμμορία των Ιουδαίων να πραγματοποιήση τον εναντίον μου παραλογισμό. Δεν θα οπλίση πια εναντίον μου το θρασύ του χέρι, για να με φονεύση, το συνέδριο των ιερέων. (Διότι κάποτε το είχαν σχεδιάσει και, μαζί με τον Υιό, θα φόνευαν οι αιμοχαρείς και την Μητέρα, αλλά απέτυχαν στον σκοπό τους, γιατί τους εμπόδισε άνωθεν η θεία πρόνοια). Μεταβιβάζομαι σε τόπους κατοικίας απαραβίαστους, όπου δεν μπορεί ο εχθρός να εισαγάγη τις παγίδες της κακίας. όπου θα μπορώ να αντικρύσω την τερπνότητα του Κυρίου και να επισκεφθώ τον Ναόν, εγώ ο παμφώτεινος ναός Του».
Και τί είπαν τότε προς αυτήν οι μακάριοι απόστολοι με λόγια είτε δικά τους είτε διαλεγμένα από τα στόματα των προφητών;
«Χαίρε κλίμαξ που στηρίζεσαι στη γη και φθάνεις στον ουρανό, μέσω της οποίας έγινε η κάθοδος προς ημάς και η άνοδος προς τους ουρανούς του Κυρίου, κατά τον μεγάλο πατριάρχη Ιακώβ4.
Χαίρε βάτε με την τόσο παράδοξη μορφή, από την οποία εμφανίστηκε άγγελος Κυρίου σε μορφή πύρινης φλόγας και την οποία ενώ η φωτιά έκαιγε, δεν την κατέκαιε, κατά τον μεγάλο θεόπτη Μωυσή5.
Χαίρε ο θεοδέγμων πόκος, από τον οποίο στράγγισε η ουράνια δρόσος, μία γεμάτη λεκάνη νερό, κατά τον θαυμασιώτατο Γεδεών6.
Χαίρε πόλις του βασιλέως του μεγάλου7, την οποία θαυμάζουν και μεγαλύνουν οι βασιλείς8 μαζί με τον ασματογράφο Δαυίδ.
Χαίρε η νοητή Βηθλεέμ, ο οίκος του Εφραθά, απ’ όπου εξήλθε ο βασιλεύς της δόξης, για να καταστή άρχοντας στον λαό του Ισραήλ, του οποίου «αι έξοδοι απ’ αρχής εξ ημερών αιώνος»9, όπως λέγει ο Μιχαίας ο θειότατος.
Χαίρε το κατάσκιο παρθενικό όρος, από το οποίο εμφανίστηκε ο άγιος του Ισραήλ, κατά τον θεόφωνο Αββακούμ10.
Χαίρε λυχνία ολόχρυση και φωτοφόρε, από την οποία έλαμψε στους «εν σκότει και σκιά θανάτου καθημένους»11 το απρόσιτο φως της Θεότητος, κατά την ρήσι του θεσπέσιου Ζαχαρία12.
Χαίρε το παγκόσμιο ιλαστήριο των ανθρώπων, διά του οποίου σε ανατολή και δύσι δοξάζεται στα έθνη το όνομα του Κυρίου και παντού προσφέρεται θυμίαμα στο όνομά Του, κατά τον αγιώτατο Μαλαχία13.
Χαίρε νεφέλη ανάλαφρη, πάνω στην οποία κάθησε ο Κύριος, κατά τον ιεροφωνότατο Ησαΐα14.
Χαίρε η ιερά βίβλος των προσταγμάτων του Κυρίου και ο νεοχάρακτος νόμος της Χάριτος, χάριν της οποίας μας έγιναν γνωστά όσα αρέσουν στον Θεό, κατά τον πολυθρήνητο Ιερεμία15.
Χαίρε η κλεισμένη πύλη, διά της οποίας ο Κύριος και Θεός του Ισραήλ εισήλθε και εξήλθε κατά τον μεγάλο θεόπτη Ιεζεκιήλ16.
Χαίρε το αλατόμητο από χέρι ανθρώπου και υψηλότατο όρος, από το οποίο απεκόπη ο ακρογωνιαίος λίθος, κατά τον θεολογικώτατο Δανιήλ17″.
Και ποιος νους να χωρέση ή ποιος λόγος να αφηγηθή όσα εκεί έψαλλαν, όσα είπαν, όσα εμακάρισαν οι θεολόγοι; Όταν λοιπόν ιερούργησαν ιερώς όσα ταίριαζε και επετέλεσαν τα άγια αγίως, να που έφθασε και ο Κύριος με την δόξα της δυνάμεώς του και όλη την στρατιά του ουρανού. Και αοράτως μεν λειτουργούσαν οι ασώματοι, σωματικώς δε γίνονταν υμνωδοί της θείας μεγαλειότητος οι απόστολοι. Σύμμεικτη ήταν, αδελφοί μου, η πανήγυρις και ο χορός ουράνιος μαζί και επίγειος — κι ας μη ξενίση ο λόγος μου καθώς σκιαγραφεί τα θεοπρεπή γεγονότα — αποτελούμενος από Αγγέλους, Αρχαγγέλους, Κυριότητες, Θρόνους, Αρχές, Εξουσίες, Δυνάμεις, τις Χερουβικές και Σεραφικές, αποστόλους, μάρτυρες, δικαίους, άλλους να προτρέχουν, άλλους να προϋπαντούν, άλλους να ηγούνται, άλλους να προηγούνται, άλλους να ακολουθούν και άλλους να παρακολουθούν, και όλους να φωνάζουν χαρμόσυνα με ένα στόμα: «Άσατε τω Κυρίω»18. «αινέσατε τον Κύριον»19. «ευλογημένος Κύριος επί δίκαιον όρος το άγιον αυτού»20. και «ανυψωθήτω ο ουρανός εις το μετέωρον»21. Ποιος λοιπόν άκουσε ποτέ εις τον αιώνα τέτοιο εξόδιο, φιλόχριστοι αδελφοί; Ποιος γνώρισε την προπομπή μιας τέτοιας κηδείας; Ποιος κατάλαβε ποτέ μέχρι τώρα τέτοια μετάβασι, σαν κι αυτή που αξιώθηκε η Μητέρα του Κυρίου μου; Και δεν είναι παράξενο. Γιατί ακριβώς και κανένας δεν φάνηκε ποτέ υπέρτερος από αυτήν, που είναι μεγαλύτερη από όλους τους ανθρώπους.
Φρίττει το πνεύμα μου, ω Παρθένε, καθώς βάζω στο μυαλό μου το μεγαλείο της μεταστάσεώς σου. Μένει έκπληκτος ο νους μου, καθώς αναλογίζομαι το θαύμα της κοιμήσεώς σου. Δένεται η γλώσσα μου, καθώς πάει να διηγηθή το μυστήριο της παλινζωΐας σου. Διότι ποιος είναι εκείνος που θα μπορούσε επάξια «να κάνη γνωστούς όλους τους ύμνους σου»22 ή «να εξιστορήση όλα τα θαυμάσιά σου23»; Ποιος νους υψηγόρος θα ρητορεύση, ποια γλώσσα μεγαλόστομη θα ομιλήση, θα εξαγγείλη και θα παραστήση τα κατά σε, θα αποδώση τα λόγια σου ή θα σταθή αντάξια των δικών σου θαυμασίων, τελετών, πανηγύρεων, εορτών, διηγήσεων, εγκωμίων; Γι’ αυτό και επί του παρόντος μυστηρίου η γλώσσα μας αποδεικνύεται αδύνατη, άτονη, αποτυχημένη, αποδοκιμασμένη. Διότι πράγματι υπερέχεις, υπερβάλλεις, υπερτερείς ασυγκρίτως, σε ύψος και μέγεθος από τον ανώτατο ουρανό. σε λαμπρότητα αγνείας, από το ηλιακό φως. σε απόκτησι παρρησίας, από το αγγελικό αξίωμα κάθε άυλης και λογικής υπάρξεως των νοητών και νοερών δυνάμεων.
Αλλά τί επίσημη και λαμπρή — με αγαλλίασι το λέω — η πανήγυρίς σου! Πόσο σημειοφόρος και θαυματουργική η μετάστασίς σου! Πόσο ζωοπάροχος και αφθαρτοδώρητος ο ενταφιασμός σου, μητέρα του φωτός! Τώρα όμως που πέρασες τα σύννεφα και ανέβηκες στον ουρανό και μπήκες στα άγια των αγίων «εν φωνή αγαλλιάσεως και εξομολογήσεως»24, αξίωσε, Θεοτόκε, να ευλογήσης πλούσια τα πέρατα της οικουμένης. Με τις πρεσβείες σου κάνε εύκρατους τους καιρούς. χάριζε την βροχή στην ώρα της. κατεύθυνε σωστά τους ανέμους. κάνε την γη να καρποφορή. δώρισε την ειρήνη στην Εκκλησία. κράτυνε την Ορθοδοξία. φύλαγε την βασιλεία. απόκρουε τις επιθέσεις των βαρβάρων. σκέπαζε ολόκληρο το γένος των Χριστιανών. τέλος δε συγχώρησε και την δική μου τόλμη. Διότι δικός σου είναι αυτός ο λόγος, Μητέρα του Θεού, και συ προφήτευσες μελωδικά εκείνο που θα γινόταν: «Διότι να που από τώρα, είπες, θα με μακαρίζουν όλες οι γενεές»25. Επειδή λοιπόν δεν είναι δυνατόν να αποδειχθή ψευδής ο θείος σου λόγος, δέξου κι από μένα τον ανάξιο δούλο σου, αυτή την κατά δύναμιν προσφώνησι και «δος μου πάλι την αγαλλίασι που μου χαρίζει η σωστική σου βοήθεια»26. Με την δύναμι των πρεσβειών σου στήριξέ με μαζί με τον συγγενή μου και πνευματικό πατέρα μου27 και με το ποίμνιο που μου έχουν εμπιστευθή. εν Χριστώ Ιησού τω Κυρίω ημών, εις τον οποίον ανήκει η δόξα και η τιμή και το κράτος μαζί με τον παντοκράτορα Πατέρα και το ζωοποιό Πνεύμα, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
1. Ψαλμ. μδ’ 14
2. πρβλ. Ψαλμ. μδ’ 15
3.     Σ.Μ. Πώς δεν θα της δινόταν δηλ. από τον Θεό το χάρισμα να προΐδη την μετάστασί της;
4. βλ. Γεν. κη
5. βλ. Έξ. γ’ 2-3
6. βλ. Κριταί ς’ 38
7. βλ. Ψαλμ. μζ’ 3
8. βλ. Ψαλμ. μζ’ 5-6
9. Μιχ. ε’ 1
10. βλ. Αββακ. γ’ 3
11. Ψαλμ. ρς’ 10
12. βλ. Ζαχ. δ’ 2
13. βλ. Μαλαχ. α’ 11
14. βλ. Ησ. ιθ’ 1
15. πρβλ. Ιερ. κε’ 13
16. βλ. Ιεζ. μδ’ 2 κ.εξ.
17. βλ. Δαν. β’ 34, 45
18. Ιερ. κ’ 13
19. ένθ’ ανωτ
20. Ιερ. λη’ 23
21. πρβλ. Ιερ. λη’ 35
22. Ψαλμ. ρε’ 2
23. Ψαλμ. οδ’ 1
24. Ψαλμ. μα’ 5
25. Λουκ. α’ 48
26. Ψαλμ. ν’ 14
27.    Σ.Μ. Εννοεί τον κατά σάρκα θείο του και πνευματικό πατέρα του Πλάτωνα, του οποίου τις ευχές επικαλείται και στο προοίμιο του λόγου.
ΠΗΓΗ:  “ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΗ ΜΑΡΤΥΡΙΑ”

Πρωτοπρ. Ἄγγελος Ἀγγελακόπουλος : Ἀπόκλιση μοναχῶν ἀπό τήν Ὀρθόδοξη πίστη. Τί λέγει ὁ Ὅσιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης


Ἐν Πειραιεῖ 4-10-2017
ΑΠΟΚΛΙΣΗ ΜΟΝΑΧΩΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΠΙΣΤΗ
Τί λέγει ὁ Ὅσιος Θεόδωρος ο Στουδίτης
πρωτοπρεσβ. π. Ἄγγελος Ἀγγελακόπουλος, ἐφημ. Ἱ. Ν. Εἰσοδίων τῆς Θεοτόκου – Παναγίας Ὀδηγητρίας Λόφου Βώκου
Ἡ γενική στάση τῶν ἐν τῷ κόσμῳ καί τῶν Ἁγιορειτῶν μοναχῶν ἔναντι τῶν αἱρέσεων καί δή ἔναντι τῆς παναιρέσεως τοῦ διαχριστιανικοῦ καί διαθρησκειακοῦ συγκρητιστικοῦ Οἰκουμενισμοῦ ἕως τίς προηγούμενες δεκαετίες ὑπῆρξε ὑποδειγματική καί καθοδηγητική. Ἐν τούτοις, συναντᾶται ταυτόχρονα καί ἡ ἀπευκταία, ἀρνητική στάση τῶν μοναχῶν.
Ὑπῆρξαν καί ὑπάρχουν περιπτώσεις μοναχῶν, πού ἀποδείχθηκαν καί ἀποδεικνύονται εἰσηγητές, ἔξαρχοι ἤ ἔνθερμοι ὑποστηρικτές τῶν αἱρέσεων καί τοῦ ἐπαράτου Οἰκουμενισμοῦ. Πολλοί μοναχοί, ἐπίσης, παρασύρθηκαν καί παρασύρονται ἀπό τούς αἱρετικούς καί τούς Οἰκουμενιστές, μέ ἀποτέλεσμα τήν προσωρινή ἤ καί παντοτινή ἀποκοπή τους ἀπό τήν Μία, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική, Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Ἄλλοι, ἄν καί εἶχαν ἤ ἔχουν Ὀρθόδοξο φρόνημα, ἐνέδιδαν ἤ ἐνδίδουν στίς ποικίλες προκλήσεις τῶν αἱρετικῶν καί τῶν Οἰκουμενιστῶν, πρᾶγμα τό ὁποῖο ἔχει ὡς συνέπεια τήν ἐντελῶς ἀντίθετη ἀπ’ὅ,τι προστάζει ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησιολογία συμπεριφορά τους πρός τούς αἱρετικούς καί τούς Οἰκουμενιστές. Ὑπῆρξαν καί ὑπάρχουν, τέλος, περιπτώσεις μοναχῶν, οἱ ὁποίοι νόμιζαν ἤ νομίζουν ὅτι εἶναι προσηλωμένοι στήν ἀκριβῆ τήρηση τῶν Ἱερῶν Κανόνων καί Παραδόσεων, ἀλλά ἀπό ἀδιακρισία, ἐμπάθεια, φιλοδοξία καί ἐγωϊσμό δημιούργησαν ἤ δημιουργοῦν σχίσματα, τά ὁποία φυσικά εἶναι καταδικαστέα ἀπό τήν Ἐκκλησία.
Εἶναι βέβαια ἀπορίας ἄξιον τό ὅτι ἀρκετοί αἱρεσιάρχες προῆλθαν καί ἀπό τούς κόλπους τῶν μοναχῶν καί τῶν αὐστηρῶν ἀσκητῶν. Σύμφωνα μέ τόν Ὅσιο καί Θεοφόρο Πατέρα Βαρσανούφιο, οἱ μοναχοί, πού πίστευαν ἤ δίδασκαν αἱρετικά δόγματα δέν ἔκαναν δέηση καί προσευχή στόν Θεό, γιά νά τούς δείξει, ἄν αὐτά εἶναι ἀληθινά. Γι’αὐτό καί ὁ Θεός τούς ἄφησε στήν δική τους προσωπική γνώση[1]. Ὁ δέ Ὅσιος καί Θεοφόρος Πατήρ ἡμῶν Μᾶρκος ὁ ἀσκητής, ἀπαντώντας στήν ἐρώτηση, γιατί πίπτουν οἱ μοναχοί καί οἱ πνευματικοί ἄνδρες, λέγει : «Δέν πίπτουν αὐτοί, πού κρατᾶνε τόν νόμο, ἀλλά αὐτοί, πού τόν ἐγκαταλείπουν καί ἀμελοῦν τά καίρια σημεῖα του, δηλ. τήν προσευχή καί τήν ταπεινοφροσύνη, ἐπειδή ἔχουν κλαπεῖ ἀπό τήν βιοτική μέριμνα καί τήν κενοδοξία»[2].
Σέ διάφορες περιόδους καί ἰδιαίτερα στήν σημερινή συναντᾶται ἡ ἀδυναμία ἀρκετῶν μοναχῶν στό νά ἀντιμετωπίσουν μέ κατάλληλο τρόπο τούς αἱρετικούς. Κατά τίς περιόδους τῶν διαφόρων αἱρέσεων, ἀλλά καί τήν σημερινή περίοδο τοῦ σιωνιστικοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ὑπῆρξαν καί ὑπάρχουν ἡγούμενοι Μονῶν, ἐντός καί ἐκτός Ἁγίου Ὄρους, οἱ ὁποῖοι, γιά λόγους δῆθεν οἰκονομίας, μᾶλλον δειλίας, ὑποχωροῦσαν ἤ ὑποχωροῦν στίς πιέσεις τῶν αἱρετικῶν καί τῶν Οἰκουμενιστῶν καί ἐπικοινωνοῦσαν ἤ ἐπικοινωνοῦν ἐκκλησιαστικά μαζί τους μέ διαφόρους τρόπους.
Μέ ἄφατη καρδιακή θλίψη καί πόνο διαπιστώνει κανείς ὅτι, ὅσον ἀφορᾶ τό Ἅγιον Ὄρος, ἡ ὀρθόδοξη δογματική καθίζηση καί παράδοση στόν σατανοκίνητο Οἰκουμενισμό φανερώθηκε ἀποροκάλυπτα ἀπό τήν ἐπιεικῶς ἀπαράδεκτη στάση τῆς Ἱερᾶς Κονότητος τοῦ Ἁγίου Ὄρους καί τῶν Πανοσιολογιωτάτων Καθηγουμένων τῶν εἴκοσι Ἱερῶν Ἁγιορειτικῶν Μονῶν ἔναντι τῆς ληστρικῆς, αἱρετικῆς, οὐνιτικῆς καί οἰκουμενιστικῆς ψευδοσυνόδου τῆς Κρήτης (Ἰούνιος 2016). Συμμετεῖχαν στήν ψευδοσύνοδο μέ ἐκπρόσωπό τους τόν Καθηγούμενο τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Σταυρονικητα π. Τύχωνα, ὁ ὁποῖος, ὡς μέλος-σύμβουλος τῆς ἀντιπροσωπείας τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου[3], ὄχι μόνο δέν εἴχε δικαίωμα λόγου καί ψήφου κατά τή διάρκεια τῆς ψευδοσυνόδου, ἀλλά μέ τήν παρουσία του σ’αὐτή καί τό ἐπακολουθῆσαν ἐξυμνητικό τῆς ψευδοσυνόδου κείμενό του[4], ἀποδέχθηκε καί ἐπεκύρωσε τήν ψευδοσύνοδο, μή ἐφαρμόζοντας προηγούμενες ὁδηγίες, πού κινοῦνταν πρός τήν ὀρθόδοξη κατεύθυνση, τῆς Ἱεροκοινοτικῆς Ἐπιτροπῆς ἐπί τῶν δογματικῶν θεμάτων[5]. Τό τραγικώτερο ἦταν ἡ ἔκδοση τοῦ καθησυχαστικοῦ μηνύματος τῆς Ἔκτακτης Διπλῆς Ἱερᾶς Συνάξεως τοῦ Ἁγίου Ὄρους (30-6-2017)[6], στό ὁποῖο ἰσχυρίζονταν ἡγούμενοι καί ἀντιπρόσωποι ὅτι δέν ὑπάρχει λόγος ταραχῆς καί οὐσιαστικά ἀπάλλασσαν καί ἀθώωναν τήν ψευδοσύνοδο ἀπό τά σοβαρά δογματικά ἀτοπήματά της. Εἶναι, βεβαίως, γνωστόν ὅτι τά ἀνωτέρω δέν ἔχουν γίνει ἀποδεκτά ἀπό τό σύνολο σχεδόν τῶν ἁγιορειτῶν μοναχῶν, κελλιωτῶν καί ἀσκητῶν καί ὅτι ὑπάρχουν σοβαρές ἀντιδράσεις καί ὀρθόδοξες φωνές, τίς ὁποῖες οἱ φιλοοικουμενιστές ἡγούμενοι προσπαθοῦν νά καταστείλουν μέ κάθε θεμιτό καί ἀθέμιτο μέσον. Ἡ κύρια καί βασική εὐθύνη, ὅμως, βαραίνει τούς ὤμους καί τίς πλάτες τῶν Πανοσιολογιωτάτων Καθηγουμένων, πού ἐν πολλοῖς συμπορεύονται μέ τήν ὁλέθρια γιά τήν Ἐκκλησία μας γραμμή τοῦ προεστῶτος τῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ στόν Ὀρθόδοξο χῶρο Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου.
Ἄς ἀφήσουμε, ὅμως, τόν μεγάλο Ὁμολογητή καί μοναχό Ὅσιο Θεόδωρο τόν Στουδίτη, νά ἀπαντήσει στούς ἀνωτέρω ἡγουμένους θαυμάσια, ἀποκαλυπτικά, ἐλεγκτικά καί ἰδιαίτερα διδακτικά.
Λέγει ὁ Ὅσιος ὅτι σέ περιόδους αἱρέσεως «χρέος νά ἀγωνίζεται, νά ὁμιλεῖ καί νά διδάσκει τόν λόγο τῆς Ὀρθοδοξίας ἔχει, ὄχι μόνο αὐτός, πού ὑπερέχει σέ βαθμό καί γνώση, ἀλλά ἀντιθέτως, ἀκόμη κι αὐτός, πού κατέχει τήν θέση τοῦ μαθητῆ, ὀφείλει νά διακηρύττει τήν ἀλήθεια καί νά ὁμιλεῖ ἐλεύθερα. Τά λόγια αὐτά δέν εἶναι ἐμοῦ τοῦ ἁμαρτωλοῦ, ἀλλά τοῦ θείου Χρυσοστόμου καί ἄλλων Πατέρων. Οἱ ἡγούμενοι, ὅμως, πού συνελήφθησαν ἀπό τόν βασιλιά, δέν ἔπραξαν ὅσα προανέφερα, ἄν καί ἦταν ἀνώτεροι σέ ἀξίωμα καί γνώση ἀπό ὅλους τούς ἡγουμένους αὐτῆς τῆς χώρας, ἀλλά ἀπεναντίας μᾶλλον σιώπησαν˙ καί δέν ἔπραξαν μόνο αὐτό, τό ὁποῖο ἄλλωστε ἦταν τρομερό, ἀλλά ὑπέγραψαν καί ἔγγραφη βεβαίωση ὅτι δέν θά συνεδριάζουν μεταξύ τους, οὔτε θά διδάσκουν. Ἡ πράξη τους αὐτή εἶναι προδοσία τῆς ἀληθείας, ἄρνηση τοῦ ἀξιώματός τους καί καταστροφή, ὄχι μόνο τῶν ὑποτακτικῶν τους, ἀλλά καί τῶν ἰσοτίμων τους.
Οἱ Ἀπόστολοι, ὅταν ἔλαβαν διαταγή ἀπό τούς Ἰουδαίους νά μήν διδάσκουν στό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, εἶπαν τά ἐξῆς : «Σκεφθεῖτε καί κρίνετε μόνοι σας, ἐάν εἶναι ὀρθό καί δίκαιο ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, νά ὑπακούουμε περισσότερο σ’ἐσᾶς, παρά στόν Θεό»[7]. Καί πάλι : «Πρέπει νά ὑπακούουμε στόν Θεό περισσότερο καί ὄχι στούς ἀνθρώπους»[8].
Τέτοια καί παρόμοια θά ἔπρεπε οἱ ἡγούμενοι νά ποῦν σ’αὐτούς, γιά νά δοξασθεῖ ὁ Θεός δι’αὐτῶν, γιά νά οἰκοδομήσουν τούς Ὀρθοδόξους, γιά νά στηρίξουν τά μοναστήρια, γιά νά ἐνισχύσουν αὐτούς, πού πάσχουν στίς ἐξορίες. Ἀλλά, γιατί προτιμᾶμε τά μοναστήρια περισσότερο ἀπό τόν Θεό, καθώς καί τήν ἀνάπαυση, πού αὐτά μᾶς παρέχουν ἀπό τήν κακοπάθεια τῆς ὁμολογίας; Ποῦ εἶναι τό «Μιλοῦσα  μπροστά στούς βασιλεῖς καί δέν ντρεπόμουν»[9]; Ποῦ εἶναι τό «Νά, δέν θά ἐμποδίσω τά χείλη μου, ὥστε νά διακηρύξουν τίς χάριτές Σου˙ Κύριε, Ἐσύ τό γνωρίζεις αὐτό»[10]; Ποῦ εἶναι ἡ δόξα καί ἡ ἰσχύς τοῦ μοναχικοῦ μας τάγματος; Πῶς οἱ μακάριοι Σάββας καί Θεοδόσιος, ὅταν ὁ τότε βασιλεύς Ἀναστάσιος θέλησε νά ἀσεβήσει, ἀντέδρασαν μέ σθένος καί ὑπερασπίσθηκαν τήν πίστη, ἀναθεματίζοντας ἀφ’ἑνός μαζί μέ τούς μοναχούς τους μέσα στήν Ἐκκλησία τούς κακοδόξους, ἀφ’ἑτέρου δέ στέλνοντας τήν ἐπιστολή τους στόν βασιλέα, διά τῆς ὁποίας διεκήρυξαν ὅτι θά προτιμήσουν τόν θάνατο ἀπό τό νά ἀνεχθοῦν ὁποιαδήποτε ἀλλοίωση τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως;
Ἀλλά, ἀποκρίνονται, καθώς λέγουν, οἱ κύριοι ἡγούμενοι : «Καί ποιοί εἴμαστε ἐμεῖς, γιά νά διαμαρτυρηθοῦμε»; Πρῶτον, εἶναι Χριστιανοί οἱ ὁποῖοι ὀφείλουν αὐτή τήν στιγμή ὁπωσδήποτε νά μιλήσουν˙ ἔπειτα εἶναι μοναχοί, οἱ ὁποῖοι δέν παρασύρονται τόσο εὔκολα, ἐπειδή εἶναι ἐλεύθεροι καί ἀδέσμευτοι ἀπό τά πράγματα τοῦ κόσμου˙ κατόπιν ἡγούμενοι, οἱ ὁποῖοι διορθώνουν καί τίς ἀτέλειες τῶν ἄλλων καί ἔχουν χρέος νά μή δίνουν σέ κανένα αἰτία σκανδάλου, «γιά νά μή γίνει κατά κανένα τρόπο θέμα μομφῆς καί ἐμπαιγμοῦ ἡ διακονία, πού τούς ἀνέθεσε ὁ Κύριος»[11], καθώς λέγει ὁ θεῖος Παῦλος.
Εἶναι δέ ἀναγκαῖο νά χαρακτηρίσω τό μέγεθος τοῦ σκανδάλου καί τῆς μομφῆς ἤ μᾶλλον τῆς συγκαταθέσεως, πού προκάλεσαν διά τοῦ γράμματος, πού ὑπέγραψαν ἰδιοχείρως; Διότι, ἐάν ἡ σιωπή εἶναι μέρος τῆς συγκαταθέσεως, πόσο ἀκόμη πιό φοβερό εἶναι ἡ ἔγγραφη ἐπικύρωση ἐνώπιον ὅλης τῆς Ἐκκλησίας τῆς συγκαταθέσεως καί τῆς συμφωνίας τους αὐτῆς»[12];
Σέ ἄλλη του ἐπιστολή ὁ μέγας Θεόδωρος κατακρίνει τόν ἡγούμενο Θεόφιλο, πού εἶχε καταδεχθεῖ νά κοινωνήσει μέ τούς εἰκονομάχους : «Ὤ τῆς πωρώσεως! Ὤ τῆς θεομαχίας! Μέ τήν περιφρόνηση τῆς εἰκόνος Του, ἔχει γίνει ἄρνηση τοῦ ἰδίου τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά καί τῆς Θεοτόκου καί ὁποιουδήποτε Ἁγίου. Ἐξ αἰτίας τῶν ἁγίων εἰκόνων ὁ ἀρχιεπίσκοπος (ἅγιος Νικηφόρος) ἐκδιώχθηκε, ἐπίσκοποι ἐξωρίσθηκαν, ἐνῶ ἡγούμενοι ὑπέστησαν τά ἴδια δεινά μαζί μέ μοναχούς, μοναχές, λαϊκούς καί λαϊκές. Ἄλλοι δέρνονται, ἄλλοι φυλακίζονται, μερικοί πεθαίνουν ἀπό τήν πεῖνα, ἄλλοι βασανίζονται, μερικοί φεύγουν διά θαλάσσης καί ἄλλοι στίς ἐρήμους. Οἱ ἐρημιές καί τά σπήλαια ἔχουν γεμίσει˙ γεμάτα εἶναι τά ὄρη καί οἱ λαγκαδιές. Σάρκες κατακόβονται, αἵματα τρέχουν, ὅλη ἡ χώρα μας συνταράσσεται ἀπό τόν διωγμό. Ὅλη ἡ ὑφήλιος, θά ἔλεγα, θρηνεῖ καί ὀδύρεται.
Καί σύ, ὤ τρισάθλιε, ἐνῶ ἐνέδωσες στήν θανάσιμη κοινωνία μέ τούς αἱρετικούς καί διαμένεις στό «ὀλετήρι», γιά νά τό πῶ ἔτσι, καί ὄχι στό μοναστήρι, λέγεις ὅτι ὅλα πᾶνε καλά, κοροϊδεύοντας μέ ἰουδαϊκό τρόπο τούς χριστοφόρους – ἤ μᾶλλον τόν ἴδιο τόν Χριστό – γιά τόν Ὁποῖο καί πάσχουν; Καί ποιό ναό διέσωσες, ἐσύ πού μόλυνες τόν ναό τοῦ Θεοῦ, δηλαδή τόν ἑαυτό σου; Ποιούς ἀδελφούς προφύλαξες; Ἐκείνους, πού καταστράφηκαν ἀπό τήν συγκοινωνία σου μέ τούς αἰρετικούς, ἔστω καί μέ ἁπλή συνεστίαση; Ἔγινες σκάνδαλο τοῦ κόσμου, παράδειγμα ἀρνήσεως, προτροπή ἀπωλείας, σάρκα καί ὄχι πνεῦμα, «σκοτήρ» καί ὄχι φωστήρ. Αὐτά φωνάζει ἡ ἴδια ἡ ἀλήθεια πρός ἐκείνους, πού ἀσεβοῦν μέ αὐτό τόν τρόπο, τούς ὁποίους, ἐάν δέν μετανοήσουν γιά τίς ἄθεες ἐπιλογές τους, δέν πρέπει νά τούς θεωροῦμε Χριστιανούς»[13].
Σέ ἄλλη του δέ ἐπιστολή πρός τόν ἡγούμενο Εὐστράτιο, ὁ σοφός Πατήρ λέγει τά ἑξῆς χαρακτηριστικά : «Δέν φαίνεται ἀνεύθυνο τό ὅτι, ἐνῶ συνελήφθηκες ἀπό ἄνθρωπο τοῦ βασιλέως, ἐν τούτοις ἔμεινες ἀβλαβής, δηλαδή σέ ἄφησαν ἐλεύθερο. Διότι, αὐτό συνοδεύει τά ὅσα διαδίδονται γιά τό πρόσωπό σου. Ἄλλωστε, εἶναι πανθομολογούμενο ὅτι κανείς ἀπό ὅσους ἔχουν ὁμολογήσει μέ θάρρος τήν Ὀρθόδοξη πίστη δέν μένει χωρίς φυλάκιση ἤ τουλάχιστον ἐξορία, δηλαδή φυγάδευση. Ἀντιθέτως δέ, ὅσοι διαφεύγουν αὐτές τίς τιμωρίες, σημαίνει ὅτι ἐξαπατήθηκαν ἀπό τούς αἱρετικούς, γιά νά μή μιλήσω σκληρότερα καί σέ λυπήσω.
Ἤ μήπως δέν διέκρινες, ἐσύ ὁ τόσο διορατικός, τόν φοβερό διωγμό τοῦ θηριωνύμου Λέοντος, τοῦ ὁποίου τό ἐγκληματικό χέρι συνέλαβε ἀκόμη καί τούς ἀλλοεθνεῖς Εἰκονοφίλους καί τούς σκότωσε καί τούς ἀφάνισε, ἤ – στήν πιό φιλάνθρωπη περίπτωση – τούς ἔθεσε ὑπό φρούρηση, ἔπειτα ἀπό σκληρή μαστίγωση, ἐκτός φυσικά ἀπό ὅσους ἔδειξαν ὑποταγή. Ἐφόσον, λοιπόν, ἐσύ δέν ὑπέστης, μετά τήν σύλληψή σου, τίποτε ἀπό αὐτά, συγχώρησέ με, ἀλλά ὑποχώρησες ὁσιώτατε. Καί μή ἰσχυρίζεσαι ὅτι διατηρεῖς ἀσφαλεῖς τίς Ἐκκλησίες σου καί ἀπείραχτες τίς ἁγιογραφίες τους, καθώς καί τό μνημόσυνο τοῦ ἁγιωτάτου πατριάρχου μας (Νικηφόρου)˙ διότι, τέτοιου εἴδους φλυαρίες λέγουν καί ἄλλοι, πού παρασύρθηκαν καί ὑπέκυψαν στούς εἰκονομάχους. Δέν θά ἦταν δυνατόν νά διατηρηθοῦν αὐτά, παρά μόνο ἐάν πραγματοποιήθηκε προδοσία τῆς Ὀρθοδόξου ὁμολογίας.
Διότι, ποιό εἶναι τό ὄφελος ἀπό τό νά περιποιούμαστε ἀψύχους ναούς, τήν στιγμή κατά τήν ὁποία ἐμεῖς καταστραφήκαμε, πού εἴμαστε καί ὀνομαζόμαστε ναός τοῦ Θεοῦ; Οὔτε ἡ εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ, οὔτε τῆς Θεοτόκου, οὔτε κανενός Ἁγίου κινδυνεύουν νά πάθουν τίποτε, διότι διαμένουν μέσα σ’αὐτές ὡς πρωτότυπα. Ἀντιθέτως, καταστρέφονται ψυχικά ὅσοι νομίζουν ὅτι τίς ἀφανίζουν, ἀλλά καί ὅσοι – γιά νά φυλάξουν δῆθεν τίς εἰκόνες – ἀποφεύγουν τήν ὁμολογία καί τήν ἐπακόλουθη κακοπάθεια. Ἀλοίμονο! Ἄλλοι πεθαίνουν, ἄλλοι ἐξορίζονται, ἄλλοι μαστιγώνονται, ἄλλοι φυλακίζονται, τά ὄρη, οἱ ἔρημοι, τά βράχια καί τά σπήλαια φιλοξενοῦν τούς μακαρίους διωγμένους, καί ἐμεῖς, μένοντας στά μοναστήρια μας, νά νομίζουμε ὅτι δέν θά πάθουμε κανένα κακό; Καθόλου»[14]!
Τέλος, σέ ἐπιστολή του πρός πρεσβύτερο, πού ὑπέγραψε, ὁ ἱερός Πατήρ λέγει : «Ἄν ἰσχυρίζεσαι ὅτι, ὑπογράφοντας, ἔκραζες ὅτι προσκυνᾶς τίς ἅγιες εἰκόνες, συγχώρησέ με, ἀδελφέ, ἀλλά καί ὁ Πιλάτος, ἀθωώνοντας μέ τό στόμα τόν ἑαυτό του ἀπό τήν σφαγή τοῦ Χριστοῦ, μέ τόν κάλαμο κύρωσε τόν θάνατο»[15].
Εὐχή καί προσευχή μας εἶναι οἱ Πανοσιολογιώτατοι Καθηγούμενοι νά ἀκούσουν, ὄχι τά δικά μας λόγια, ἀλλά τά λόγια τοῦ Ὁσίου Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου˙ νά συνειδητοποιήσουν τό μέγα πλῆγμα, πού ἀτυχῶς ἐπέφεραν στό Σῶμα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας καί δή στό Περιβόλι τῆς Παναγίας, τό Ἁγιώνυμο Ὄρος˙ νά μετανοήσουν ἐμπράκτως˙ νά ἀνακαλέσουν τήν συγκατάθεσή  τους˙ νά ἀποσύρουν τό ἁγιορείτικο μήνυμα τῆς 30ης Ἰουνίου 2017˙ νά προβοῦν στήν σύνταξη καί κυκλοφόρηση ἑνός ὄντως ὀρθοδόξου καί ὁμολογιακοῦ κειμένου, ὅπου θά δηλώνεται ἡ πλήρης ἀντίθεσή τους στόν Οἰκουμενισμό καί τήν ψευδοσύνοδο τῆς Κρήτης˙ καί τέλος, νά ἐφαρμόσουν τό ἱεροκανονικό δικαίωμα, πού παρέχεται ἀπό τόν 15οἹερό Κανόνα τῆς ΑΒ΄ Συνόδου[16], τῆς παύσεως τῆς μνημονεύσεως τοῦ ὀνόματος τοῦ οἰκείου Ἐπισκόπου τους, τοῦ αἱρετίζοντος Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου, μιμούμενοι τούς παλαιοῦς Ἁγιορεῖτες Πατέρες, πού διέκοψαν τήν μνημόνευση τοῦ μεγάλου οἰκουμενιστοῦ καί μασόνου Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κυροῦ Ἀθηναγόρα. Μόνο μέ τίς ἀνωτέρω τολμηρές καί θεάρεστες ἀποφάσεις θά κατορθώσουν, μέ τήν χάρη τῆς Κυρίας Θεοτόκου, νά ἐπαναφέρουν καί νά ἐξυψώσουν καί πάλι τό κῦρος καί τήν αἴγλη τοῦ Ἁγιωνύμου Ἄθω.
[1] ΟΣΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Βίβλος Βαρσανουφίου καί Ἰωάννου, ἀπόκρισις χδ΄, ἐκδ. Β. Ρηγόπουλος, Θεσ/κη 1997, σ. 287.
[2] ΟΣΙΟΣ ΜΑΡΚΟΣ ΑΣΚΗΤΗΣ, Ἀντιβολή πρός σχολαστικόν, P.G. 65, 1076B.
[3] Ὁ Ἠγούμενος τῆς Μονῆς Σταυρονικήτα Τύχων στήν ἀντιπροσωπεία τοῦ Οἰκ. Πατριαρχείου στήν Πανορθόδοξη Σύνοδο, http://www.amen.gr/article/o-igoumenos-tis-monis-stavronikita-tyxon-stin-adiprosopeia-tou-oikpatriarxeiou-stin-panorthodoksi-synodo
[4] Ἠγούμενος Ἱ. Μ. Σταυρονικήτα : Ναί στούς θεολογικούς διαλόγους, ἀλλά…., 3-8-2017,http://www.katanixis.gr/2017/08/blog-post_73.html
[5] Ἡ εἰσήγηση τῆς Ἱεροκοινοτικῆς Ἐπιτροπῆς τοῦ Ἁγίου Ὄρους ἐπί τῶν τελικῶν κειμένων τῆς Μεγάλης Συνόδου, 26-11-2016, http://thriskeftika.blogspot.gr/2017/01/blog-post_23.html
[6] Ἅγιον Ὄρος γιά Μεγάλη Σύνοδο : »Δέν ὑπάρχει λόγος ταραχῆς», 30-6-2017,http://www.romfea.gr/agioritika-nea/15666-agion-oros-gia-megali-sunodo-den-uparxei-logos-taraxis
[7] Πράξ. 4, 19.
[8] Πράξ. 5, 29.
[9] Ψαλμ. 118, 46.
[10] Ψαλμ. 39, 10.
[11] Β΄ Κορ. 6, 3.
[12] ΟΣΙΟΣ ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΣΤΟΥΔΙΤΗΣ, Ἐπιστολή β΄, βιβλίο β΄, PG 99, 1120B-1121A.
[13] Τοῦ ἰδίου, Ἐπιστολή πθ΄, βιβλίο β΄, PG 99, 1337A-C.
[14] Τοῦ ἰδίου, Ἐπιστολή ρστ΄, βιβλίο β΄, PG 99, 1364D-1364B.
[15] Τοῦ ἰδίου, Ἐπιστολή στ΄, βιβλίο β΄, PG 99, 1128D. Σχ. βλ. Οἱ ἀγῶνες τῶν μοναχῶν ὑπέρ τῆς Ὀρθοδοξίας, ἔκδ. Ἱ. Μ. Ὁσίου Γρηγορίου, Ἅγιον Ὄρος 2003, σσ. 343, 345, 347-350.
[16] ΟΣΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Πηδάλιον, ἐκδ. Β. Ρηγόπουλος, Θεσ/κη 2003, σσ. 358.
http://aktines.blogspot.gr/2017/10/blog-post_13.html

Ἅγιος Θεόδωρος: δὲν μπορεί νὰ γαληνέψει ἡ Ἐκκλησία, ἐὰν δὲν «μαθητεύσουν» ὁρισμένοι προηγουμένως στὴν ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ


Ἀπὸ τὸ βιβλίο «Ἐκκλησιολογικὲς θέσεις τοῦ Ἁγίου Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου,
αὐθεντία καὶ πρωτεῖο» τοῦ Βασιλείου Τσίγκου, καθηγητή τῆς Θεολογικῆς ΑΠΘ

Ἡ Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ, ὡς σῶμα Χριστοῦ καὶ ὡς χῶρος φανερώσεως τῆς ἐν Ἁγίω Πνεύματι κοινωνίας τῶν μελῶν της, εἶναι ἀκατάλυτη καὶ ἀσάλευτη, ἀδιαίρετη καὶ ἀναλλοίωτη καὶ ἑπομένως καὶ αἰώνια. Πραγματικά, ἐφόσον ἡ προέλευσή της εἶναι θεία καὶ ἀποτελεῖ τὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ ἀχώριστα ἑνωμένη μὲ τὴν Κεφαλή της, δὲ θὰ ἦταν δυνατὸν παρὰ νὰ εἶναι ἀκατάλυτη καὶ αἰώνια.
…Ὅπως ἐμφανίζεται μέσα ἀπὸ τὰ ἀρκετὰ κείμενά του, ὁ ἱερὸς πατὴρ ἀπὸ πολὺ νωρὶς εἶχε συνειδητοποιήσει πλήρως τὴ θεμελιώδη αὐτὴ ἐκκλησιαστικὴ ἀλήθεια. Ἄλλωστε ὁ ἴδιος βίωνε ἰδιαιτέρως ἔντονα καὶ τὴν καθημερινὴ πραγματικότητα, ἔχοντας ἄμεση ἐμπειρία τῶν διαφόρων προβλημάτων καὶ τῶν αἱρέσεων, ποὺ συχνὰ καταλαιπωροῦσαν τὸν ἐκκλησιαστικὸ…
ὀργνανισμό. Ἐξίσου καλὰ γνώριζε πὼς ἡ ἐπὶ γῆς Ἐκκλησία ἔζησε καὶ θὰ ἐξακολουθεῖ νὰ ζεῖ μ΄ αὐτὲς τὶς καταστάσεις, καὶ συνεπῶς ὅ,τι συνέβαινε στὶς μέρες του δὲν ἦταν κάτι πρωτόγνωρο γι΄ αὐτήν. Ἀντίθετα, μέχρι τὴν ἡμέρα τῆς Δευτέρας Παρουσίας θὰ συνυπάρχουν στοὺς κόλπους της κλητοὶ καὶ ἐκλεκτοί, ἅγια καὶ ἁμαρτωλὰ μέλη, καὶ θὰ συναυξάνουν σιτάρι καὶ ζιζάνια.
Ἡ Ἐκκλησία ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τῆς ἐπὶ γῆς ἐμφανίσεώς της ἔχει δεχθεῖ ἐπιθέσεις μὲ πολλὰ βέλη, μὲ «τοξεύματα», ἀλλὰ ἔχει παραμείνει ἄθικτη καὶ ἀβλαβὴς «καὶ πύλαι ἅδου κατισχύσαι αὐτῆς οὐ δεδύνηνται». Στὰ στουδιτικὰ συγγράμματα πολὺ συχνὰ γίνεται ἀναφορὰ στὸ εὐαγγελικὸ χωρίο «σὺ εἶ ὁ Πέτρος, καὶ ἐπὶ ταύτῃ τῇ πέτρα οἰκοδομήσω μου τὴν ἐκκλησίαν καὶ πύλαι ἅδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς», τονίζοντας κάθε φορᾶ ἕνα τμῆμα ἀπὸ τὴ διαβεβαίωση τοῦ Χριστοῦ πρὸς τὸν Ἀπόστολό Του καὶ δι΄ αὐτοῦ πρὸς ὁλόκληρη τὴν Ἐκκλησία. Σύμφωνα μὲ τὴν ἀδιάψευστη ὑπόσχεσή Του, τὰ «στόματα τῶν αἱρετικῶν» δὲν «κατίσχυσαν ἀπ΄ αἰῶνος οὐδ΄ ἂν κατισχύσωσι μέχρι συντελείας πύλαι ἅδου».
…Ὁ ἅγιος Θεόδωρος ἀρνεῖται σιωπηρὰ τὴν ἄποψη ὅτι θὰ μποροῦσε κανεὶς στὴ μακραίωνη ἐκκλησιαστικὴ ἱστορία νὰ ἐντοπίσει κάποιον «χρυσοῦν αἰώνα» γαλήνης καὶ ἠρεμίας χωρὶς σοβαρὰ προβλήματα. Ὅ,τι καὶ νὰ συμβεῖ, ἡ Ἐκκλησία δὲν ἔχει τίποτα νὰ φοβηθεῖ, ἀλλὰ παραμένει «ἄσχιστος καὶ ἀμώμητος… ἕως τοῦ αἰῶνος». Τὰ «ρυπάσματα» δὲν τὴν ἀγγίζουν στὸ ἐλάχιστο, ἀφοῦ βρίσκονται ἔξω ἀπὸ τοὺς θεσμοὺς καὶ τοὺς κανόνες ποὺ διέπουν τὴ ζωή της. Ὅσα ἀπὸ τὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας πλησιάζουν στὰ «ἀσεβῆ δόγματα καὶ ἀκανόνιστα ἐγχειρήματα» τῶν αἱρετικῶν, οἱ ἴδιοι θὰ κινδυνέψουν σὲ σημεῖο νὰ βρεθοῦν ἀκόμη καὶ ἔξω ἀπὸ τὸν ἐκκλησιαστικὸ χῶρο. Ἀλλὰ καὶ στὴν περίπτωση κατὰ τὴν ὁποία ὁρισμένα μέλη της μὲ τὶς ἐπιλογὲς τους ἐγκαταλείψουν τὸ ἐκκλησιαστικὸ σκάφος, ἡ Ἐκκλησία θὰ συνεχίσει κανονικὰ τὴν ἐπίγεια πορεία της. Θὰ παραμείνει ἀκατάλυτη καὶ αἰώνια, γιατί δὲ θὰ ἔχουν ἐπηρεασθεῖ στὸ ἐλάχιστο τὰ οὐσιώδη «συστατικά» της, ὅπως εἶναι ἡ πίστη, ἡ διδασκαλία, ἡ παράδοση, ἡ θεία Εὐχαριστία, καὶ ὅ,τι ἄλλο καθορίζει τὴν ὕπαρξή της.
…στὰ κείμενα τῆς τρίτης ἐξορίας ἐκφράζεται ἡ σταθερὴ πεποίθηση τοῦ συντάκτη τους ὅτι τελικὰ ὁ Θεὸς ἔχει τὴν πλήρη εὐθύνη ὅλων τῶν πραγμάτων. Εἶναι Αὐτὸς ὁ ὁποῖος μὲ τὴν Πρόνοιά Του ρυθμίζει τὰ πάντα, κατευθύνοντάς τα πρὸς τὸν τελικὸ σκοπό τους, τὴν ἔσχατη ἡμέρα. Ἀνάμεσα στὰ μέσα ποὺ χρησιμοποιεῖ ὁ Θεὸς ὁρισμένες φορές, προκειμένου νὰ δοκιμάσει τοὺς πιστούς Του, χρειάζεται νὰ «ἐκφράσει» καὶ τὴν ὀργή Του.

Λόγος στήν Παραμονή τῶν Φώτων(Ἁγ.Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου)


 

  […] Αλλά τί να πούμε και για τον προερχόμενον από την έρημον Ιωάννη, το παράδοξο αυτό και πολυπόθητο για τους Ισραηλίτες θέαμα, τον άγγελο του Θεού, ο οποίος χειροτονήθηκε απόστολος πριν τους Αποστόλους; Όμως ένας τόσο μεγάλος Βασιλιάς τέτοιο στρατιώτη έπρεπε να έχει, αυτόν τον τόσο μεγάλο Προφήτη, ο μέγιστος Αρχιερεύς. Και ας κατανοήσουμε ποιό και πόσο μεγάλο μυστήριο έχουμε ενώπιον μας: επειδή ήταν ανάρμοστο, ενώ παρευρίσκεται ο νυμφαγωγός, να απουσιάζει ο νυμφίος, και ενώ η φωνή αναβοά, να μην ακούεται ο Λόγος, τί γίνεται, πώς τα οικονόμησε ο Θεός; 
Συστέλλεται κάπως στην αφάνεια ο Ιωάννης από τη βρεφική ακόμη ηλικία, ζώντας υπερφυσικά σαν κάποιος «λύχνος υπό μόδιον (κάδο)» μέσα στην έρημο· και εκεί ακούει θείες φωνές και αξιώνεται να δει θείες οπτασίες· μυσταγωγείται στα απόρρητα και διδάσκεται, όπως τότε που ήταν ακόμη έμβρυο, ποιός είναι ο Ιησούς, ότι δηλαδή είναι Υιός Θεού, και ότι εκείνος στον οποίο θα δει την πνευματοειδή περιστερά να «καταβή και να μείνη επ’ αυτόν, ούτος είναι ο βαπτίσων (που θα βαπτίσει) εν Πνεύματι Αγίω».
Και όταν συμπληρώθηκε «το μέτρον της ηλικίας του πληρώματος του Χριστού» και η περίοδος της τριακονταετούς παρατάσεως έλαβε τέλος, τότε «και ο λύχνος επί την λυχνίαν καιόμενος, και φαίνων πάσι τοις εν τη οικία αγαλλιάσιμα» – εάν εννοήσουμε ως οικία την Ισραηλιτική Συναγωγή. Επεφάνη δε τότε και το αληθινό φως που φωτίζει τον κόσμο. Ω του θαύματος!

«Ὁ Πένταθλος Μοναχός»Ἅγιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης,

Κάντε κλικ για να δείτε την εικόνα σε πλήρες μέγεθος

  …»-Αντιγράφουμε κώδικες. Είπε χαμηλόφωνα στον Ανδρέα.

-Μα οι ‘Αγιες Γραφές έχουν παραδοθεί χωρίς προβλήματα και σε πολλά αντίγραφα. Απόρησε ο Ανδρέας.
-Δεν αντιγράφομε τα ιερά κείμενα, αδελφέ. Είπε ο μοναχός. Αντιγράφομε τα κλασσικά ελληνικά έργα που τείνουν να χαθούν στα κακοσυντηρημένα χειρόγραφα και στους φθαρμένους κώδικες. Κάνομε πολλά αντίγραφα κειμένων, μετατρέποντας σε μικρογράμματη γραφή τη μεγαλογράμματη.
‘Ωστε μέσα σ’ενα μοναστήρι κοπιάζουν τόσοι μοναχοί, για να διαφυλλάξουν την αρχαία πολιτιστική κληρονομιά μας;
Απίστευτο!
-Και οι μοναχοί αυτοί, οι αντιγραφείς, είναι μορφωμένοι; ‘Εχουν εμπειρία της ελληνικής παιδείας, που προσπαθούν να διασώσουν; ρώτησε ο Ανδρέας.
-Αρκετοί ναι, είναι πεπαιδευμένοι. ‘Αλλοι είναι άπειροι. ‘Εχομε όμως το γέροντα Θεόδωρο, βαθύ γνώστη των Θείων Γραφών, αλλά και ακριβή κάτοχο της θύραθεν σοφίας, που διευθύνει την εργασία. Είπε ο μοναχός.
-Εργάζεται, λοιπόν και ο ηγούμενος εδώ;
-Αυτος είναι ο εμπνευστής, ο εργάτης και η καρδιά του έργου της αντιγραφής. Είπε ο μοναχός.
– Και πως αντιγράφουν, χωρίς να γνωρίζουν τις αρχαίες διαλέκτους; Ξαναρώτησε ο Ανδρέας.
-Ο,τι ακούνε και βλέπουν, γράφουν, αδελφέ. Τα ελληνικά γράμματα τα γνωρίζουν όλοι. Κάνουν και λάθη. Επεμβαίνει ο ηγούμενος στα αδιέξοδα.
-Μπορώ να ρίξω μια ματιά στους αντιγραφείς; Ρώτησε ο Ανδρέας.
Σαν να μην πείστηκε ο Κύπριος ότι τα έργα που αντέγραφαν, ήταν των αρχαίων Ελλήνων. Μπορεί να επιθυμούσε, να βρεθεί πάλι κοντά στον άγιο Θεόδωρο.
Οι μοναχοί συνέχιζαν την επίπονη εργασία τους απερίεργοι, προσηλωμένοι, σαν να μήν έβλεπαν από πάνω τους τον παράξενο επισκέπτη.
Ο Ανδέας έβλεπε, άκουγε και δεν το πίστευε.
‘Ενας μοναχός υπαγόρευε και οι άλλοι έγραφαν. Στις δύσκολες λέξεις έλεγε και την ορθογραφία ο μοναχός που γνώριζε σίγουρα καλά Ελληνικά. Μία ομάδα αντέγραφε ‘Ομηρο. ‘Αλλη ομάδα αντέγραφε Ηρόδοτο, άλλη Ξενοφώντα, άλλη Πλούταρχο, άλλη Θουκυδίδη, άλλη Πλάτωνα, άλλη Σοφοκλή, Ευριππίδη Αισχύλο, Αριστοφάνη…
«Ακόμα και Αριστοφάνη», σκέφθηκε,» αντιγράφουν οι μοναχοί».
‘Οταν έφτασε στον ηγούμενο, δίσταζε, να δει, τί κάνει.
Ο άγιος Θεόδωρος ήταν ο μόνος, που του μίλησε.
-‘Ελα, Αντρέα, σκύψε. Του είπε. Ζωγραφίζω μικρογραφίες στο περιθώριο των χειρογράφων. Τα στολίζω με πουλιά, με λουλούδια και καλλιγραφικά γράμματα.
-Είναι θαυμάσιες οι ζωγραφιές σας. Ειπε και κοκκίνισε απο ντροπή ο Αντρέας.
-Αλλά, γιατί απορείς, αδελφέ, με το έργο της αντιγραφής των αρχαίων ελληνικών κειμένων από τους μοναχούς;
Ο Αντρέας τα έχασε με τη διορατικότητά του αγίου Θεοδώρου. Πράγματι απορούσε μέσα του.
-Εγώ; Τραύλισε..δεν απορώ.
-Οι μοναχοί, αγαπητέ Αντρέα, επιτρέπεται στη ζωή τους, να αγαπούν χωρίς τύψεις μόνο το Θεό και την πατρίδα. Αν μέσα σε αυτά τα αθάνατα έργα των προγόνων μας περικλείεται όλο το μεγαλείο της πατρίδος μας, η υψηλή σκέψη, ο βηματισμός της ανθρωπότητος, το θεμέλιο του πολιτισμού, το κατώφλι του Χριστιανισμού, ποιοί άλλοι περισσότερο από τους πατριώτες μοναχούς θα κοπιάσουν, να τα περισώσουν;
Γιατί ο πατριωτισμός δεν εκδηλώνεται μόνο στα πεδία των μαχών για την ακεραιότητα των εδαφών, όπως υποστήριζε ο Κοπρώνυμος. Και αυτό είναι αναγκαίο και σπουδαίο αναμφίβολα.
Η αγάπη όμως για την πατρίδα εκφράζεται και στον κόπο και στον ιδρώτα αυτών των μοναχών, για να διαφυλλάξουν ακέραιη την πνευματική κληρονομιά.
Ο Αντρέας είχε μείνει με το στόμα ανοικτό, ακούγοντας το χειμαρρώδη λόγο του αγίου Θεοδώρου.
Εντυπωσιάστηκε από το διορατικό και ευρύ πνεύμα του πεπαιδευμένου Θεοδώρου, που τον ώθησε στην επίμονη προσπάθεια, να διαφυλάξει τα αθάνατα ελληνικά έργα.Συγκινήθηκε και απο τον πατριωτισμό του μοναχού, που βρήκε αυτόν τον πρωτότυπο τρόπο, να εκφρασει την αγάπη του για την πατρίδα.
Αγαπούν οι μοναχοί εκτός από τον Θεό και την πατρίδα;
Ο Θεόδωρος γράφει ο βιογράφος του, ήταν δώρο του Θεού, που προσφέρθηκε από κοινού στην Εκκλησία και την πατρίδα.»Κοινόν δώρον τη πατρίδι και τη Εκκλησία»……..
«Ο Πένταθλος Μοναχός»‘Αγιος Θεόδωρος ο Στουδίτης, Μοναχής Ολυμπιάδος Ντίτορα
Η ζωή του Αγίου Θεοδώρου του Στουδίτου, μέσα από την γλαφυρή αφηγηματική βιογραφία που έγραψε η γερόντισσα Ολυμπιάδα. Οι αγώνες του για την Ορθοδοξία στον καιρό της Εικονομαχίας. 
 
https://proskynitis.blogspot.com/2018/07/blog-post_13.html?m=1