Τρίτη 31 Δεκεμβρίου 2013

Περιτομή του Χριστού και Μεγάλου Βασιλείου

Περιτομή του Χριστού και Μεγάλου Βασιλείου


Περιτομή του Χριστού και Μεγάλου Βασιλείου
Πρωτοπρεσβύτερος Θεόδωρος Ζήσης
Απομαγνητοφωνημένο Κήρυγμα του π. Θεοδώρου Ζήση
ΠΕΡΙΤΟΜΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ - ΕΟΡΤΗ ΜΕΓΑΛΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ

Τριπλή εορτή σήμερα!  Οι δύο από τις εορτές έχουν εκκλησιαστικό χαρακτήρα: η εορτή της περιτομής του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, όπως και η εορτή και η μνήμη του Μεγάλου Βασιλείου Αρχιεπισκόπου Καισαρείας, Ουρανοφάντορος.  Και κοντά σ’ αυτές τις δύο γιορτές υπάρχει θα λέγαμε και η πολιτική εορτή της ενάρξεως του νέου πολιτικού έτους, η πρωτοχρονιά και η πρωτομηνιά, η οποία όμως κι αυτή προσλαμβάνει, μέσα στην Εκκλησία για όλους μας, πνευματικό χαρακτήρα και δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται απλώς ως μία κοσμική εορτή και να κάνουμε κι εμείς τα του κόσμου.  Τα αγιογραφικά αναγνώσματα της σημερινής ημέρας, το μεν Ευαγγέλιο του Όρθρου, από το κατά Ιωάννην Άγιο Ευαγγέλιο, ορίστηκε εξ αιτίας της εορτής του Μεγάλου Βασιλείου·  και εκεί, όσοι ήσαν το πρωί στον Όρθρο, άκουσαν ότι ο Χριστός μάς ομίλησε για τον καλό ποιμένα, ποιος είναι ο καλός ποιμήν· κι ότι τα πρόβατα ακούν τη φωνή του καλού ποιμένος, ενώ του κακού ποιμένος την φωνήν ως ξένου, ως αλλοτρίου, δεν την ακούν.  Αλλοτρίω δε, ου μη ακολουθήσωσιν, αλλά φεύξονται απ’ αυτού, ότι ουκ οίδασι των αλλοτρίων την φωνήν . (Ιωάν., 10, 5).  Και ορίστηκε αυτή η περικοπή, διότι καλός ποιμήν, κατ’ εξοχήν, καθ’ υπερβολήν μέγας ποιμήν της Εκκλησίας είναι ο εορταζόμενος σήμερα άγιος, ο Μέγας Βασίλειος.
Τα αγιογραφικά αναγνώσματα της Κυριακής έχουν σχέση με την εορτή της Περιτομής του Κυρίου μας, η οποία βέβαια δεν αναπτύσσεται εκτενώς μέσα στο Ευαγγέλιο·  όπως ακούσαμε ο Ευαγγελιστής Λουκάς μας είπε ότι συμπληρώθηκαν οι οχτώ ημέρες του περιτεμείν το παιδίον (Λουκ., 2, 21) και ότι οδήγησαν στο ναό τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό μετά από οκτώ ημέρες και εκεί έγινε η περιτομή, όπως προέβλεπε ο Μωσαϊκός νόμος και συγχρόνως του έδωσαν και το όνομα Ιησούς, κατά την περιτομήν, το οποίο ήδη είχε αναγγείλει ο Άγγελος.
Η Αποστολική περικοπή, από την προς Κολασσαείς επιστολή, έχει κι αυτή σχέση με την περιτομή, κάνει λόγο για την περιτομή την χειροποίητο, αυτήν την οποίαν υπέστη και ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, την Ιουδαϊκή περιτομή, η οποία όμως εγκαταλείφθηκε από μας τους χριστιανούς.  Γνωρίζετε όλοι ότι κατά τους πρώτους χρόνους της ζωής της Εκκλησίας μας έγινε πολύ μεγάλο ζήτημα, ανάμεσα στους ιουδαΐζοντας χριστιανούς και στους μη ιουδαΐζοντας, αν θα έπρεπε και οι χριστιανοί, και εμείς, να περιτεμνόμαστε·  κάποιο διάστημα μάλιστα και ο Απόστολος Πέτρος παρασύρθηκε και υποστήριζε και αυτός ότι πρέπει όλοι μας να περιτεμνόμαστε, όπως οι Ιουδαίοι, και τον ήλεγξε αυστηρώς ο Απόστολος Παύλος και τελικώς η Α’ Αποστολική Σύνοδος, η οποία συνεκλήθη στα Ιεροσόλυμα το 49-50 μ.Χ., αποφάσισε ότι δεν πρέπει οι χριστιανοί να τηρούν τη διάταξη αυτή του Μωσαϊκού νόμου και να περιτεμνόμαστε.  Αυτά όμως είναι εισαγωγικά.
Αυτό το οποίο σήμερα εδώ επέλεξα να σας αναπτύξω εν ολίγοις, είναι κάτι που έχει σχέση με την αποστολική περικοπή, η οποία είναι από την προς Κολασσαείς επιστολή του Αποστόλου Παύλου, αλλά έχει σχέση επίσης και με μία νοοτροπία, η οποία έχει καλλιεργηθεί στις ημέρες μας, νοοτροπία και συνήθειες, οι οποίες μοιάζουν πολύ με αυτά που ζούσαν οι χριστιανοί στις Κολοσσές  και τις οποίες συνήθειες επικρίνει ο Απόστολος Παύλος.  Και οι συνήθειες αυτές τις οποίες επικρίνει ο Απόστολος Παύλος είναι ότι, ενώ είχαν γίνει πολλοί χριστιανοί, εξακολουθούσαν να τηρούν διατάξεις παλαιές, να παρασύρονται από την κοσμική νοοτροπία κι από τον κοσμικό τρόπο διαβιώσεως και ζωής, κι έτσι ουσιαστικώς να μην τηρούν όσα προβλέπει το Ευαγγέλιο, όσα προβλέπουν οι εντολές του Κυρίου.
Ακούσατε λοιπόν πριν από λίγο, ότι μας είπε ο Απόστολος Παύλος Βλέπετε μη τις υμάς έσται ο συλαγωγών δια της φιλοσοφίας και κενής απάτης, κατά την παράδοσιν των ανθρώπων, κατά τα στοιχεία του κόσμου και ου κατά Χριστόν. (Προς Κολασ., 2, 8).   Να προσέχετε, λέγει, να μην υπάρξει κάποιος ο οποίος θα σας ξεγελάσει, θα σας παρασύρει  με την  φιλοσοφία αλλά και με την ψεύτικη απάτη, όπως επίσης και κατά τα στοιχεία του ανθρώπου, του κόσμου, κατά τις συνήθειες του κόσμου και ου κατά Χριστόν.  Διότι στον Χριστό κατοικεί όλο το πλήρωμα σωματικώς κι εμείς είμαστε γεμάτοι από το Χριστό, και εστέ εν αυτώ πεπληρωμένοι, κι όποιος είναι γεμάτος από το Χριστό δεν έχει ανάγκη να γεμίζει και από τις κοσμικές συνήθειες και από τις κοσμικές εορτές.  Και στη συνέχεια μας κάνει λόγο για την περιτομή την αχειροποίητο εν ω περιετμήθητε περιτομή αχειροποιήτω· έχουμε υποστεί κι εμείς οι χριστιανοί μία περιτομή, σε μας όμως δεν απέκοψαν τμήμα του δέρματός μας, όπως στη σωματική περιτομή τη χειροποίητο, αλλά  σε μας περιέκοψαν τα αμαρτήματα, το σώμα της αμαρτίας εν τη απεκδύσει του σώματος των αμαρτιών της σαρκός, εν τη περιτομή του Χριστού  αυτή είναι η δική μας αχειροποίητος περιτομή, ότι με το βάπτισμά μας απεκδυόμεθα τα αμαρτήματά μας, κόπτονται τα αμαρτήματά μας·  και περισσότερο ότι αυτή την περιτομή εμείς την κάνουμε πράξη στη ζωή μας, περικόπτοντας όχι σωματικό μέρος, αλλά περικόπτοντας τις αμαρτίες μας.  Αυτή λοιπόν εδώ η περικοπή του Αποστόλου Παύλου, συνειρμικά, μ’ έκανε να σκεφτώ ότι όντως έχει κυριαρχήσει μία νοοτροπία, η οποία εξακολουθεί και η οποία επιδεινώνεται τις ημέρες αυτές των εορτών και κατά την ημέρα της σημερινής εορτής.  Δεν ξέρω αν και σε άλλες χρονιές ήταν και σε μας το εκκλησίασμα τόσο αραιωμένο, πάντοτε ήταν αραιωμένο διότι οι περισσότεροι ξενυχτούν, πολλοί από το εκκλησίασμα το δικό μας έχουν φύγει και βρίσκονται αλλού, αλλά παρατηρώ κάθε χρόνο ερχόμενος το πρωί στην εκκλησία ότι η Πρωτοχρονιά είναι η μόνη μέρα που η Θεσσαλονίκη είναι γεμάτη αυτοκίνητα, σαν  να είναι καθημερινή.  Τις Κυριακές που έρχομαι υπάρχει ησυχία, ξεκουράζονται όλοι, κοιμούνται τις Κυριακές, δεν παν στην εκκλησία·  τώρα κυκλοφορούν, κυκλοφορούν, κυκλοφορούν και γιατί κυκλοφορούν;  Διότι τη νύχτα ξενυχτούν, διότι υπάρχει αυτή η εσφαλμένη αντίληψις ότι πρέπει να είμαστε χαρούμενοι αυτή την ημέρα· τα στοιχεία του κόσμου, κατά την παράδοση των ανθρώπων, κατά τα στοιχεία του κόσμου και ου κατά Θεόν·  κι ότι πρέπει να γλεντήσουμε τη βραδιά αυτή της Πρωτοχρονιάς, να ξεδώσουμε, να χαρούμε, εις τρόπον ώστε αν αυτή η μέρα μας πάει καλά, όλες οι άλλες ημέρες θα πάνε καλά.  Πολλές φορές αναφέρθηκα σ’ αυτή την κακή πρόληψη, την κακή δεισιδαιμονία και είπα ότι ο χρόνος μας και η ζωή μας αγιάζεται όχι παρατηρώντας μήνας και καιρούς και ενιαυτούς, όχι βλέποντας αν την 1η του μηνός θα πάμε καλά ή αν την 1η της χρονιάς, του έτους, θα πάμε καλά, αλλά αγιάζοντας τη ζωή μας με την αρετή.
Υπάρχει επίσης και μια άλλη συνήθεια και νοοτροπία κοσμική, η οποία και αυτή κυριαρχεί αυτές τις ημέρες, η ευχή –πολλές φορές το έχω πει κι αυτό, ας το επαναλάβω- η ευχή «Χρόνια πολλά».  Χρόνια πολλά, χρόνια πολλά, αφού και όλοι μας, κι εγώ από συνήθεια, όπου βρεθώ λέω «Χρόνια πολλά», τι να πω;  Και για να μειώσω λίγο αυτή την ευχή, που δεν είναι χριστιανική ευχή το «Χρόνια πολλά», προσθέτω «Χρόνια πολλά και ευλογημένα»·  τουλάχιστον να είναι ευλογημένα, να μην είναι απλώς «χρόνια πολλά», αλλά να είναι ευλογημένα, να είναι κατά Χριστόν τα «χρόνια πολλά».  Και η άλλη ευχή «πάνω απ’ όλα υγεία»·  όπου βρεθείς «πάνω απ’ όλα υγεία», υγεία, υγεία, υγεία, υγεία να έχετε, πάνω απ’  όλα υγεία.  Κι όλοι εύχονται για μακροημέρευση, εις έτη πολλά, για χρόνια πολλά, να είσαι γερός, να ζήσεις, να χαρείς, να είσαι υγιής…  Όλα αυτά, αγαπητοί μου, είναι στοιχεία του κόσμου, είναι παραδόσεις ανθρώπων, όπως λέει ο Απόστολος Παύλος, και δεν είναι χριστιανική νοοτροπία, δεν είναι χριστιανική διδαχή, δεν προκύπτουν όλα αυτά από το Ευαγγέλιο, δεν προκύπτουν από τη ζωή των Αγίων, δεν είναι παράδοση της Εκκλησίας μας, δεν είναι παράδοση των Αγίων Πατέρων.
Σχετικώς λοιπόν με αυτά σήμερα, ήθελα να σας παρουσιάσω μερικές σκέψεις, λέγοντας γενικώς τα εξής: κατά την Πίστη, της Εκκλησίας μας στο σχέδιο του Θεού ο άνθρωπος έπρεπε να είναι ένα ον, το οποίο θα ζούσε αιωνίως, όχι απλώς χρόνια πολλά, θα ζούσε αιωνίως ο άνθρωπος· δεν θα υπήρχε ούτε το γήρας, ούτε η φθορά, ούτε ο θάνατος, αλλά θα είχαμε μία αιώνια ζωή.  Και το Ευαγγέλιο μας λέει ότι αυτή την αιώνιο ζωή πρέπει πάντοτε να έχουμε στο νου μας, διότι αυτή η αιώνιος ζωή μπορεί ξανά να κερδηθεί.  Την χάσαμε αυτή τη ζωή στον Παράδεισο εξαιτίας του προπατορικού αμαρτήματος, αλλά αυτή η αιώνιος ζωή είναι μπροστά μας·  γιατί λοιπόν να κοιτάζουμε και να ενδιαφερόμαστε εδώ για τα «χρόνια πολλά», πόσο θα ζήσουμε και να μην ενδιαφερόμαστε για την αιώνια ζωή, την ατελεύτητη ζωή και να ευχόμαστε, όπως πολλές φορές έχω πει, «Καλό Παράδεισο»!  Πού να ευχηθείς «Καλό Παράδεισο»;  Θα θεωρηθεί αυτό ότι αυτό είναι μία ευχή, που λες να πεθάνει:  «Καλό Παράδεισο», άντε να πεθάνεις τώρα.  Αλλά υπάρχει καλύτερη ευχή;  Σαν να του λες να κληρονομήσεις την αιώνια ζωή, να κληρονομήσεις τον Παράδεισο.  Δεν υπήρχε λοιπόν στο σχέδιο του Θεού η φθορά και ο θάνατος και το γήρας.  Ο Αδάμ και η Εύα δεν γεννήθηκαν βρέφη, για να μεγαλώσουν, να γεράσουν και να πεθάνουν·  πλάστηκαν και δημιουργήθηκαν από το Θεό στην κατάσταση της νεότητος, για να μείνουν αιώνια νέοι και αθάνατοι και να φτάσουν στην αγήρω μακαριότητα, στην αγήραστη ευφροσύνη της αιωνίου ζωής.  Η εμφάνιση όμως του κακού, της αμαρτίας, η ανυπακοή και ο εγωισμός του ανθρώπου απέναντι του Θεού ανέτρεψαν αυτόν τον αρχικό σχεδιασμό και οδήγησαν το Θεό σε προσαρμογή του σχεδίου, στις νέες πλέον συνθήκες της αμαρτίας, τις οποίες συνθήκες δημιούργησε ο άνθρωπος.  Αν ο άνθρωπος εξακολουθούσε να είναι αθάνατος, μετά από την αμαρτία, θα διαιώνιζε το κακό στην ύπαρξή του και θα έδινε στο κακό αιώνια υπόσταση.  Για να μη γίνει, λοιπόν, το κακό αθάνατο, ίνα μη το κακόν αθάνατον γένηται ,πολύ ωραία φράση από τους Πατέρες της Εκκλησίας, ο Θεός δρώντας ευεργετικά και θεραπευτικά, επιτρέπει την εκδήλωση της φθοράς, του γήρατος, και του θανάτου με τη διαδικασία αυτή της φθοράς των κυττάρων του οργανισμού, για να διακοπεί η συνέχιση του κακού της αμαρτίας.  Δεν υπάρχει ούτε μία ημέρα στη ζωή μας χωρίς αμαρτία.  Γιατί ουδείς καθαρός από ρύπου, κι αν μία ημέρα ο βίος αυτού επί της γης.  Γι’ αυτό η παράταση της ζωής, η μακροβιότητα, τα πολλά χρόνια, τα οποία ευχόμαστε όλοι μας και τα οποία οραματίζονται να επιτύχουν οι ιατροί με έρευνα κτλ, αν δεν συνοδεύονται όλα αυτά, η μακροβιότητα, τα χρόνια πολλά, αν δεν συνοδεύονται και από προσπάθεια τελειοποιήσεως στην αρετή και στην αγιότητα, αν είναι απλώς χρόνια πολλά κι όχι χρόνια άγια, χρόνια ενάρετα είναι επιζήμια, γιατί παρατείνουν τη διάπραξη της αμαρτίας και του κακού και οδηγούν σε συσσώρευση αμαρτιών.  Όσο πιο πολύ ζούμε, όσο πιο πολλά χρόνια ζούμε, τόσο πιο πολλές αμαρτίες συγκεντρώνουμε και συσσωρεύουμε.
Αυτή η νέα, λοιπόν, θεώρηση του χρόνου της ζωής, σε σχέση με την αρετή και με την αγιότητα, άλλαξε ριζικά την αξιολόγηση όλων αυτών, της μακροβιότητος, της ευχής «χρόνια πολλά» και στην Αγία Γραφή και στην εκκλησιαστική Παράδοση.  Από την Αγία Γραφή να σας σημειώσω εδώ, μόνον, αυτό που κι άλλη φορά και στο Αρχονταρίκι κάτω είπαμε, ότι εκεί ο Απόστολος Ιάκωβος στην επιστολή του, τι λέει για την ζωή μας;  Ελάτε, λέει, εσείς που προγραμματίζετε για αύριο και μεθάυριο, όπως προγραμματίζουμε όλοι μας: το χρόνο αυτό θα κάνουμε εκείνο, θα κάνουμε εκείνο, ας πάμε εδώ και ας πάμε εκεί, ας κάνουμε το χρόνο αυτό εκείνο και το άλλο.  Ποία γαρ η ζωή υμών;  Πώς σχεδιάζετε, λέει, εσείς για όλα αυτά, το χρόνο αυτό θα κάνουμε αυτό, το χρόνο αυτό θα κάνουμε εκείνο, να ζήσουμε χρόνια πολλά. Ποία γαρ η ζωή υμών;  ατμίς γαρ έσται η προς ολίγον φαινομένη, έπειτα δε και αφανιζομένη.  Τι είναι η ζωή μας;  Η ζωή μας είναι ένας ατμός, μία ατμίς, η οποία ξαφνικά εμφανίζεται όπως ο ατμός και σε λίγο εξαφανίζεται, αυτός ο ατμός.  Μας λέει λοιπόν, κι άλλη φορά το είπαμε, αντί να λέμε θα κάνουμε αυτό κι αυτό κι αυτό τα χρόνια που θα ζήσουμε, να λέμε εάν ο Κύριος θελήσει και ζήσομεν και ποιήσομεν και ζήσομεν ετούτο και εκείνο.
Και σε πολλά άλλα χωρία η Αγία Γραφή μας ομιλεί για το πόσο η ζωή μας είναι σύντομη, ο καιρός συνεσταλμένος εστί  (Α’ Κορινθ., 7, 29).  Πέρα όμως από αυτό, υπάρχει στην Πατερική Παράδοση κι επειδή σήμερα γιορτάζει ο Μέγας Βασίλειος, ιδιαίτερα από τη διδασκαλία του Μεγάλου Βασιλείου, θέλω να παρουσιάσω μερικές σκέψεις γύρω από το θέμα αυτό, σχετικά με το θέμα αυτό της μακροβιότητος και του γήρατος και του θανάτου.  Λέει ο Μέγας Βασίλειος ότι υπάρχουν γέροντες -όλοι ευχόμαστε να φθάσουμε στη γεροντική ηλικία και ν’ ασπρίσουν τα μαλλιά μας, φτάνει αυτό; - υπάρχουν γέροντες λέει, οι οποίοι με την αμαρτωλή ζωή τους καταισχύνουν, ντροπιάζουν το γήρας και αποδεικνύονται αφρονέστεροι και των νηπίων ακόμη·  ενώ αντιθέτως υπάρχουν νέοι, οι οποίοι χωρίς να έχουν λευκές τρίχες, άσπρα μαλλιά, συμπεριφέρονται σαν να ήσαν γέροντες και αξίζουν γι’ αυτό σεβασμού και τιμής αυτοί οι νέοι που συμπεριφέρονται ως γέροντες.  Ενθυμείστε ότι ο Άγιος Σάββας, τον οποίον εδώ ιδιαιτέρως τιμούμε και τον εικονογραφήσαμε στις αγιογραφίες μας, τόσο συνετός ήταν από νεαράς ηλικίας είκοσι ετών, ώστε ο Μεγάλος Ευθύμιος τον ονόμαζε παιδαριογέροντα·  παιδάκι, που είχε τη σύνεση γέροντος, παιδαριογέρων, παιδαριογέροντας.  Λέει ο Μέγας Βασίλειος: «Πλείον γαρ τω όντι εις πρεσβυτέρου σύστασιν της εν θριξίν λευκότητας το εν φρονήσει πρεσβυτικόν» (Εις τον προφήτην Ησαΐαν 2, 101, PG 30, 284.). Περισσότερο λέγει, για να θεωρηθεί κανένας πρεσβύτερος, δεν είναι οι λευκές τρίχες, η λευκότητα στις τρίχες, αλλά είναι το εν φρονήσει πρεσβυτικόν,  να είναι κανείς πρεσβύτης στη φρόνηση, στην αρετή και στην αγιότητα.
Και ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος με τον χειμαρρώδη λόγο του, λέγει σχετικά απευθυνόμενος σε γέροντες, που αξίωναν σεβασμό, απλώς λόγω μόνον του γήρατος: «Η πολιά τότε αιδέσιμος, όταν τα της πολιάς πράττη. όταν δε νεωτερίζη, των νέων καταγελαστότερος έσται…» (Εις την προς Εβραίους, Ομιλ. 7,3, PG 63, 64-65).  Οι γέροντες, λέει, τότε είναι σεβαστοί, όταν συμπεριφέρονται σαν γέροντες, όταν όμως νεωτερίζουν –και σκεφτείτε τώρα, που έχουν καταντήσει οι γέροντες της εποχής μας·  οι γέροντες της εποχής μας έχουν εκτραπεί οι περισσότεροι τελείως, μ’ αυτήν τη συνήθεια των Κ.ΑΠ.Η. και τους γάμους των γερόντων σε μεγάλη ηλικία-  τι να σεβαστούν σ’ αυτούς τους γέροντες;  Οι οποίοι φτάνουν σε ηλικία 65 κι 70 και 80 ετών και σκέφτονται γάμους, είτε όντες εν χηρεία, είτε ακόμη από διαζύγια·  αυτοί νεωτερίζουν, τι να σεβαστείς σ’ αυτούς τους γέροντες;  Και γαρ την πολιάν τιμώμεν, ουκ επειδή το λευκόν χρώμα του μέλανος προτιμώμεν,  τιμούμε, λέει, την πολιάν, τ’  άσπρα μαλλιά, όχι γιατί προτιμούμε το λευκό χρώμα από το μαύρο, αλλ’ ότι τεκμήριόν εστι της εναρέτου ζωής, το να είναι κανένας γέροντας σημαίνει πως είναι ενάρετος, και ορώντες από τούτου στοχαζόμεθα την έν­δον πολιάν, κι όπως βλέπουμε να είναι κανένας άσπρος απ’ έξω, τι ωραία εικόνα, σκεφτόμαστε και πως μέσα είναι κάτασπρος, είναι λευκός και στην ψυχή, και από τούτου στοχαζόμεθα την έν­δον πολιάν· τώρα πολλοί βάφουν τα μαλλιά τους, οι γέροντες, ακόμα και οι γυναίκες βάφουν τα μαλλιά τους, ενώ δέστε τι συμβολισμός είναι αυτός· τα άσπρα μαλλιά είναι σύμβολο της εσωτερικής καθαρότητος.   Και από τούτου ορώντες στοχαζόμεθα την έν­δον πολιάν, την εσωτερική λευκότητα.  Μη αξίου τοίνυν διά την πολιάν τιμάσθαι, όταν αυτήν αυτός αδικής (Εις την προς Εβραίους, Ομιλ. 7,3, PG 63, 64-65), μην αξιώνεις λοιπόν να τιμάσαι για τα λευκά μαλλιά, όταν εσύ τα αδικείς.  Αυτή, λοιπόν, η αντιμετώπιση αποσυνδέει τον άνθρωπο από τα σωματικά γνωρίσματα και τον αξιολογεί με βάση τα πνευματικά γνωρίσματα.  Κι έτσι η Αγία Γραφή μας λέει πως μπορεί κανένας να είναι διαρκώς νέος, να υπάρχει διαρκής νεότης·  μη σκέφτεστε τα χρόνια πολλά, τα χρονολογικά, τα αστρονομικά έτη, τα πολιτικά έτη, μη σας νοιάζει αυτό, μπορεί να υπάρξει διαρκής νεότης, λέει ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος.  Υπάρχει πολιά σφριγώσα και γήρας ακμάζον· κεχάλαστο ο τόνος της σαρκός, νενεύρωτο ο τόνος της πίστεως, ακόμη, λέει, κι αν γεράσει κανένας μπορεί να είναι νέος· κεχάλαστο ο τόνος της σαρκός;  Ατόνησε η σάρκα;  Μπορεί να νευρωθεί ο τόνος της Πίστεως.  Και επικαλείται γι’ αυτό, το παράδειγμα του πατριάρχου Αβραάμ, ο οποίος ενώ στη νεότητά του δεν είχε πνευματικές επιτυχίες - αυτό είναι για όλους μας που βρισκόμαστε σε μεγάλη ηλικία, μπορούμε και σε μεγάλη ηλικία να έχουμε πνευματικές επιτυχίες.  Ο πατριάρχης Αβραάμ ξέρετε σε τι ηλικία εκλήθη από τον Θεόν; Σε ηλικία 75 ετών.  Μεγαλύτερος από μένα--  από την ηλικία των 75 ετών ο πατριάρχης Αβραάμ έκανε αυτά που έκανε και διέπρεψε ως άγιος και ως πατριάρχης.  Και λέει ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, αναφερόμενος στον Αβραάμ, ο οποίος σε τόσο μεγάλη ηλικία κατόρθωσε τόσο πολλά, τοιαύτα γαρ της Εκκλησίας τα κατορθώματα, ότι η ατονία του σώματος ουδέν λυμαίνεται την προθυμίαν της πίστεως·  το σώμα αν είναι άτονο, αυτό δε σημαίνει πως και η πίστις μπορεί να ατονήσει.  Κόσμος γαρ Εκκλη­σίας πολιά κατεσταλμένη, και πίστις επτερωμένη και εν τούτω χαίρει η Εκκλησία μάλλον, η Εκκλησία χαίρεται πιο πολύ αν κάποιος στην Πίστη, στην ψυχή του είναι επτερωμένος, όχι αν το σώμα του είναι υγιές και ζωντανό.  Επί μεν γαρ των έξω πραγμάτων ο γέρων άχρηστος, έξω στον κόσμο λέει ότι ο γέροντας είναι άχρηστος.  Αλλ’ ου τα της Εκκλησίας τοιαύτα, στην Εκκλησία δεν ισχύει αυτό, αλλ’ όταν γηράσωσιν οι εν αρετή διάγοντες, τότε μάλλον χρήσιμοι καθίστανται· ου γαρ σαρκών ευτονία, αλλά πίστεως επίτασις ζητείται  όταν λοιπόν γεράσουν οι άνθρωποι και διάγουν εν αρετή, τότε είναι περισσότερο χρήσιμοι.  (Λόγος εις τον μακάριον Αβραάμ 1, PG 50, 737-738).
Γι’ αυτό και η Αγία Γραφή άλλωστε, πολλές φορές το ακούμε στα αναγνώσματα, ιδιαίτερα στους εσπερινούς, μας λέγει γήρας γαρ τίμιον ου το πολυχρόνιον·  γιατί εύχεστε να ζήσετε πολλά χρόνια;  Γήρας γαρ τίμιον ου το πολυχρόνιον ουδέ αριθμώ ετών μεμέτρηται·  ούτε τα γηρατειά μετρώνται με το πόσων ετών είναι κανένας,  καυχόμαστε μερικοί, εγώ είμαι 80, 85 ετών, ουδέ αριθμώ ετών μεμέτρηται. Πολιά δε εστί φρόνησις ανθρώποις, και ηλικία γήρως βίος ακηλίδωτος. (Σοφία Σολομώντος, 4, 8)  Από την Αγία Γραφή, από την Παλαιά Διαθήκη είναι αυτό, η πολιά λέει, το γήρας είναι η φρόνησις και ηλικία γήρως βίος ακηλίδωτος και τα γεράματα φαίνονται από τον ακηλίδωτο βίο.
Υπάρχουν νέοι, οι οποίοι κατορθώνουν σε λίγα χρόνια την αρετή και την τελειότητα κι είναι έτοιμοι γι’ αυτό να εισέλθουν στην αιωνιότητα.  Τελειωθείς εν ολίγω, επλήρωσε χρόνους μακρούς, (Σοφ. Σολ. 4, 13), υπάρχουν νέα παιδιά, τα οποία φεύγουν σε ηλικία 20-25 ετών κι ήταν ήδη άγια, τα παιδιά αυτά·  δεν ισχύει γι’ αυτούς το «χρόνια πολλά», πολύ καλύτερα όμως που έφυγαν σ’ αυτή τη νεαρή ηλικία·  οι άγιοι δεν επιθυμούν να έχουν πολυχρόνια ζωή στον παρόντα βίο, χρόνια πολλά και χρόνια πολλά, οι άγιοι βιάζονται να φύγουν, να παν στην αιώνια ζωή, εκεί είναι ο κλήρος μας·  και επείγονται και βιάζονται να αποθάνουν, για να είναι μαζί με τον Χριστό, αισθάνονται εδώ ως πάροικοι και ως παρεπίδημοι, ως μετανάστες και ζητούν να τελειώσει ο χρόνος αυτός της παροικίας, για να κατοικήσουν στον μόνιμο και κατάλληλο χώρο.
Ο Μέγας Βασίλειος έχει ένα δύο καταπληκτικά κείμενα γύρω από το θέμα, κι άλλη φορά σας έχω μνημονεύσει, ας τα υπενθυμίσω απλώς τώρα.  Απευθυνόμενος προς τους νέους ο Μέγας Βασίλειος τους λέγει τα εξής: ότι εμείς, λέγει, παιδιά μου –άντε να τα πεις τώρα αυτά στα νέα παιδιά· ελάχιστοι νέοι είναι που ακούν αυτόν τον λόγο, τα παιδιά μας απόψε βρισκόταν τα περισσότερα στις καφετέριες και στα μπαρ κι εδώ κι εκεί-   εμείς, λέει, παιδιά μου, τον ανθρώπινον τούτον βίον ουδέν είναι χρήμα παντάπασιν υπολαμβάνουμεν, θεωρούμε ότι αυτή η ζωή, την οποίαν εμείς ευχόμαστε να ζήσουμε, να ζήσουμε, να ζήσουμε πολλά, ν’ απολαύσουμε αυτή τη ζωή, ο Μέγας Βασίλειος λέει ότι εμείς αυτή τη ζωή δεν την εκτιμούμε καθόλου. Οὐδὲν εἶναι χρῆμα παντάπασι τὸν ἀνθρώπινον βίον τοῦτον ὑπολαμβάνομεν, οὔτ᾿ ἀγαθόν τι νομίζομεν ὅλως, οὔτ᾿ ὀνομάζομεν, ὃ τὴν συντέλειαν ἡμῖν ἄχρι τούτου παρέχεται. (Πρὸς τοὺς νέους 2, ΕΠΕ 7, 318).  Τίποτα από τα θεωρούμενα αγαθά αυτής της ζωής δεν έχει αξία, γιατί έχει χρονικό τέλος.  Κι ονομάζει μερικά: οὔκουν προγόνων περιφάνειαν, όχι η καταγωγή μας, δεν είναι μεγάλο πράγμα, οὐκ ἰσχὺν σώματος, όχι να έχουμε δυνατό σώμα, οὐ κάλλος, όχι ομορφιά,  οὐ μέγεθος, οὐ τὰς παρὰ πάντων ἀνθρώπων τιμάς, οὐ βασιλείαν αὐτήν, οὐχ ὅ,τι ἄν τις εἴποι τῶν ἀνθρωπίνων μέγα, ἀλλ᾿ οὐδὲ εὐχῆς ἄξιον κρίνομεν, όλα αυτά δεν τα κρίνουμε ούτε άξια ευχής.  Εμείς  όμως αντίθετα ευχόμαστε «Χρόνια πολλά», να καλοπεράσουμε, να ζήσουμε, να είμαστε υγιείς, τα σώματά μας να είναι ισχυρά, ουδέ ευχής άξιον κρίνομεν· ἢ τοὺς ἔχοντας ἀποβλέπομεν, ή βλέπουμε σ’ αυτούς οι οποίοι τα έχουν και τους ζηλεύουμε·  αλλά τι κάνουμε εμείς; Να τι κάνουμε, που έλεγα η αιώνιος ζωή· ἀλλ᾿ ἐπὶ μακρότερον πρόϊμεν ταῖς ἐλπίσι καὶ πρὸς ἑτέρου βίου παρασκευὴν ἅπαντα πράττομεν. Εμείς, η δική μας η προοπτική, των χριστιανών, δεν είναι μικρή και στενή, δεν περιορίζεται εδώ σ’ αυτή τη ζωή αλλ’ επί μακρότερον πρόιμεν ταις ελπίσι, πηγαίνουμε πολύ μακριά με τις ελπίδες μας και τα κάνουμε όλα για την αιώνια ζωή.  Αυτό από τον «Λόγο προς τους νέους».
Υπάρχει επίσης κι ένα άλλο κείμενο του Μεγάλου Βασιλείου, από ένα θαυμάσιο λόγο «Εις το πρόσεχε σεαυτώ», το οποίο επέλεξα ακριβώς γιατί κάνει λόγο γι’ αυτά που συζητούμε την ημέρα αυτή, για την μακροημέρευση, να ζήσουμε πολλά χρόνια, να μακροημερεύσουμε.  Λέει λοιπόν ο Μέγας Βασίλειος, εξηγώντας της Παλαιάς Διαθήκης το «Πρόσεχε σεαυτώ», να προσέχεις τον εαυτό σου.  Τι σημαίνει, λέει, αυτό το «πρόσεχε τον εαυτό σου»; Μή τη σαρκί πρόσεχε, μη νομίζεις όταν λέει η Αγία Γραφή πρόσεχε σεαυτώ, ότι λέει να προσέχουμε την υγεία μας, τη σάρκα μας.  Μή τη σαρκί πρόσεχε, μηδέ το ταύτης αγαθόν εκ παντός τρόπου δίωκε· και ποιο είναι το αγαθό της σαρκός; Εμείς πάνω απ’ όλα η υγεία· μην προσέχετε την υγεία, λέει ο Μέγας Βασίλειος. Υγείαν και κάλλος και ηδονών απολαύσεις, και μακροβίωσιν· μηδέ χρήματα και δόξαν, και δυναστείαν θαύμαζε, (Εἰς τὸ «Πρόσεχε σεαυτῷ», ΕΠΕ, 6) μη τα θαυμάζετε αυτά, ούτε την υγεία, ούτε την μακροημέρευση, ούτε τίποτα, μην τα θαυμάζετε όλα αυτά· τι να κάνομε όμως;   Υπερόρα σαρκός, παρέρχεται γαρ· επιμελού ψυχής, πράγματος αθανάτου.  Τα σαρκικά αφήστε τα, γιατί είναι προσωρινά, να φροντίζεται για την ψυχή σας που είναι αθάνατη.
 Και υπάρχει επίσης ένα πολύ ωραία χωρίο του Μεγάλου Βασιλείου, αφού σήμερα γιορτάζει, εδώ να το υπενθυμίσουμε.  Ο Μέγας Βασίλειος, στο «Λόγο προς τους νέους» λέγει γι’ αυτή τη μακροημέρευση και για το να φτάσουμε σε πολύ γεροντική ηλικία –χρόνια πολλά, χρόνια πολλά, χρόνια πολλά-  λέει:  Εγώ δε καν το Τιθωνού τις γήρας, καν το Αργανθωνίου λέγη, καν το του μακροβιωτάτου παρ’ ημίν Μαθουσάλα, εγώ λέει, ακόμα κι αν με παρουσιάσει κανένας τα γηρατειά του Τιθωνού, από την αρχαία ελληνική γραμματεία είναι αυτό, ή του Αργανθωνίου, κι αυτός σε πολύ μεγάλη ηλικία, αν μου φέρει κανείς σαν παράδειγμα ακόμη και τον Μαθουσάλα - μαθουσάλεια χρόνια - ος χίλια έτη, τριάκοντα δεόντων, βιώναι λέγεται,  ο οποίος λέγεται ότι έζησε 970 χρόνια, χίλια χρόνια μείον τριάκοντα,  καν σύμπαντα τον αφ’ ου γεγόνασιν άνθρωποι χρόνον αναμετρή, κι αν μετρήσει όλο το χρόνο αφ’ ότου έγιναν οι άνθρωποι, ως επί παίδων διανοίας γελάσομαι, εγώ για όποιον σκέφτεται έτσι, να φτάσει να ζήσει, να ζήσει, να ζήσει χρόνια πολλά, εγώ θα τον περιπαίξω σαν να είναι παιδί, εις τον μακρόν αποσκοπών και αγήρω αιώνα, γιατί εγώ βλέπω στον μακρόν αιώνα, τον ατελεύτητο, ακόμα και χίλια χρόνια να ζήσει κανένας δεν είναι τίποτε μπροστά στον αιώνα τον αγήρω και αιώνιο, ου πέρας ουδέν έστι τη επινοία λαβείν, ου μάλλον γε η τελευτήν υποθέσθαι της αθανάτου ψυχής, ο οποίος δεν έχει τελειωμό. (Προς τους νέους 8, PG 31, 588.).
Σήμερα, λοιπόν, αγαπητοί μου, που γιορτάζουμε τον Μέγα Βασίλειο, ο οποίος κάνει αυτές τις θαυμάσιες σκέψεις και που όλοι μας παρασυρμένοι από τη νοοτροπία αυτή την κοσμική, ευχόμαστε «Χρόνια πολλά» και «πάνω απ’ όλα υγεία», ας ξανασκεφτούμε ότι όλα αυτά είναι κοσμική νοοτροπία, ανθρώπινες παραδόσεις, δεν είναι κατά Χριστόν.  Ο Θεός θέλει η ζωή μας να είναι γεμάτη αρετή και αγιότητα, είτε σύντομη, είτε μακρά·  η μακρινή ζωή δεν μας προσφέρει τίποτε περισσότερο, εκτός αν, η μακρινή ζωή από τον Θεόν δίδεται για να βοηθήσουμε τους άλλους ανθρώπους.  Και η μόνη μας επιδίωξη πρέπει να είναι, όχι εδώ τα χρόνια πολλά, αλλά η αιώνιος ζωή, την οποία μακάρι κι εμείς να κληρονομήσουμε μαζί με τους αγίους.  Αμήν.
Απομαγνητοφώνηση: Ιερά Μονή Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου

Πέμπτη 19 Δεκεμβρίου 2013

Οσίας Συγκλητικής διδαχές… (5 Ιανουαρίου)

Οσίας Συγκλητικής διδαχές… (5 Ιανουαρίου)


Τμήμα μωσαϊκού ναού του Αγίου Απολιναρίου του νέου στη Ραβέννα (526 μ.Χ)
1. Είπε η αμμάς Συγκλητική· «Εκείνους που πλησιάζουν προς τον Θεό στην αρχή τους περιμένει αγώνας και πολύς κόπος, ύστερα όμως χαρά ανείπωτη. Γιατί όπως ακριβώς αυτοί που θέλουν να ανάψουν φωτιά στην αρχή καπνίζονται και δακρύζουν και μόνον τότε κατορθώνουν αυτό που γυρεύουν να κάνουν – γιατί βέβαια λέει πως ο Θεός μας είναι φωτιά που κατατρώει – έτσι κι εμείς πρέπει να ανάψουμε μέσα μας τη θεία φωτιά με δάκρυα και πόνους».
2. Είπε ακόμη ότι «Εμείς που διαλέξαμε τη μοναχική ζωή οφείλουμε να έχουμε άκρα σωφροσύνη. Βέβαια και ανάμεσα στους κοσμικούς φαίνεται να υπάρχει η σωφροσύνη, όμως μαζί μ’ αυτήν συνυπάρχει και η αφροσύνη, επειδή αυτοί αμαρτάνουν με όλες τις υπόλοιπες αισθήσεις, αφού και βλέπουν άπρεπα και γελούν άτακτα».
3. Είπε πάλι· «Καθώς τα πολύ ισχυρά φάρμακα διώχνουν τα δηλητηριώδη ερπετά, έτσι και η προσευχή μαζί με τη νηστεία εξαφανίζει τους πονηρούς λογισμούς».
4. Είπε πάλι· «Πολλές είναι οι παγίδες του διαβόλου. Με την φτώχεια δεν κατάφερε να κλονίσει μια ψυχή; Τότε φέρνει σαν δόλωμα τον πλούτο. Αν ούτε με τις ύβρεις και τους ονειδισμούς δεν μπορέσει, χρησιμοποιεί τους επαίνους και τη δόξα. Σαν νικηθεί με τη σωματική υγεία, φέρνει αρρώστιες στο κορμί. Όταν δεν κατορθώσει να μας ξεγελάσει με τις ηδονές, προσπαθεί να μας κάνει να ξεστρατίσουμε με αθέλητες ταλαιπωρίες. Φέρνει – ύστερα από παραχώρηση – βαρύτατες ασθένειες, ώστε εξαιτίας αυτών να ολιγοψυχήσουμε και έτσι να νοθευτεί η αγάπη προς το Θεό. Ακόμη κατατρώγει το κορμί με σφοδρότατους πυρετούς και το θλίβει με ακατάσχετη δίψα.
Αν λοιπόν τα παθαίνεις αυτά επειδή έχεις αμαρτήσει, υπενθύμισε στον εαυτό σου τη μέλλουσα κόλαση και το αιώνιο πυρ και τις καταδικαστικές ποινές και δεν θα ολιγοψυχήσεις για αυτά που σου συμβαίνουν. Να χαρείς γιατί ενδιαφέρθηκε ο Θεός για σένα και έχε στο στόμα σου το γλυκύτατο εκείνο ρητό· «Με διάφορους τρόπους με παίδευσε ο Κύριος, αλλά τελικά δεν με παρέδωσε στον θάνατο». Αν ήσουν σαν το σίδερο, γνώριζε πως μόνο με τη φωτιά διώχνεις τη σκουριά. Αν πάλι ασθενείς, ενώ είσαι δίκαιος, μάθε πως ανεβαίνεις σε ακόμη υψηλότερα μέτρα. Κι αν ακόμη είσαι χρυσάφι, με τη φωτιά γίνεσαι γνησιότερος. Μήπως όμως σου δόθηκε σατανικός άγγελος να βασανίζει τη σάρκα σου; Να αγαλλιάσεις τότε από χαρά, άκου με ποιόν εξομοιώθηκες – έχεις αξιωθεί της μερίδας του Παύλου. Ή πάλι βασανίζεσαι από πυρετό και παιδεύεσαι με ρίγη; Λέει η Γραφή σχετικά· «Περάσαμε μέσα από φωτιές και θάλασσες και μας οδήγησες σε αναψυχή». Βρίσκεσαι τώρα στην πρώτη φάση; Περίμενε θάρθει και η δεύτερη. Καθώς ασκείς την αρετή να κραυγάζεις τα λόγια του αγίου που λέει· «Είμαι φτωχός και θλίβομαι από τους πόνους». Έτσι μέσα από αυτούς τους δυο τρόπους θλίψης θα γίνεις τέλειος, όπως λέει· «Μέσα από τη θλίψη με ύψωσες». Με αυτά τα γυμνάσματα λοιπόν να προπονήσουμε τις ψυχές μας, γιατί ο αντίπαλος βρίσκεται ήδη μπροστά μας».
5. Είπε ακόμη· «Όταν νηστεύεις, μη προφασιστείς αρρώστια, γιατί σε ίδιες αρρώστιες πέφτουν πολλές φορές και αυτοί που δεν νηστεύουν, Άρχισες το καλό; Μην κάνεις πίσω, αν σου ριχτεί ο εχθρός. Με την υπομονή σου θα τον τσακίσεις. Και οι ναυτικοί όταν καθώς ξανοίγονται με το πλοίο έχουν ευνοϊκό άνεμο και αφού απλώσουν τα πανιά συναντούν αντίθετο, τότε εξαιτίας αυτής της αναποδιάς δεν ρίχνουν μεμιάς την πραμάτεια τους στη θάλασσα. Αλλά, αφού ησυχάσουν για λίγο ή και έστω βγουν έκτος μάχης από την τρικυμία, πάλι συνεχίζουν την πορεία τους. Έτσι και εμείς λοιπόν και αν πέσει καταπάνω μας ενάντιος αγέρας, αντί για πανί να σηκώσουμε ψηλά τον Σταυρό και άφοβα στο υπόλοιπο ταξίδι να πλεύσουμε».
6. Είπε η ίδια· «Είναι επικίνδυνο να διδάσκει ένας που δεν έχει προχωρήσει στην πράξη της αρετής. Όπως δηλαδή καθώς κάποιος έχει σπίτι ετοιμόρροπο και δεχθεί σ’ αυτό φιλοξενούμενους, θα τους κάνει κακό με την πτώση των τοίχων, έτσι και εκείνοι οι οποίοι δεν κατάρτισαν πρώτα τους εαυτούς τους, θα προξενήσουν την απώλεια σε όσους προσέρχονται σε αυτούς. Γιατί με τα λόγια βέβαια τους προσκάλεσαν στο δρόμο της σωτηρίας, με την κακή τους όμως συμπεριφορά θα βλάψουν τελικά τους αγωνιστές».
7. Είπε πάλι· «Καλό είναι να μη οργίζεται κανείς. Αλλά και αν συμβεί αυτό, γνώριζε πως ούτε μιας ημέρας καιρό δεν σου παραχώρησε για το πάθος, εκείνος που είπε· «Ας μη σας προλάβει οργισμένους η δύση του ήλιου». Εσύ όμως περιμένεις να σε προλάβει η δύση της ζωής σου. Γιατί μισείς τον άνθρωπο που σε λύπησε; Δεν είναι αυτός που σε αδίκησε, αλλά ο διάβολος. Να μισήσεις την αρρώστια λοιπόν και όχι τον άρρωστο».
8. Είπε πάλι· «Όσο περισσότερο προοδεύει κάποιος αθλητής, τόσο και με ισχυρότερο αντίπαλο συναγωνίζεται».
9. Είπε πάλι· «Έχει γραφεί· “Γίνετε συνετοί σαν τα φίδια και άμεμπτοι όπως τα περιστέρια”. Το να γίνετε συνετοί σαν τα φίδια λέχθηκε για να μη μας διαφεύγουν οι επιθέσεις και οι πονηριές του διαβόλου, γιατί το όμοιο από το όμοιο του αναγνωρίζεται πολύ γρήγορα. Το άμεμπτο όμως του περιστεριού υποδεικνύει την καθαρότητα των πράξεών μας».
10. Είπε πάλι· «Όπως ένας θησαυρός χάνεται σαν φανερωθεί, έτσι και η αρετή που αναγνωρίζεται και γίνεται ευρέως γνωστή εξαφανίζεται. Και ακόμη όπως το κερί λιώνει μπρος στη φωτιά, έτσι και η ψυχή εξαιτίας των επαίνων χαλαρώνει και σταματάει να αγωνίζεται».
11. Είπε πάλι· «Καθώς δεν είναι δυνατό στον ίδιο τόπο όπου υπάρχει αγριάδα να φυτρώσει σπόρος, έτσι είναι αδύνατο να κάνουμε καρπό ουράνιο όταν μας περιβάλλει η ανθρώπινη δόξα».
12. Είπε πάλι· «Παιδιά μου· όλοι θέλουμε να σωθούμε, όμως εξαιτίας της δικής μας αμέλειας απομακρυνόμαστε τελικά από τη σωτηρία».
13. Είπε επίσης· «Ας είμαστε προσεκτικοί, γιατί οι κλέφτες μπαίνουν και χωρίς να το θέλουμε διαμέσου των σωματικών μας αισθήσεων. Πώς είναι δυνατό να μη μαυρίσει ένα σπίτι από τους καπνούς που θα σηκωθούν έξω αν έχει ανοιχτά παράθυρα;».
14. Είπε πάλι· «Δεν πρέπει σ’ αυτή τη ζωή να ξενοιάσουμε, όπως λέει και η Γραφή· «Αυτός που νομίζει πως στέκεται καλά στα πόδια του, ας προσέχει μην πέσει». Πλέουμε σαν το καράβι στο άγνωστο, άλλωστε η ζωή μας έχει χαρακτηριστεί ως θάλασσα από τον ψαλμωδό. Όμως η θάλασσα αλλού είναι γεμάτη υφάλους, αλλού είναι φουρτουνιασμένη και αλλού πάλι γαλήνια. Εμείς λοιπόν θεωρούμε πως πλέουμε εκεί που είναι γαληνεμένη η θάλασσα, ενώ για τους κοσμικούς εκεί που έχει τρικυμία. Ακόμη πως ταξιδεύουμε μέσα στην ημέρα και μας οδηγεί ο ήλιος της δικαιοσύνης. Όμως είναι ενδεχόμενο πολλές φορές ο κοσμικός άνθρωπος που ταξιδεύει μέσα στο σκοτάδι και την κακοκαιρία, αν ξαγρυπνήσει, να σώσει το πλοίο του, ενώ εμείς που είμαστε μέσα στη γαλήνη, εάν από αμέλεια αφήσουμε το πηδάλιο των αρετών, να βυθιστούμε».
15. Είπε πάλι· «Όπως είναι αδύνατο χωρίς καρφιά να κατασκευαστεί ένα πλοίο, έτσι αποκλείεται να σωθεί κανείς δίχως την ταπεινοφροσύνη».
16. Είπε πάλι· «Υπάρχει λύπη ωφέλιμη, αλλά υπάρχει και λύπη που προξενεί βλάβη. Η ωφέλιμη λύπη είναι όταν θλίβεται κανείς για τις αμαρτίες του, ώστε να μην χάσει την καλή του πρόθεση για σωτηρία, ή όταν στενοχωρείται για την πνευματική ασθένεια των γύρω του, φτάνοντας με αυτό τον τρόπο στην τέλεια αρετή. Η λύπη όμως που προέρχεται από τον εχθρό είναι γεμάτη παραλογισμό, γι’ αυτό και ονομάστηκε από μερικούς ακηδία. Αυτήν την κατάσταση πρέπει να την απομακρύνει κανείς με την προσευχή και την ψαλμωδία».
17. Αυτός που μέσα στη μύτη του έχει τη δική του δυσωδία, δεν αισθάνεται άλλη μυρωδιά, έστω και αν σταθεί πάνω από όλα τα πτώματα.
 (Δ. Γ. Τσάμη, «Μητερικόν». Διηγήσεις αγ. Μητέρων της ερήμου- επιλογή).

Τετάρτη 11 Δεκεμβρίου 2013

- Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς

- Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς


Αγιορείτης Άγιος
Μνήμη 14 Νοεμβρίου
και
την δεύτερη Κυριακή
της Μεγάλης Τεσσαρακοστής
Ορθοδοξίας ο φωστήρ,
Εκκλησίας το στήριγμα και διδάσκαλε,
των μοναστών η καλλονή,
ων θεολόγων υπέρμαχος απροσμάχητος,
Γρηγόριε θαυματουργέ,
Θεσσαλονίκης το καύχημα,
κήρυξ της χάριτος,
ικέτευε δια παντός, σωθήναι τας ψυχάς ημών.
.
Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1296. Οι γονείς του κατάγονταν από την Ανατολή και ο πατέρας του, Κωνσταντίνος, ήταν φίλος του αυτοκράτορα Ανδρόνικου Β', δάσκαλος του μετέπειτα αυτοκράτορα Ανδρόνικου Γ' και μέλος της Συγκλήτου. Λίγο πριν πεθάνει έγινε μοναχός. Αργότερα και η μητέρα του Καλλονή έγινε και αυτή μοναχή. Ο Γρηγόριος ήταν το μεγαλύτερο παιδί τους. Σπούδασε στην Κωνσταντινούπολη, φιλοσοφία, ρητορική, φυσική και λογική. Σε ηλικία 20 χρονών αναχώρησε για το Άγιο Όρος με τα αδέλφια του Μακάριο και Θεοδόσιο. Το φθινόπωρο του 1316 παρέμειναν για να ξεχειμωνιάσουν στο Παπίκιο όρος. Εκεί τους πλησίασαν Μασσαλιανοί μοναχοί (Βογόμιλοι) με σκοπό να τους προσηλυτίσουν αλλά κατόρθωσε να μεταστρέψει πολλούς από αυτούς προς την Ορθοδοξία. Κάποιοι από αυτούς τους αιρετικούς προσπάθησαν να τον δηλητηριάσουν.
Την άνοιξη του 1317 έφθασαν στο Άγιο Όρος και εγκαταστάθηκε στην Λαύρα του Βατοπεδίου κοντά στον έμπειρο μοναχό Νικόδημο από τον οποίο εκάρη μοναχός. Μετά 3 χρόνια αφού πέθανε ο γέροντας του έφυγε για την Λαύρα του Αθανασίου. Υπηρέτησε εκεί 3 χρόνια. Έφυγε από εκεί και πήγε στις ανατολικές πλαγιές του Άθωνα, στην Προβάτα. Οι πειρατές ήταν μεγάλο πρόβλημα για τους ασκητές και αφού έμεινε εκεί 2 χρόνια αναχώρησε με άλλους 12 για τη Θεσσαλονίκη.
Το 1326 εγκαταστάθηκαν κοντά στην Βέροια, αφού χειροτονήθηκε ιερέας. Αυτή την εποχή πέθανε η μητέρα του στην Κωνσταντινούπολη και πήγε για να συμπαρασταθεί στις αδελφές του. Τελικά τις πήρε μαζί του και τις εγκατέστησε σε ησυχαστήριο μέσα στην πόλη της Βέροιας. Το 1331 δυσκόλεψε η κατάσταση και στην Βέροια εξαιτίας της εισβολής του Στέφανου Ντουσάν και ο άγιος Γρηγόριος έφυγε για το Άγιο Όρος. Πήγε στην Μεγίστη Λαύρα και εγκαταστάθηκε σε κελί, στο "φροντιστήριο του θείου Σάββα". Μετά από όραμα άρχισε να γράφει δογματικά έργα ενώ μέχρι τότε έγραφε ασκητικά. (Είδε ότι κρατούσε στα χέρια του σκεύος γεμάτο γάλα το οποίο ξαφνικά φούσκωσε και άρχισε να ξεχειλίζει ενώ ταυτόχρονα μεταβαλλόταν σε εύγευστο ευωδιαστό κρασί. Εμφανίστηκε τότε κάποιος επιφανής άνδρας και τον επιτίμησε λέγοντας του: "Γιατί δεν μεταδίδεις και σε άλλους το θεϊκό αυτό ποτό το οποίο αναβλήζει με θαυμαστό τρόπο αλλά το αφήνεις να χάνεται άδικα;" Κατάλαβε ότι έπρεπε να αρχίσει να γράφει δογματικά). Με ψήφο του πρώτου του Αγίου Όρους τοποθετείται ηγούμενος της μονής Εσφιγμένου μάλλον το 1333. Το 1334 επέστρεψε στο ερημητήριο του στη Λαύρα.
Το 1330 ήρθε από την Καλαβρία (Νότιο Ιταλία) ο ελληνόφωνος φιλόσοφος μοναχός Βαρλαάμ. Ο Ιωάννης Καντακουζηνός του έδωσε καθηγητική έδρα στο πανεπιστήμιο της Κωνσταντινούπολης. Έκανε μεγάλη εντύπωση αλλά φερόταν με μεγάλη υπεροψία προς τους συναδέλφους του. Σε λίγο καιρό έκανε πολλούς εχθρούς μεταξύ των οποίων και τον Νικηφόρο Γρηγορά και επειδή στην Κωνσταντινούπολη το κλίμα έγινε βαρύ γιαυτόν ο Βαρλαάμ εγκαταστάθηκε στην Θεσσαλονίκη.
Ο Βαρλαάμ, που ήταν πλατωνικός, ονόμαζε τους Ησυχαστές ομφαλοψύχους επειδή αρνιόταν την δυνατότητα συμμετοχής του σώματος στην πνευματική ζωή. Το 1337 κάλεσαν στην Θεσσαλονίκη τον άγιο Γρηγόριο και παρέμεινε εκεί γράφων και ομιλών για διάστημα μεγαλύτερο των 3 ετών. Από το 1338 μέχρι το 1341 ο άγιος Γρηγόριος απαντά στις κατηγορίες του Βαρλαάμ εναντίων των Ησυχαστών με τους λόγους του Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων.(Ο Βαρλαάμ αποκαλούσε τους Ησυχαστές Μασσαλιανούς [δηλαδή Ευχίτες ή Βογομίλους. {Αραβικά, μασ + Αλλάχ=φύλαττε Θεέ, ελέησον Θεέ, δηλαδή "Κύριε ελέησον", εξού και η ευχή που λέγεται στην Βόρειο Ελλάδα τουλάχιστον, απομεινάρι της Τουρκοκρατίας, προς τα όμορφα μικρά παιδιά: "Μασαλά", εβραϊκά μιχ εξου και το όνομα Μιχαήλ=μιχ+ηλ=ο Θεός προστατεύει}. {Σλαβικά, Μπογκ + πομίλουϊ = Θεέ ελέησον, δηλαδή "Κύριε ελέησον"}. Ελληνικά Ευχίτες. Επειδή απολυτοποιούσαν την χρήση της "Ευχής" και υποβάθμιζαν την θέση των Μυστηρίων). Οι αγιορείτες επικύρωσαν τις απόψεις του και υπέγραψαν τον Αγιορειτικό Τόμο. Το 1341 έγινε Σύνοδος στην Κωνσταντινούπολη η οποία εξέτασε τις κατηγορίες του Βαρλαάμ κατά των Ησυχαστών. Η Σύνοδος συνεδρίασε στις 10 Ιουνίου 1341. Πρόεδρος ήταν ο Ανδρόνικος Γ'. Συμμετείχαν ο Πατριάρχης, επίσκοποι, αρχιμανδρίτες, ηγούμενοι, ο μεγάλος δομέστικος Ιωάννης Καντακουζηνός, συγκλητικοί και λαός της πόλεως. Η Σύνοδος έληξε αυθημερόν και ο Πατριάρχης γνωστοποίησε με εγκύκλιο του τις αποφάσεις της, σύμφωνα με τις οποίες καταδικάζονταν οι ισχυρισμοί του Βαρλαάμ κατά των Ησυχαστών.
Ο Βαρλαάμ έφυγε για την Ιταλία από όπου είχε έρθει πριν 15 χρόνια. Δίδαξε στον Πετράρχη ελληνικά και τοποθετήθηκε από τον Πάπα στην επισκοπή Ιέρακος αυτός ο άλλοτε πολέμιος των παπικών αξιώσεων.
Την σκυτάλη του αντιησυχασμού πήρε ο Γρηγόριος Ακίνδυνος ο οποίος συμφωνούσε με τον άγιο Γρηγόριο στο θέμα της ησυχαστικής προσευχής αλλά διαφωνούσε στο θέμα της διάκρισης ουσίας και ενέργειας στο Θεό. Παρά την αντίθεση του Πατριάρχη Ιωάννη Καλέκα τον Αύγουστο του 1341 Σύνοδος δικαίωσε πάλι τους Ησυχαστές. Έτσι αυξήθηκε πολύ το κύρος του άγιου Γρηγορίου και του πρότειναν την επισκοπή Μονεμβασιάς που όμως αρνήθηκε.
Ο Ανδρόνικος Γ' πέθανε και στο κράτος ξέσπασε διαμάχη μεταξύ του Αλέξιου Απόκαυκου και του Πατριάρχη Ιωάννη Καλέκα από την μια και του Ιωάννη Καντακουζηνού από την άλλη μεριά. Υπέρ του Καντακουζηνού ήσαν οι περισσότεροι ηγετικοί παράγοντες της αυτοκρατορίας, οι "πνευματικοί" ηγέτες της εποχής Νικηφόρος Γρηγοράς, Δημήτριος Κυδώνης, Νικόλαος Καβάσιλας, η εκκλησιαστική ηγεσία εκτός από την ομάδα του Καλέκα και οι Ησυχαστές που είχαν την πεποίθηση ότι ο Καντακουζηνός θα υπερασπιζόταν την Ορθοδοξία καλύτερα. Με τους αντίπαλους ήταν οι περιφεριακοί μεγαλοκτηματίες. Μετά την οργανωμένη λεηλασία των περιουσιών των οπαδών του Καντακουζηνού στην Κωνσταντινούπολη και στη Θεσσαλονίκη πήραν με το μέρος τους και το μεγαλύτερο μέρος του λαού.
Ο άγιος Γρηγόριος έχασε την εύνοια του Πατριάρχη Καλέκα και της αυτοκράτειρας Άννας. Τον Απρίλιο του 1343 συνελήφθη και κλείστηκε στην φυλακή των ανακτόρων για σχεδόν 4 χρόνια με άλλους πολιτικούς κρατούμενους. Αυτή ήταν η πολυγραφότερη περίοδος της ζωής του. Ο Καντακουζηνός μπήκε στην Κωνσταντινούπολη στις 2 Φεβρουαρίου 1447. Ο άγιος Γρηγόριος εργάστηκε για την συμφιλίωση των δύο παρατάξεων.
Το 1347 ο άγιος Γρηγόριος εκλέγεται μητροπολίτης Θεσσαλονίκης και ο φίλος και μαθητής του Ισίδωρος, Πατριάρχης. Δεν έγινε δεκτός στην Θεσσαλονίκη επειδή υποστήριζε τον Καντακουζηνό και αναγκάστηκε να αποσυρθεί στο Άγιο Όρος. Εκεί ο Στέφανος Ντουσάν του ζήτησε να τον χρίσει αυτοκράτορα ώστε να καταλάβει την Θεσσαλονίκη και να την κάνει πρωτεύουσα του. Ο άγιος δεν δέχτηκε.
Στην Θεσσαλονίκη μπόρεσε να πάει το 1350 μετά παρέμβαση του Καντακουζηνού. Συμφιλίωσε τις πολιτικές μερίδες της πόλης, εξύψωσε το φρόνημα του κλήρου και αναζωογόνησε την λειτουργική ζωή. Έμεινε αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης μέχρι τον θάνατο του το 1359.
Ο Γρηγόριος Ακίνδυνος πέθανε και την ηγεσία της αντιησυχαστικής μερίδας ανέλαβε ο Νικηφόρος Γρηγοράς. Στις 28 Μαΐου 1351 συνεκλήθη νέα Σύνοδος. Ολοκλήρωσε τις εργασίες της τον Ιούλιο του ίδιου χρόνου και δικαίωσε τον άγιο Γρηγόριο. Συνετάχθη τόμος ο οποίος συμπεριελήφθη στο Συνοδικό της Ορθοδοξίας και έγινε δεκτό από ολόκληρη την Εκκλησία.
Ο Ιωάννης Παλαιολόγος, γιος της Άννας, συνεννοήθηκε με τον Στέφανο Ντουσάν και δεν επέτρεψε στον άγιο Γρηγόριο να επιστρέψει στην Θεσσαλονίκη. Ευτυχώς όμως η μητέρα του τον έπεισε να ακυρώσει την συμφωνία και προσκάλεσαν τον οι δυο τους, μητέρα και γιος, τον άγιο Γρηγόριο στην Θεσσαλονίκη. Ο Παλαιολόγος τον παρακάλεσε να πάει στην Κωνσταντινούπολη για πετύχει νέα συμφιλίωση με τον Καντακουζηνό. Καθυστέρησε όμως να φτάσει, ένα χρόνο, επειδή στην Καλλίπολη πιάστηκε αιχμάλωτος από τους Τούρκους τον Μάρτιο του 1354. Συζήτησε τότε και με μουσουλμάνους θεολόγους τους Χιόνας. Ο μουλάς Τασιμάνης προέβλεψε ότι κάποτε θα έρθει καιρός που οι μουσουλμάνοι και οι χριστιανοί θα συμφωνήσουν και ο άγιος ευχήθηκε ο καιρός εκείνος να έρθει το συντομότερο δυνατόν. Μετά ένα χρόνο ο Ορχάν τον άφησε ελεύθερο αφού πήρε πολλά λύτρα ή από τον Στέφανο Ντουσάν ο οποίος ακόμα ήλπιζε, ή από τον Καντακουζηνό.
Μόλις ελευθερώθηκε πήγε στην Κωνσταντινούπολη. Ο Καντακουζηνός πλέον είχε παραιτηθεί και είχε καρεί μοναχός. Πατριάρχης ήταν πλέον ο φίλος και βιογράφος του Φιλόθεος Κόκκινος. Οργανώθηκε δημόσια συζήτηση με τον αντιησυχαστή Γρηγορά ενώπιον του αυτοκράτορα και υπερίσχυσε ο άγιος Γρηγόριος.
Το φθινόπωρο του 1355 επέστρεψε στην Θεσσαλονίκη όπου παρέμεινε για τέσσερα χρόνια χωρίς προβλήματα πλέον μέχρι την κοίμησή του. Δυο μαθητές του, οι Μάρκος και Δωρόθεος Βλατής ίδρυσαν κοντά στην ακρόπολη της πόλης την μονή Βλατάδων. Μετά βαρειά ασθένεια εκοιμήθη στις 14 Νοεμβρίου του 1359. Η μνήμη του τιμάται στις 14 Νοεμβρίου και την δεύτερη Κυριακή της Μεγάλης Τεσσαρακοστής μετά την Κυριακή της Ορθοδοξίας.
.
.
ΑΓΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΠΑΛΑΜΑΣ
του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου
 Ιωαννουπόλεως και Πρετορίας
κ. Σεραφείμ
.
«Τη αυτή ημέρα, Κυριακή δευτέρα των Νηστειών, μνήμην επιτελούμεν του εν αγίοις πατρός ημών Γρηγορίου Αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης, του Παλαμά» (Τριώδιον, έκδοση Αποστολικής Διακονίας, σελ. 181).
Η σημερινή εορτή της Εκκλησίας μας είναι αφιερωμένη σε μια από τις μεγαλύτερες πατερικές της μορφές, στον άγιο Γρηγόριον Παλαμά, που με το θεολογικό του έργο αντιμετώπισε αποτελεσματικά κακόδοξες αντιλήψεις για την Ορθόδοξη διδασκαλία περί της θεότητος της αγίας Τριάδος, διαφυλάσσοντας έτσι τον πιστό λαό του Θεού στην υπόθεση της προσωπικής επιτεύξεως της εν Χριστώ σωτηρίας του.
 Ο άγιος Γρηγόριος Παλαμάς γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1296. Σε ηλικία επτά χρονών έμεινε ορφανός από πατέρα, ο οποίος υπήρξε δάσκαλος του εγγονού του αυτοκράτορα Ανδρονίκου Β΄ (του μετέπειτα αυτοκράτορα Ανδρονίκου Γ΄), αυτοκρατορικός σύμβουλος και τακτικό μέλος της Συγκλήτου (ένα πολιτικό σώμα με συμβουλευτικό όμως χαρακτήρα, κάτι παρόμοιο με τη σημερινή Βουλή, που συνήθως τα μέλη του τα διόριζε ο αυτοκράτορας). ΄Ετσι η πρόνοια του Θεού βοήθησε ο ορφανός Γρηγόριος να έχει ως προστάτη του τον ίδιο τον αυτοκράτορα, ο οποίος φρόντισε να έχει τους καλύτερους δασκάλους και να πάει στα καλύτερα σχολεία.  Η εκπαίδευσή του συνεχίστηκε με τη φοίτηση του στο Πανεπιστήμιο Κωνσταντινουπόλεως, όπου παρηκολούθησε ελεύθερες σπουδές και φιλοσοφία. Μάλιστα διακρίθηκε τόσο πολύ στις Πανεπιστημιακές του σπουδές, που σε ηλικία 17 χρονών του ανατέθηκε να ετοιμάσει ομιλία για τον Αριστοτέλη, με ακροατήριο τον αυτοκράτορα, αξιωματούχους της αυτοκρατορίας κι αρκετούς ανθρώπους των γραμμάτων και των τεχνών. Τόσο πολύ εντυπωσίασε με το περιεχόμενο του λόγου του, ώστε ο τότε διευθυντής του Πανεπιστημίου Κωνσταντινουπόλεως,  ο διάσημος θεολόγος και φιλόσοφος Θεόδωρος Μετοχίτης, απευθυνόμενος στον αυτοκράτορα Ανδριανό Β΄, παρατήρησε με θαυμασμό για τον νεαρό Γρηγόριο: «και Αριστοτέλης αυτός, ει γε περιών, παρήν επήνεσεν αν». Θέλοντας όμως, ο νεαρός Γρηγόριος, ν' ασχοληθεί αποκλειστικά, θεωρητικά και βιωματικά, με τη μελέτη του Χριστιανισμού και την προσευχή, απογοητεύοντας τον αυτοκράτορα, που τον προόριζε για κάποιο ανώτατο πολιτικό αξίωμα, εγκατέλειψε τις σπουδές του στο Πανεπιστήμιο κι αφοσιώθηκε στο Μοναχισμό, πείθοντας μάλιστα και τα μέλη της οικογένειάς του (την μητέρα του και τα τέσσερά του αδέλφια) ν' ακολουθήσουν το παράδειγμά του.
Μετά από δεκαετή παραμονή σε μοναστήρια του αγίου ΄Ορους (Βατοπεδίου και Μεγίστης Λαύρας), σε ηλικία 30 χρονών χειροτονήθηκε στη Θεσσαλονίκη διάκονος και πρεσβύτερος. Ακολούθως συνέχισε τον αυστηρό μοναχικό βίο για μια πενταετία στη Βέροια, για να επιστρέψει πάλι στο άγιο ΄Ορος και να αναλάβει σε ηλικία 39 χρονών ηγούμενος της Μονής Εσφιγμένου, στην οποία ανήκαν περισσότεροι από 200 μοναχοί. Φαίνεται όμως ότι οι μοναχοί του δυσκόλευαν τη ζωή, διότι γρήγορα προτίμησε ν' αποχωρήσει στο ησυχαστήριο του αγίου Σάββα.
Την ίδια περίοδο (1335-40) εμφανίστηκε, πρώτα στην Κωνσταντινούπολη και μετά στη Θεσσαλονίκη, προερχόμενος από την Ιταλία, ο ελληνικής καταγωγής μοναχός και φιλόσοφος Βαρλαάμ ο Καλαμβρός, ο οποίος, με τις ομιλίες του, απέκτησε φήμη δεινού φιλοσόφου και θεολόγου. Μεταξύ άλλων, ο Βαρλαάμ, με γραπτές και προφορικές ομιλίες, αμφισβητούσε την ορθοδοξία και τον τρόπο προσευχής των ησυχαζόντων μοναχών του αγίου όρους (τη νοερά προσευχή). Ο άγιος Γρηγόριος ανέλαβε ν' απαντήσει  θεολογικά στις κατηγορίες του Βαρλαάμ, γράφοντας μια σειρά εννέα βιβλίων  με τον τίτλο «Υπέρ των Ησυχαζόντων». Το πρόβλημα που έθετε ο Βαρλαάμ δεν ήταν τόσο απλό όσο φαινόταν στην αρχή, μια διαφορετική άποψη για ένα επί μέρους θεολογικό θέμα του πρακτικού βίου των μοναχών. Στην πραγματικότητα, ο Βαρλαάμ προσπαθούσε να διαστρεβλώσει βασικές πτυχές της Ορθόδοξης Θεολογίας, όπως η διδασκαλία της Εκκλησίας περί εκπορεύσεως του αγίου Πνεύματος, περί της γνώσεως του Θεού  και περί της θέας του θείου Φωτός.
Η διένεξη αυτή είναι γνωστή στην Εκκλησιαστική Ιστορία ως "Ησυχαστική ΄Εριδα" και κράτησε για 25 χρόνια (1335-1360).
Η πρώτη φάση της έριδος έληξε το 1341 με την καταδίκη του Βαρλαάμ από Σύνοδο στην Κωνσταντινούπολη. Κατά το ίδιο έτος, πριν περάσουν ελάχιστοι μήνες, κατά τη δεύτερη περίοδο της έριδος (1341-1347) ο άγιος Γρηγόριος Παλαμάς, με τον ξαφνικό θάνατο του αυτοκράτορα Ανδρονίκου Γ΄ το 1341, καταδιώχθηκε από τους πολιτικούς προστάτες του Βαρλαάμ, για να καταλήξει τελικά στις φυλακές των ανακτόρων στην Κωνσταντινούπολη. Ευρισκόμενος στη φυλακή, του επιβλήθηκε από Σύνοδο της Κωνσταντινουπόλεως το 1344 η ποινή της εκκλησιαστικής ακοινωνησίας. Εναντίον του ήταν ακόμη κι ο τότε Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Ιωάννης Καλέκας, ο οποίος φαίνεται να είχε παρασυρθεί και εγκολπωθεί τις κακόδοξες θέσεις του Βαρλαάμ. Ο άγιος Γρηγόριος Παλαμάς, απτόητος, με πίστη στο Θεόν, συνέχισε με επιστολές να μάχεται για την υπόθεση της Ορθοδοξίας, συγκρουόμενος ανοικτά με τον Πατριάρχη Καλέκα, που τελικά με την αλλαγή των πολιτικών πραγμάτων και την επικράτηση του Κατακουζηνού το 1347, η Σύνοδος της Κωνσταντινουπόλεως κατεδίκασε τον αιρετικό Πατριάρχη Καλέκα, εκλέγοντας στη θέση του τον Ορθόδοξο κληρικό Ισίδωρο. Η ίδια Σύνοδος προχώρησε στην εκλογή 30 νέων επισκόπων, ανάμεσα στους οποίους ήταν κι ο άγιος Γρηγόριος Παλαμάς, εκλεγείς ως Αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης. Από της θέσεως, αυτής λάμπρυνε με την παρουσία του τον Αρχιεπισκοπικό θρόνο της Θεσσαλονίκης, υπηρετώντας με συνέπεια κι αυτοθυσία το λαό του Θεού και τη Θεολογία.
Και κατά την τρίτη φάση της ησυχαστικής έριδος (1348-1355), έστω κι αν εξορίσθει και εταλαιπωρήθει ως αιχμάλωτος των Τούρκων, αγέρωχα συνέχισε τον αγώνα του με επιτυχία. ΄Εγινε το ορατό σύμβολο της Ορθοδοξίας των Ορθοδόξων. Τελικά σε ηλικία 63 χρονών, στις 14 Νοεμβρίου 1359, μετά από βαριά ασθένεια κοιμήθηκε για πάντα, αφήνοντας όμως ήδη πίσω του ένα τεράστιο συγγραφικό έργο, μέσα από το οποίο καθορίζεται με σαφήνεια το περιεχόμενο της πίστεως της αρχέγονης Εκκλησίας, όπως αυτή μαρτυρείται από την αγία Γραφή, τις αποφάσεις των Οικουμενικών Συνόδων και το συγγραφικό έργο των Πατέρων της Εκκλησίας μας. Η μεγάλη θεολογική προσφορά του κι η αγιότητα του βίου του, που εκδηλώθηκε με μαρτυρίες θαυμάτων, αποτέλεσαν κίνητρα για να τιμάται από τοπικές Εκκλησίες ως άγιος. Μάλιστα εννιά χρόνια μετά την κοίμησή του, το 1368, η Σύνοδος της Κωνσταντινουπόλεως, με πρόεδρο τον Πατριάρχη Φιλόθεον, όρισε επίσημα ο Γρηγόριος Παλαμάς να εορτάζεται από την Εκκλησία ως άγιος, κατά τη δεύτερη Κυριακή των Νηστειών της Μεγάλης Τεσσαρακοστής.
Τα βιβλία του διακρίνονται σε κείμενα που αναφέρονται στο άγιο Πνεύμα, σε επικοδομητικές και δογματικές επιστολές, κείμενα υπέρ των ησυχαζόντων μοναχών, σε ομολογιακά κείμενα, Ποιμαντικές πραγματείες, σε αντιρρητικά, αντιαιρετικά κι ασκητικά κείμενα.
Με το θεολογικό του έργο ο άγιος Γρηγόριος Παλαμάς, εκτός του ότι αντιμετώπισε με θεολογική επιτυχία κάποιες προσπάθειες για διαστρέβλωση βασικών πτυχών της Ορθόδοξης διδασκαλίας, κατάφερε να ανανεώσει τη θεολογική ορολογία και να δώσει νέες κατευθύνσεις στη θεολογική σκέψη, έτσι ώστε το περιεχόμενο της πίστεως της αρχέγονης Εκκλησίας να είναι κατανοητό και προσιτό στους χριστιανούς της εποχής του. ΄Ετσι εξασφάλιζε τις απαραίτητες εκείνες προϋποθέσεις που απαιτούντο για να ακολουθήσουν οι Χριστιανοί ανεμπόδιστα το δρόμο της εν Χριστώ σωτηρίας τους. Με το θεολογικό του έργο καθόριζε με σαφήνεια τον τρόπο με τον οποίο επιτελείται η κοινωνία του ανθρώπου με τον Θεόν (βλ.περισ. Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια, τόμος 4, Αθήναι, 1964, σελ. 775-796).
Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο καθηγητής της Εκκλησιαστικής ιστορίας της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Βλάσης Φειδάς «διά του Συνοδικού τόμου του 1351 και των προστεθέντων εις το Συνοδικόν της Κυριακής της Ορθοδοξίας (Τριώδιον, έκδοση Αποστολικής Διακονίας, σελ. 148 και εξής) αναθεματισμών δι' αντιπαραθέσεως και της διδασκαλίας της Εκκλησίας, απεσαφηνίσθη η εκκλησιαστική παράδοσις ου μόνον ως προς την υπό των ησυχαστών δυνατότητα αισθητής οράσεως του ακτίστου θείου φωτός, αλλά και ως προς την δογματικήν διάκρισιν αμεθέκτου θείας ουσίας και μεθεκτών θείων ενεργειών. Ο υπό του Βαρλαάμ και των βυζαντινών ανθρωπιστών προβαλλόμενος Θεός της φιλοσοφικής διανοήσεως, δεν ήτο δυνατόν να υποκαταστήσει τον Θεόν της Αποκαλύψεως. Η διά της φιλοσοφίας φυσική γνώσις των όντων, οδηγεί εις τον δημιουργόν του παντός, αλλ' αύτη, αφ' ενός μεν αδυνατεί να περιγράψει διά του ορθού λόγου την θεία φύσιν και ουσίαν, αφ' ετέρου δε στερείται καθ' εαυτήν σωτηριολογικού χαρακτήρος. Η σωτηρία κατέστη εφικτή μόνον διά του απολυτρωτικού έργου του Ιησού Χριστού και διαιωνίζεται εν αγίω Πνεύματι υπό της Εκκλησίας, διό και η εν τω Χριστιανισμώ σωτηριώδης αλήθεια ουδεμιάς δείται συμπληρώσεως, εκ της διά της φυσικής γνώσεως κτωμένης υπό του ορθού λόγου αληθείας των όντων. Διά των δοξασιών των Βαρλαάμ, Γρηγορίου Ακινδύνου, Νικηφόρου Γρηγορά και των άλλων βυζαντινών ανθρωπιστών, ημφεσβητείτο, ου μόνον η πληρότης της υπό της Εκκλησίας κατεχομένης σωτηριώδους εν Χριστώ αληθείας, αλλά και η υπ' αυτής αυθεντική εν αγίω Πνεύματι προσφορά της πληρότητος της σωτηρίας. Εν τελευταία αναλύσει λοιπόν, το κατά την ησυχαστικήν έριδα πρόβλημα, δεν ήτο μόνον θεολογική τις διαφωνία περί την δυνατότητα γνώσεως του Θεού και της μεθόδου κτήσεως αυτής, αλλ' άρνησις της αυταρκείας και πληρότητος της υπό της Εκκλησίας φυλασσομένης αληθείας της εν Χριστώ Αποκαλύψεως και της αυθεντίας της εκκλησίας να υποδεικνύει, διά της ιεράς Παραδόσεως, ασφαλώς την οδόν της εν χριστώ σωτηρίας» (Εκκλησιαστική ιστορία, Πανεπιστημιακαί Παραδόσεις, Αθήναι, 1972, σελ. 520-521).

 


Παρασκευή 22 Νοεμβρίου 2013

Η ασκητική μέθοδος στην Ορθοδοξία και οι Οικουμενικοί Διάλογοι (β')

Η ασκητική μέθοδος στην Ορθοδοξία και οι Οικουμενικοί Διάλογοι (β')


Η ασκητική μέθοδος στην Ορθοδοξία και οι Οικουμενικοί Διάλογοι (β')
Η ΑΣΚΗΤΙΚΗ ΜΕΘΟΔΟΣ ΣΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ ΚΑΙ ΟΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΙ ΔΙΑΛΟΓΟΙ (ΜΕΡΟΣ Β΄) 
Ἐν Πειραιεῖ  19-11-2013
πρωτοπρεσβ. π. Ἄγγελος Ἀγγελακόπουλος  ἐφημ. Ἱ. Ν. Ἁγίας Παρασκευῆς Νέας Καλλιπόλεως Πειραιῶς
Ἡ ἄσκηση στήν Ὀρθοδοξία 
Λέει, λοιπόν, ὁ ἅγιος Γέρων (π. Γεώργιος Καψάνης) : «Φύτευσε μάλιστα ὁ Κύριος στόν Παράδεισο τό δένδρο τῆς γνώσεως τοῦ καλοῦ καί τοῦ κακοῦ καί παρήγγειλε στόν ἄνθρωπο νά μή γευθεῖ τόν καρπό του. Θά μποροῦσε ἔτσι ὑπακούοντας στό θεῖο θέλημα καί ἀσκούμενος νά κερδίζει ἐν τῆ ἐλευθερία του τήν ὁδό τῆς θεώσεως. Ἡ συνέργεια ἦταν ἀπαραίτητη ἀκόμη καί στά σκηνώματα τοῦ Παραδείσου. Ἡ ἄσκηση τοῦ Ἀδάμ στήν ὑπακοή καί στήν πιστή ἐφαρμογή τοῦ ἁγίου θελήματος τοῦ Κυρίου ἦταν ἡ ὁδός καί τό μέσον της πλήρους καί τελείας ἐναρμονίσεως τῆς θελήσεώς του πρός τήν θέληση τοῦ Πατρός του, ὥστε ὁ Ἀδάμ νά ἀνταποκριθεῖ πλήρως στήν θεία ἀγάπη. 
Γνωρίζουμε ὅλοι ποῦ ὁ Ἀδάμ θά κατέληγε, ἐάν τηροῦσε τόν κανόνα τῆς ὑπακοῆς διά τῆς ἀσκήσεως. Μεταμορφούμενος ἀπό ὡραιότητα σέ ὡραιότητα, ἀπό δύναμη σέ δύναμη, ἀπό δόξα σέ δόξα, θά κατέληγε στήν θέωση μέ ἀποτέλεσμα τήν ἀναμαρτησία καί τήν ἀθανασία…». 
Ὅμως, ὁ Ἀδάμ καί ἡ Εὔα παρήκουσαν καί ἐξορίσθηκαν ἀπό τόν Παράδεισο καί κληρονόμησαν στό ἀνθρώπινο γένος τίς συνέπειες τοῦ προπατορικοῦ ἁμαρτήματος, τήν φθορά καί τόν θάνατο, λέει ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας. 
«… Ὁ οὐράνιος Πατήρ ὡς καλός παιδαγωγός χρησιμοποίησε ὅλα τά μέσα (ὑποσχέσεις, ἀπειλές, νόμο, προφῆτες) γιά τήν ἐπιστροφή τοῦ λαοῦ του καί δι’ αὐτοῦ ὁλοκλήρου του κόσμου…». 
Παρ’ὅλ’αὐτά, λόγω τῆς ἀσθενείας τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως καί τοῦ πολέμου τῶν δαιμόνων ἐναντίον τῶν ἀνθρώπων, «…ἡ ἄσκηση εἶναι τώρα ἰδιαιτέρως ἀναγκαία γιά τήν ὑπερνίκηση τῶν ἀδυναμιῶν, τήν κάθαρση ἀπό τά σκοτεινά πάθη, τήν ἐνίσχυση τῆς βουλήσεως στό ἀγαθό, τήν ἀπόκτηση τῶν ἀρετῶν καί τήν ἐφαρμογή τοῦ θείου θελήματος. Πρίν ἀπό τήν πτώση ἡ ἄσκηση ἐμοίαζε μέ προσπάθεια καλλιέργειας ἑνός εὔφορου ἀγροῦ. Τώρα ἡ ἄσκηση μοιάζει μέ προσπάθεια καλλιέργειας γῆς ἐρήμου καί ἀβάτου καί ἀνύδρου, γεμάτης ἀπό ζιζάνια καί ἀγκάθια. Ἀλλ' ὅσο δυσκολότερη καί ἐπιπονότερη ἡ ἄσκηση, τόσο καί ἀναγκαιότερη…». 
«…Ὅταν οἱ νηστεῖες καταντήσουν μία ἐξωτερική ἐκπλήρωση τύπου χωρίς ἐσωτερική ἀνακαίνιση καί μετάνοια, θά ἀκουστεῖ ὁ αὐστηρός ἔλεγχος τῶν Προφητῶν, οἱ ὁποῖοι θά στηλιτεύσουν ὄχι τίς νηστεῖες, ἀλλά τήν ἀσπλαχνία, τήν ἀδικία καί τήν ὑποκρισία τῶν νηστευόντων. «Οὐχί τοιαύτην νηστείαν ἐγώ ἐξελεξάμην, λέγει Κύριος, ἀλλά λύε πάντα σύνδεσμον ἀδικίας…». 
«…Ὁ συνδετικός κρίκος τῆς Παλαιᾶς καί τῆς Καινῆς Διαθήκης, ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Βαπτιστής, εἶναι κατ' ἐξοχήν ἀσκητής. Ὁμοίως καί ἡ προφήτις Ἄννα «οὐκ ἀφίστατο ἀπό τοῦ ἱεροῦ, νηστείαις καί δεήσεσιν λατρεύουσα νύκτα καί ἡμέραν»[1]. Ἀμφότεροι ἀξιώθηκαν νά λάβουν τό Ἅγιον Πνεῦμα καί νά ἀναγνωρίσουν τόν Μεσσία…». 
Ὁ ἴδιος ὁ  Ἰησοῦς Χριστός νήστευσε σαράντα (40) ἡμέρες καί «θά μιλήσει γιά τήν στενή καί τεθλιμμένη ὁδό, γιά τήν ἀληθῆ νηστεία, γιά τήν ἀνάγκη νά βιάσει ὁ πιστός τόν ἑαυτό του χάριν τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, ὅπως καί γιά τήν ἀνάγκη ἐντατικοῦ ἀγῶνος. Ὅλ’ αὐτά συνιστοῦν τήν πεμπτουσία τῆς ἀσκήσεως, χωρίς τήν ὁποία ἡ ἀντιδραστική φύση μας δέν εἶναι δυνατόν νά μεταμορφωθεῖ ἀπό τήν Χάριν. 
Ἄλλωστε, ὁ Κύριος μέ ὅλη τήν πολιτεία Του (τελεία ἀγάπη, ἀκτημοσύνη, νηστεία, προσευχή, ὑπακοή) προδιέγραψε τόν τύπο τοῦ καινοῦ-νέου ἀνθρώπου ὡς ἀσκητικοῦ ἀνθρώπου.
Τό ἀσκητικό παράδειγμα τοῦ Κυρίου ἀκολούθησαν οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι καί μάλιστα ὁ κατ' ἐξοχήν ἀσκητής Ἀπόστολος Παῦλος[2]…». 

Ἡ ἄσκηση δέν εἶναι σκοπός, ἀλλά μέσον.
«Σκοπός τῆς ἀσκήσεως εἶναι πάντοτε ἡ ἕνωση τοῦ ἀσκουμένου πιστοῦ μέ τήν Ἁγία Τριάδα ἐν Χριστῷ καί μάλιστα ἐντός τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ, τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Ἡ ἄσκηση ἀποτελεῖ τήν ὁδό πρός τήν θεανθρώπινη ἕνωση. Εἶναι εὔκολο ὁ ἀσκούμενος νά λησμονήσει τό γιατί ἀσκεῖται καί νά ἐκλάβει τό μέσον ὡς σκοπό (αὐτοδικαίωση, ἠθικισμός, νομικισμός, φαρισαϊσμός)…».
Λέει ὁ ὅσιος Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ ὅτι σκοπός τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς εἶναι ἡ ἀπόκτηση τῆς ἀκτίστου, μεθεκτῆς, προσιτῆς καί κοινωνητής θείας Χάριτος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἄρα καί ἡ ἄσκηση πρέπει νά μᾶς βοηθᾶ νά ἀποκτήσουμε τήν θεία Χάριν. «Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ὑποταγεῖ στόν Θεό καί ὑποτάξει τά πάθη του στόν λόγο, τότε μπορεῖ νά ὑποτάξει καί τήν ἄλογη φύση ὡς βασιλιάς της…».
«Ὁ κατά Χριστόν ἀσκητής μέ τήν θέλησή του θέλει τόν Χριστό, μέ τόν νοῦ του σκέπτεται τόν Χριστό καί μέ τήν καρδιά του ἀγαπᾶ τόν Χριστό. Ὅλος ὁ ἄνθρωπος χριστοποιεῖται καί γίνεται ἁρμονικός ἄνθρωπος καί καινός-νέος ἄνθρωπος. Ἡ ἐσωτερική του δέ ἁρμονία ἐπεκτείνεται, ὅπως εἴδαμε, καί στήν ἄλογη φύση…».
Ἡ ἄσκηση δραστηριοποιεῖ τήν συνέργεια.
«Ἡ συνέργεια, δηλ. ἡ θεανθρώπινη συνεργασία γιά τήν σωτηρία μας, δέν νοεῖται ἀπό τῆς πλευρᾶς τοῦ ἀνθρώπου χωρίς τήν ἄσκηση. Ὁ Θεός σώζει αὐτούς, πού θέλουν νά σωθοῦν. Θέλω δέ νά σωθῶ σημαίνει ἀγωνίζομαι νά σωθῶ…».

Ἡ ἄσκηση εἶναι ἔργο ὅλων τῶν Χριστιανῶν, κληρικῶν καί λαϊκῶν, μοναχῶν καί κοσμικῶν.
«Ὁ ἱερός Χρυσόστομος ἐπί παραδείγματι, δέν θεωροῦσε τήν μοναστική ζωή ὡς μία ἀνώτερη κατεύθυνση γιά τούς ἐκλεκτούς, ἀλλά μᾶλλον ὡς γενικό εὐαγγελικό κανόνα, προοριζόμενο γι' ὅλους τους Χριστιανούς. Στό σημεῖο αὐτό συμφωνεῖ πλήρως μέ τήν κύρια παράδοση τῆς ἀρχαίας Ἐκκλησίας, ἀπό τοῦ Μ. Βασιλείου καί τοῦ ἱεροῦ Αὐγουστίνου μέχρι τοῦ ὁσίου Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου στούς μετέπειτα χρόνους[3]…».
Ὁ μοναχισμός δέν εἶναι κάτι ξένο πρός τήν Ἐκκλησία. «Δέν εἶναι ὀρθό νά ἑρμηνεύσουμε τόν μοναχισμό ὡς ἀποτέλεσμα ἐπιδράσεως ἄλλων θρησκειῶν ἤ ὡς διαμαρτυρία μόνο κατά τῆς ἐκκοσμικεύσεως τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ μοναχισμός ἀποτελεῖ τόν καρπό τοῦ ἀσκητικοῦ ἰδεώδους ὁλοκλήρου της Ἐκκλησίας. Ὅταν τό ἰδεῶδες αὐτό ἀτονεῖ, διέρχεται κρίση καί ὁ μοναχισμός. Ἐδῶ ἴσως πρέπει νά ἀναζητήσουμε τά αἴτια τῆς κρίσεως τοῦ μοναχισμοῦ σήμερα. Ὁ μοναχισμός εἶναι σάρξ ἐκ τῆς σαρκός τῆς Ἐκκλησίας καί εἶναι φυσικό καί νά ἐπιδρᾶ στήν Ἐκκλησία, ἀλλά καί νά ἀντανακλᾶ σ’αὐτόν ἡ κατάσταση τῆς Ἐκκλησίας…».
Ἀγάπη καί ἄσκηση συνυφαίνονται καί ἀλληλοσυμπληρώνονται.
«Τήν ἀγάπη μποροῦν νά ἀποκτήσουν οἱ Χριστιανοί μέ τήν ἄσκηση. «Ὅσοι ἀγαποῦν αὐτόν τόν κόσμο, δέν μποροῦν νά ἀποκτήσουν τήν ἀγάπη τῶν ἀνθρώπων», λέει ὁ ἀββάς Ἰσαάκ ὁ Σύρος[4]. Κάθε ἄσκηση κατά βάθος εἶναι προετοιμασία ἀγάπης. Πῶς θά μοιρασθεῖ κανείς τό φαγητό του μέ αὐτόν πού πεινάει, ἐάν δέν νικήσει τήν λαιμαργία μέ τήν νηστεία;… Ἡ κατά Θεόν ἀγάπη εἶναι κίνητρο καί ἀποτέλεσμα τῆς ἀληθινῆς ἀσκήσεως, ὅπως βλέπουμε στούς θαυμαστούς βίους τῶν Ἁγίων.
Αὐτή τήν τελεία ἀγάπη ἐκφράζουν καί οἱ κατωτέρω λόγοι τοῦ προαναφερθέντος Πατρός : «Καρδία ἐλεήμων εἶναι καῦσις καρδίας ὑπέρ πάσης της κτίσεως, ἤγουν ὑπέρ τῶν ἀνθρώπων καί τῶν ὀρνέων καί τῶν ζώων καί τῶν δαιμόνων καί ὑπέρ παντός κτίσματος»[5].
Ἡ ἄσκηση ἔχει ἐκκλησιαστικό καί ὄχι ἀτομικιστικό χαρακτήρα.
«Ὁ Χριστιανός ὑπακούοντας στήν Ἐκκλησία ἀσκεῖται στήν ταπείνωση καί ἐνεργεῖ ὡς καθολικός (πανανθρώπινος, ὁλόκληρος) ἄνθρωπος, δηλ. ὡς ἄνθρωπος τοῦ ὁποίου ἡ ἀτομική συνείδηση ἔχει ἐξαγιασθεῖ καί ἐναρμονισθεῖ μέσα στήν καθολική συνείδηση τῆς Ἐκκλησίας. Ἔτσι, ὁ Χριστιανός ἐνεργεῖ ἐκκλησιαστικῶς, συνοδικῶς, καθολικῶς, μέ τούς ἐν Χριστῷ ἀδελφούς του, μέ τούς ὁποίους ἀποτελεῖ ἕνα σῶμα. Ἡ τήρηση μάλιστα τῶν κοινῶν νηστειῶν, προσευχῶν καί ἐκκλησιαστικῶν ἐθίμων συντελεῖ στήν στενότερη σύσφιγξη τοῦ ἀσκουμένου μέ τήν Ὀρθόδοξη Καθολική Ἐκκλησία, πού ἐκτείνεται σέ πλάτος καί μῆκος χρόνου…».

[1] Λκ. 6,37.
[2] Α΄ Κορ. 9,27.
[3] π. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΦΛΩΡΟΦΣΚΥ, «Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, ὁ προφήτης τῆς ἀγάπης», Ἀκτίνες 18 (1959) 9.
[4] ΟΣΙΟΣ ΙΣΑΑΚ Ο ΣΥΡΟΣ, Τά σωζόμενα ἀσκητικά, Λόγος πα΄ (81), Ἀθήνα 1871, σ. 383.
[5] Ό.π., σ. 381.

Τετάρτη 6 Νοεμβρίου 2013

Λόγοι Ἁγίων Πατέρων γιά τήν μνήμη θανάτου



Λόγοι Ἁγίων Πατέρων γιά τή μνήμη θανάτου

http://img255.imageshack.us/img255/9739/1001331j.jpg


1. Κάθε ἀρετή πηγάζει ἀπό τή μνήμη τοῦ θανάτου. Γι’ αὐτό ἄς τή χρησιμοποιοῦμε ὅπως τήν ἴδια τήν ἀναπνοή μας.
Ὅσιος σύχιος ὁ πρεσβύτερος

https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEg7Go_nrOVuTyGiS99oPiGL3C-BwZVv7ej2PP1JR9khIkBEVQY9o7yYmmhZaUOq9pQYjNtjqc0ZbwWSRGVb9FWUHlgevkFSFB_eOb9Dzwenw7-77lSn4iDh1HUBgFrPsuFDyPgArVn0zQ0/s1600/nekrotafio.jpg


2. Ὅποιος κατορθώνει νά λέει κάθε μέρα στόν ἑαυτό του: σήμερα εἶναι ἡ τελαυταῖα μέρα τῆς ζωῆς μου, οὐδέποτε θά ἁμαρτήσει θεληματικά πρός τόν Θεό. Ἐκεῖνος ὅμως πού περιμένει πώς ἔχει πολλά χρόνια ἀκόμα νά ζήσει, δίχως ἄλλο θά περιπλακεῖ στά βράγχια τῆς ἁμαρτίας. 
Ἀββάς Ἡσαΐας ὁ Ἀναχωρητής

https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEh9JfrLggXuJJcsQOhNZBg4tU62EERPssL0rmm-dOjIhWcGokw0gB386okrMrp9yPyIad9PmtyFyNlPwea-uMqSWcfE6yHPJJt7OGqCJo4-aIh3lY8TX5mqUG2dTSchZqjFYDIJzrc00KNi/s640/81102993q6cuxay0.jpg

3. Ἐκεῖνος πού καθημερινά περιμένει τόν θάνατο, εἶναι ὁπωσδήποτε δόκιμος καί σπουδαῖος ἀγωνιστής. Ἐνῶ ἐκεῖνος πού τόν ἐπιθυμεῖ κάθε ὥρα, εἶναι ἅγιος.
Ἅγιος Ἰωάννης Σιναΐτης 

https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEh9aJnYRTP4qIDW-0XwuRT1B0nOrU1EWxEMUaOqYxs1j-siea19kfg_x45kP0SklZc5wTWXyzXmCUnfuBrXRb3eO6pTfVhtDki17ut4VlyqFaCOOqMIY_-sujt0KBUmm-biPy3x5Wb739LR/s400/images%CF%83%CF%83%CF%83.jpg


4. ζωηρή μνήμη τοῦ θανάτου περιέχει πολλές ἀρετές. Γεννᾶ τό πένθος, προτρέπει σέ ἐγκράτεια, ὑπενθυμίζει γέεννα, εἶναι μητέρα τῆς προσευχῆς καί τῶν δακρύων, φρουρεῖ τήν καρδιά, παύει τήν ἐμπαθῆ προσκόλληση στή σάρκα ἀφοῦ αὐτή εἶναι ἀπό πηλό, ἀναβλύζει ὀξύτητα τοῦ νοῦ μαζί μέ διάκριση.
Ὅσιος Φιλόθεος Σιναΐτης
https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEg2mT0Na0hwMKvLa89VXyvaivb_mGLTv0XhCxcvBWbRo-Jb-YUnv1CxvL5gBNZU2u09ICuwEztksFNy00Y-jtrIGbqV8Yw6o3ZLLACTfHMgTFh2Du-_BJKEsFRk_zliUGJXrkKrsQ4v09co/s1600/chanter.jpg


5. Οἱ ἄνθρωποι τοῦ κόσμου ἀποφεύγουν τή θύμηση τοῦ θανάτου, γιά νά μήν κόψουν τήν ἀρέσκεια καί τήν ὄρεξή τους, πού ἔχουν στά γήϊνα πράγματα, πού μέ τό νά εἶναι προσκολλημένοι  σ’ αὐτά λυποῦνται, ἄν σκεφθοῦν πώς πρόκειται νά τά ἀφήσουν!
Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης

https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEhXA2b_QgNw41AokJRmXXFlrBUztJpynWsul3vYupLNkCNLdjrPtssNab0B-YVf143kDuoMEXd4M1DCPy9EPGQpmI4u23yPKQqulwKCtJ0G8N7v_ZtCWCr6tE6gaZuewh1S1FI3DtnTdqkH/s640/2456278-3-rise-of-the-cross.jpg